Είναι κοινό μυστικό πια πως επιχειρήσεις και οργανισμοί σ’ όλο τον κόσμο – της χώρας μας μη εξαιρουμένης- βρίσκονται στα πρόθυρα ή μόλις έχουν προσχωρήσει σ’ αυτό που ονομάζουμε 4η Βιομηχανική Επανάσταση.
Μετά τον ατμό, τον ηλεκτρισμό, τους υπολογιστές και το Διαδίκτυο, περνάμε σε μια νέα εποχή ανατροπών που επηρεάζουν όλα όσα γνωρίζαμε ως σήμερα, η οποία βασίζεται κυρίως στην Τεχνητή Νοημοσύνη και τις εκθετικές τεχνολογίες – κατ’ άλλους, βασίζεται στους αυτοματισμούς και τη ρομποτική, που όμως δεν μπορούν να λειτουργήσουν αν δεν υπάρχει το πρώτο, άρα… εντός, εκτός και επί τα αυτά βρισκόμαστε!
Όποιο κι αν επιλέξετε, πάντως, από τα δυο υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής κι αυτός δεν είναι άλλος από τη δικτύωση: για να δουλέψει οποιαδήποτε πλέον από τις τόσες και τόσες συσκευές που χρησιμοποιούμε, θα πρέπει να είναι «κάπου» συνδεδεμένη, είτε ασύρματα είτε ενσύρματα.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε ισχύει η ρήση «Network is the king», αφού τα δίκτυα είναι εκείνα που καλύπτουν τις ανάγκες μας και υποστηρίζουν ό,τι κάνουμε στην καθημερινότητά μας.
Φτάνουν και επαρκούν για να το κάνουν καλά, αφού έχουμε τόσες απαιτήσεις από εκείνα; Όχι κι αυτός είναι ο λόγος που κράτη και πάροχοι (χρειάζονται και οι δυο, ο καθένας στο ρόλο του, φυσικά) επενδύουν τεράστια ποσά κάθε χρόνο στην αναβάθμιση των δικτύων, υπακούοντας στα κελεύσματα των καιρών. Πόσα; Πολλά, πάρα πολλά – προφανώς με την προσδοκία (οι πάροχοι, βεβαίως – τα κράτη μετράνε αλλιώς) πως θα τα πάρουν πίσω στο πολλαπλάσιο, από τους χρήστες-καταναλωτές.
Μια ιδέα μπορούμε να πάρουμε από την καινούρια έρευνα αγοράς της IDC (Worldwide Black Book Service Provider Edition, την ονομάζει) που προβλέπει πως οι απανταχού της Γης πάροχοι θα ξοδέψουν -ούτε λίγο, ούτε πολύ- περίπου 426 δις δολάρια σε ΤΠΕ το 2022 (σε τρία χρόνια από σήμερα, δηλαδή), καθώς η αναβάθμιση των υποδομών τους, ώστε να συμβαδίζει με την πρόοδο της τεχνολογίας και να ικανοποιεί τη μαζική μετάβαση στο cloud, κοστίζει ακριβά…
Κι αν θέλετε περισσότερες λεπτομέρειες, η εταιρία ερευνών «μοιράζει» αυτό το μεγάλο ποσό σε τρεις βασικές ενότητες: στην πρώτη εντάσσει τους Communications Service Providers, με δαπάνες ύψους 254 δις δολαρίων, στη δεύτερη τους Cloud & Digital Service Providers με 105 δις και στην τρίτη τους Colocated & Managed Service Providers, με 67 δις.
Επικοινωνίες και cloud σέρνουν, όπως είναι φυσικό, το χορό των επενδύσεων προκειμένου οι πάροχοι να ανταποκριθούν στην τάση για Χ-as-a-Service (όπου Χ βάζετε οτιδήποτε πια, από πλατφόρμες και λογισμικό ως υποδομές, συστήματα ασφαλείας και πληρωμές), καθώς είναι φανερό ότι οι χρήστες αρχίζουν πλέον να προτιμούν την ενοικίαση από την κτήση, εξοικονομώντας πόρους και χρήματα – άλλωστε, στης ακρίβειας (και της κρίσης) τον καιρό, δεν χρειάζονται πολλά για να πάρει νέες διαστάσεις το σύνθημα “more with less”…
Η καλή εταιρία επισημαίνει πως οι service providers ήδη αντιπροσωπεύουν μερίδιο 44% στο σύνολο όσων επενδύουν σήμερα σε υποδομές (δηλ. storage & network servers με το αντίστοιχο λογισμικό), με αυξητικές μάλιστα τάσεις, καθώς κάνουν την εμφάνισή τους νέα ψηφιακά οικοσυστήματα, στα οποία επίσης θα παίξουν βασικό ρόλο.
Επισημαίνει, πάντως, πως ο ρόλος των συγκεκριμένων (άρα και οι επιδόσεις τους, από πλευράς επενδύσεων) ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή, με την ΕΜΕΑ (Ευρώπη, Μ. Ανατολή και Αφρική) να βρίσκονται κάπου στη μέση, τον Καναδά ακόμα χαμηλότερα, αλλά τις ΗΠΑ πολύ ψηλότερα από τον μέσο όρο των άλλων, με δεδομένο ότι κυρίως σ’ αυτή τη χώρα εμφανίζονται οι early adopters (με κάποιες ασιατικές, όπως η Ν. Κορέα, να ακολουθούν) κι εκεί δοκιμάζονται πρώτα οι νέες τεχνολογικές τάσεις, ως προς την αλήθεια, την αποτελεσματικότητα και τη διάρκειά τους.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, όταν το Διαδίκτυο είχε αρχίσει να κάνει τα πρώτα βήματα του στην Ελλάδα, η τάση που υπήρχε σε όσους ασχολούνταν με τη δημιουργία ιστοσελίδων ήταν να χρησιμοποιούν ότι τεχνολογία έκανε την εμφάνιση της προκειμένου να δημιουργούν εντυπωσιακά web sites.
Το αποτέλεσμα ήταν αρκετά όμορφο, υπήρχε, όμως, ένα πρόβλημα: ότι οι ταχύτητες σύνδεσης που έδιναν οι dial up συνδέσεις ήταν τόσο χαμηλές ώστε η πρώτη σελίδα του site μπορεί να έκανε 1-2 λεπτά για να «φορτώσει). Και, όπως ήταν αναμενόμενο, οι χρήστες προτιμούσαν να πάνε κάπου αλλού.
Δύο δεκαετίες η αρχή της απλότητας συνεχίζει να ισχύει. Οι ταχύτητες σύνδεσης μπορεί να κινούνται σε αρκετά καλά επίπεδα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι χρήστες θέλουν απαραίτητα να βλέπουν εντυπωσιακές σελίδες, φορτωμένες με κάθε είδους πράγματα.
Οι χρήστες προτιμούν ένα web site που είναι απλό στην εμφάνιση και δεν τους δημιουργεί τη αίσθηση ότι είναι «υπερφορτωμένο» με διάφορα καλούδια που δεν έχουν καμία χρηστικότητα.
Η πρακτικότητα και η λειτουργικότητα είναι το δεύτερο σημείο που πρέπει να προσέξει κανείς όταν δημιουργεί ένα web site. Το ζητούμενο για τον επισκέπτη είναι να μπορεί να βρει αυτό που επιθυμεί εύκολα και γρήγορα.
Είτε πρόκειται για κάποιον προϊόν για αγορά είτε για κάποια πληροφορία. Είναι πραγματικά εκνευριστικό να θες να μπεις στην ιστοσελίδα μίας επιχείρησης προκειμένου να βρεις ένα τηλέφωνο επικοινωνίας ή τη διεύθυνση των καταστημάτων της και να χρειάζεσαι 10 λεπτά προκειμένου να εντοπίσεις την πληροφορία που χρειάζεσαι.
Γενικότερα, η ευχρηστία είναι ένα σημείο κλειδί για την επιτυχημένη παρουσία μίας επιχείρησης στο Διαδίκτυο. Το θέμα δεν είναι πλέον να εντυπωσιάσεις τον υποψήφιο πελάτη ή συνεργάτη σου με μία όμορφη ιστοσελίδα αλλά να του προσφέρεις τη δυνατότητα να μάθει για εσένα και την επιχείρηση σου εύκολα και γρήγορα.
Και τότε είναι που θα εντυπωσιαστεί περισσότερο.
Ένα τρίτο σημείο που χρήζει προσοχής, ιδίως στα ηλεκτρονικά καταστήματα, σχετίζεται με την συνολική εμπειρία που του προσφέρεις.
Για παράδειγμα, σε ένα ηλεκτρονικό κατάστημα που είναι σχεδιασμένο απλά και με τέτοιο τρόπο ώστε ο ενδιαφερόμενος καταναλωτής να βρίσκει εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλει, η συνολική εικόνα μπορεί πολύ εύκολα να χαλάσει αν η εμπειρία της πληρωμής είναι κακή.
Όσο εύκολα έχει βρει το προϊόν που θέλει να αγοράσει, άλλο τόσο εύκολα θα πρέπει να μπορεί να το πληρώσει. Έχοντας, βέβαια, πάντα δείξει ότι σε ενδιαφέρει και η ασφάλεια της συναλλαγής. Η συνολική εμπειρία είναι κλειδί της επιτυχίας και πολλές φορές η τελευταία εντύπωση είναι αυτή που μετρά περισσότερο
Για έναν διαρκώς αυξανόμενο αριθμό επιχειρήσεων, το Διαδίκτυο εξελίσσεται σε ένα από τα βασικά κανάλια διανομής και πωλήσεων και αυτό είναι πλέον μία προφανής διαπίστωση.
Ταυτόχρονα, αυτό σημαίνει ότι η δυνατότητα να προσφέρουν online πληρωμές αποτελεί κάτι που είναι απαραίτητο και μάλιστα ο τρόπος που προσφέρεται στους πελάτες έχει βαρύνουσα σημασία στον τομέα της εμπειρίας και της εξυπηρέτησης των πελατών, το οποίο, όπως έχω επισημάνει πολλές φορές από αυτή τη στήλη, πρέπει να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για οποιαδήποτε επιχείρηση δραστηριοποιείται online.
Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι πλέον έχουμε αρχίσει να βλέπουμε και στην Ελλάδα να παρέχονται πολλαπλές επιλογές όσον αφορά στους τρόπους που γίνονται οι πληρωμές αλλά και πως γίνεται η διαχείριση τους. Και το κυριότερο είναι πως οι επιλογές αυτές αυξάνονται.
Η εποχή που η συνεργασία με μία τράπεζα στην Ελλάδα ήταν η μοναδική επιλογή έχει περάσει. Αν και θα πρέπει να σημειώσω ότι παρατηρείται μία σημαντική βελτίωση στις υπηρεσίες που προσφέρουν στο συγκεκριμένο τομέα οι ελληνικές τράπεζες.
Και η διαδικασία για την ενεργοποίηση ενός συστήματος πληρωμών έχει βελτιωθεί σημαντικά με τους απαιτούμενους χρόνους να έχουν μειωθεί σημαντικά. Επιπλέον, η παροχή δυνατοτήτων όπως είναι η ενσωμάτωση ψηφιακών πορτοφολιών όπως το Masterpass αναβαθμίζει την εμπειρία του πελάτη και τον διευκολύνει πολύ περισσότερο.
Φυσικά, υπάρχει και το PayPal, το οποίο στην Ελλάδα είναι αρκετά δημοφιλές και δεν είναι τυχαίο ότι η χώρα μας είναι από αυτές που το PayPal δίνει ιδιαίτερη σημασία και προσοχή. Ένας λόγος της ενισχυμένης δημοτικότητας του PayPal είναι, φυσικά, το γεγονός ότι είναι πολύ εύκολη και γρήγορη η διαδικασία ενεργοποίησης του, ενώ θεωρείται και ιδανική περίπτωση για ελεύθερους επαγγελματίες.
Σταδιακά, πάντως, αρχικά να έχουμε και νέες εφαρμογές όσον αφορά στο κομμάτι των online πληρωμών με fintech startups να κάνουν την εμφάνιση τους και στην ελληνική αγορά.
Για παράδειγμα, λύσεις για online πληρωμές προσφέρουν εταιρείες όπως το Pay my Bank, η EveryPay ή η GAP, ενώ στον τομέα των επιχειρήσεων έχουν αρχίσει να δραστηριοποιούνται και εταιρείες όπως είναι η Revolut και η Ν26.
Μία ενδιαφέρουσα πρόσφατη εξέλιξη είναι επίσης ότι η Ελλάδα θα είναι μία από τις χώρες που θα είναι διαθέσιμο το Stripe, μία ιδιαίτερα δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες υπηρεσία για online πληρωμές.
Γενικότερα, οι δυνατότητες και οι επιλογές έχουν αυξηθεί και χρειάζεται αρκετό ψάξιμο για να βρει κανείς την κατάλληλη επιλογή. Παράλληλα, όμως, οι πολλαπλές επιλογές έχουν ως αποτέλεσμα να αυξάνονται και οι ανάγκες όσον αφορά τη διαχείριση των συστημάτων πληρωμών που χρησιμοποιεί μία επιχείρηση.
Και εκεί ίσως χρειάζεται να αρχίσει μία επιχείρηση να χρησιμοποιεί υπηρεσίες όπως αυτή της Nummus Pay, μία ελληνική startup που αναλαμβάνει εκείνη τη διαχείριση όλων των συστημάτων πληρωμών που έχει ένα ηλεκτρονικό κατάστημα ή μία εταιρεία που προσφέρει συνδρομητικές υπηρεσίες.
Τουλάχιστον, όπως φαίνεται, υπάρχουν λύσεις και εφαρμογές για κάθε ανάγκη και αυτή είναι μία πολύ σημαντική εξέλιξη.
Μπορεί να φτάσαμε σχεδόν στα μέσα του Φλεβάρη, αλλά οι διεθνείς αναλυτές, εκεί! Συνεχίζουν τις προβλέψεις, τις κρίσεις και τις επικρίσεις, για όσα (όπως λένε, τουλάχιστον) πρόκειται να συμβούν μέσα στο ‘19 – αυτή είναι η δουλειά τους, θα μου πείτε, πώς αλλιώς θα κάνουν αισθητή την παρουσία τους, να έρθουν κι άλλοι πελάτες να τους παραγγείλουν έρευνες και μελέτες, να βγάλουν το ψωμάκι τους, οι ανθρώποι…
Ήταν δίκαιο – έγινε report, λοιπόν, και για την Strategy Analytics που στα τέλη του Γενάρη άστραψε και βρόντηξε από τη Βοστώνη, παρουσιάζοντας τους τομείς που θα κυριαρχήσουν, επιδρώντας καταλυτικά στην καθημερινότητά μας, καθώς χάρη σ’ αυτούς αλλάζει ουσιαστικά το τοπίο της τεχνολογίας που χρησιμοποιούμε στη δουλειά και στο σπίτι.
Και μη μου πείτε «μας τα ‘παν άλλοι» - όντως αυτό έγινε, μαζί τα είδαμε από αυτή τη στήλη, πριν από κάμποσες εβδομάδες, αλλά οι μελέτες δεν είναι κάλαντα να βαριέσαι τα ίδια και τα ίδια και να τους διώχνεις, από τον τρίτο-τέταρτο και μετά… Άλλωστε, ετούτες οι εταιρίες ερευνών δεν λένε πάντα τα ίδια – άλλους τομείς θέλει να κυριαρχούν η μία, άλλους η άλλη!
Αυτό συμβαίνει και στην περίπτωσή μας: Πέρα από τους «συνήθεις υπόπτους» (βλέπε GDPR, AI, mobility όλων των ειδών, security, αλλά και in-security, λόγω της μη-τεχνολογικής βεβαίως, αλλά πάντα εκρηκτικής εκκρεμότητας του Brexit), η Strategy Analytics δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στο 5G (OK, καλομελέτα κι έρχεται – έχουμε να δούμε πολλά στη Βαρκελώνη, στο τέλος του μήνα), στην Τεχνητή Νοημοσύνη (εδώ, παραβιάζουμε ανοιχτές θύρες), στο Unified Endpoint Management (ναι, γιατί όχι; χρειάζεται κι αυτό), στα Rich Communication Services (ουπς! να κι ο ζεν-πρεμιέ) και στις επιχειρηματικές εφαρμογές μέσω κινητών (καιρός τους ήταν).
Κατά την αμερικανική εταιρία ερευνών, όλα αυτά είτε μόνα τους, είτε συνδυαστικά θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους, να μειώσουν τους κινδύνους από κυβερνο-απειλές, να ενισχύσουν τη συνεργασία στο εσωτερικό τους και να βελτιώσουν την επικοινωνία τους με τους καταναλωτές-χρήστες, εκεί έξω.
Πώς καταλήγει σ’ αυτό το συμπέρασμα η Strategy Analytics; Κάνοντας εκείνο που ξέρει καλά: surveys – έρευνες αγοράς σε διεθνές επίπεδο, βάσει ερωτήσεων, από τις οποίες εξάγει γενικότερα συμπεράσματα και τάσεις – όπως, για παράδειγμα, ότι το 42% των επιχειρήσεων που ρωτήθηκαν θα αυξήσουν από 1-6% τις δαπάνες τους για ΙΤ την ερχόμενη πενταετία, αλλά 25% θα τις αυξήσουν ακόμα περισσότερο (6-10%).
Από τις απαντήσεις τους προέκυψαν και οι παραπάνω τάσεις, με πιο «καυτή» εκείνη του Unified Endpoint Management, που αναμένεται να αναπτυχθεί ιδιαίτερα από φέτος, καθώς το πρόβλημα της συσσώρευσης ουσιαστικά άχρηστων δεδομένων συνεχώς διογκώνεται – είπαμε, καλά είναι τα Big Data, αλλά να μας δίνουν και κάτι χρήσιμο…
Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΄19 θα είναι όπως όλα δείχνουν η χρονιά κατά την οποία θα περάσουν από τα σπίτια στα γραφεία και οι ελεγχόμενοι μέσω της φωνής του χρήστη τους (θυμάστε την His Master’s Voice, που λέγαμε παλιά; να η σύγχρονη εκδοχή της) ψηφιακοί βοηθοί.
Οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι έχουν ήδη συγκεντρώσει σημαντική ποσότητα γνώσεων και ευφυΐας, ώστε να μετεξελιχθούν σε «εργαλεία», έτοιμα να προσφέρουν τη δέουσα βοήθεια στη λήψη αποφάσεων… Άλλωστε, και τα chatbots αυξάνουν και πληθαίνουν, κυριαρχώντας πλέον στην εξυπηρέτηση των πελατών των επιχειρήσεων, τόσο διεθνώς, όσο και στη χώρα μας…
Κι ακόμα δεν είδαμε τίποτα… το τσουνάμι με το edge computing (που λέγαμε παραπάνω) και το ΙοΤ μόλις τώρα αρχίζει να «βάζει πόδι» στην καθημερινότητά μας… Έχουμε να ζήσουμε μεγάλες στιγμές!
Για τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους οι ψηφιακές τεχνολογίες αποτελούν βασικό κομμάτι της καθημερινής λειτουργίας και οργάνωσης τους.
Πρακτικά, δεν υπάρχει επιχείρηση που να μην διαθέτει κάποιας μορφή ψηφιακή υποδομή, έστω και σε βασικό επίπεδο. Κάτι που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση θα πρέπει να είναι σε θέση να μπορούν να χρησιμοποιούν αυτές τις υποδομές τόσο για την εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης όσο και για να μπορέσουν να αυξήσουν την παραγωγικότητα τους.
Οι ψηφιακές δεξιότητες των εργαζομένων είναι ένα από τα μεγάλα ζητήματα για όλες τις επιχειρήσεις ακόμη και τις μικρομεσαίες. Ένας εργαζόμενος θα πρέπει πλέον να γνωρίζει κατ’ ελάχιστον να μπορεί να χειριστεί ένα υπολογιστή ή ένα tablet όπως και ορισμένες βασικές εφαρμογές όπως είναι το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και το πρόγραμμα που χρησιμοποιεί μία επιχείρηση για τη διαχείριση του ταμείου ή της αποθήκης της.
Πλέον, όμως, σε όλο και περισσότερες επιχειρήσεις παρουσιάζεται η ανάγκη οι εργαζόμενοι να πρέπει να διαθέτουν ψηφιακές δεξιότητες υψηλότερου επιπέδου. Η δυνατότητα για διαχείριση και αξιοποίηση των δεδομένων που έχει συγκεντρώσει μία επιχείρηση μπορούν να επιτρέψουν την καλύτερη αξιοποίηση των πόρων, τη μείωση των εξόδων και την αύξηση των εσόδων.
Όπως, επίσης, η δυνατότητα διαχείρισης λογαριασμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι κάτι που έχουν πλέον ανάγκη ακόμη και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που βλέπουν ότι μέσα από το Facebook ή άλλα social media μπορούν να βρουν νέες πηγές εσόδων αλλά και καινούρια κανάλια εξυπηρέτησης των πελατών τους.
Είναι μάλλον προφανές ότι δεν χρειάζεται οι εργαζόμενοι να διαθέτουν γνώσεις προγραμματισμού. Αν και είναι αρκετά χρήσιμο αν σε μία μικρή επιχείρηση υπάρχουν 1-2 εργαζόμενοι που γνωρίζουν τις βασικές αρχές προγραμματισμού. Βέβαια, αυτή η δεξιότητα παραμένει σχετικά δυσεύρετη.
Γι’ αυτό και οι ειδικοί προτείνουν στις επιχειρήσεις να στέλνουν τους εργαζόμενους σε ειδικά σεμινάρια με στόχο την ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων τους. Κίνηση που εκτιμάται ότι μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην αύξηση της παραγωγικότητας μίας επιχείρησης.
Πάντως, το θέμα των σεμιναρίων θέλει και μία σχετική προσοχή. Και ο λόγος είναι ότι επειδή έχει εντοπιστεί η συγκεκριμένη ανάγκη περί ενίσχυσης των ψηφιακών δεξιοτήτων, έχουν εμφανιστεί πολλοί και διάφοροι που διοργανώνουν σεμινάρια, το επίπεδο των οποίων είναι εξαιρετικά χαμηλό.
Φυσικά, και δεν είναι η πρώτη φορά που αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα, αλλά καλό είναι όσοι ενδιαφέρονται για σεμινάρια σχετικά με τις ψηφιακές δεξιότητες να είναι λίγο προσεκτικοί. Όπως και να γνωρίζουν ότι υπάρχουν εξαιρετικά προγράμματα εκμάθησης και στο Διαδίκτυο. Χωρίς, μάλιστα κόστος.
Στην Ελλάδα λέμε συχνά πως δεν χρειαζόμαστε άλλους νόμους – έχουμε αρκετούς, για κάθε τι! Αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε, είναι ένας και μοναδικός νέος νόμος ο οποίος θα εξασφαλίζει -δια ροπάλου, έστω- ότι θα εφαρμόζουμε επιτέλους όλους τους παλιούς…
Αυτή τη (σοφή) ρήση μου έφερε στο νου κάτι που διάβασα πρόσφατα σε ένα ηλεκτρονικό magazino, το οποίο με προβλημάτισε δεόντως. Κι αυτό γιατί το άρθρο του Τομ Νόλλε στο Jitter υποστηρίζει -ούτε λίγο, ούτε πολύ- ότι έχουμε περάσει σε μια νέα εποχή για την Πληροφορική και αυτό θα φανεί ακόμα περισσότερο από τη διαμόρφωση τεσσάρων τάσεων, στη διάρκεια του 2019.
Η κεντρική ιδέα του άρθρου, που εστιάζει στον τίτλο του στις τάσεις της χρονιάς και τη νέα εποχή που ανατέλλει, είναι (σαν την ελληνική ρήση, που λέγαμε) πως δεν χρειαζόμαστε άλλες τεχνολογίες – έχουμε ήδη αρκετές…
Εκείνο που πραγματικά χρειαζόμαστε, είναι μακροπρόθεσμο όραμα και ολοκληρωμένη στρατηγική για την υλοποίησή του.
Ο Νόλλε τονίζει (και συμφωνώ μαζί του) πως η επιτυχία του ψηφιακού μετασχηματισμού, που θεωρείται πια το «άγιο δισκοπότηρο» για τις απανταχού της Γης επιχειρήσεις και οργανισμούς, στόχος που -όταν με το καλό επιτευχθεί, ξεπερνώντας τις όποιες δυσκολίες- θα ανοίξει τα ψηφιακά ουράνια και θα τους χαρίσει παράταση ζωής, μαζί με -cross fingers, εδώ…- επιτυχίες και κέρδη, είναι εφικτή, αρκεί οι ενδιαφερόμενοι να προσέξουν τις τέσσερις τάσεις που αναφέραμε παραπάνω και να τις λάβουν υπόψιν στον σχεδιασμό τους.
Πρώτη και κυριότερη, θεωρεί την ακόμα μεγαλύτερη προσέγγιση εργαζομένων και ΙΤ, λόγω της διείσδυσης του cloud στην καθημερινότητα όλων μας, με όλες τις (τεράστιες) αλλαγές που μπορεί κάτι τέτοιο να σημαίνει στον τρόπο που εργαζόμαστε.
Οι φορητές συσκευές, τα smartphone, τα tablet και το πανταχού παρόν πλέον Wi-Fi έχουν κόψει τον «ομφάλιο λώρο» με τα στατικά υπολογιστικά συστήματα του παρελθόντος, ενώ -παράλληλα- έχουν αλλάξει και την ουσία της εργασίας: από την απλή παρακολούθηση και επεξεργασία συναλλαγών εκ μέρους των εργαζομένων με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο, έχουμε περάσει σε μια νέα φάση κατά την οποία οι δράσεις (tasks, σε άπταιστη ελληνική) καθοδηγούνται από το ίδιο το σύστημα, που από την ίδια τη δομή του -παρότι πιο «απελευθερωμένο», ως προς την εισαγωγή δεδομένων- ουσιαστικά δεν σου επιτρέπει πλέον να κάνεις λάθος.
Η σταδιακή και διαβαθμισμένη λειτουργία βήμα - βήμα έχει σαν αποτέλεσμα, κατά τον Τομ Νόλλε, την εμφάνιση της δεύτερης τάσης, που είναι η «αποσύνθεση» των κεντρικών (συχνότατα, «βαριών» και δύσχρηστων) εφαρμογών σε περισσότερο ευέλικτες και φιλικές προς τον χρήστη αποκεντρωμένες υπηρεσίες.
Που κι αυτές, με τη σειρά τους, έχουν καλύτερα αποτελέσματα αν δεν είναι μονολιθικές, αλλά αντίθετα μετασχηματίζονται αναλόγως των εκάστοτε συνθηκών και αναγκών, όπως προβλέπει άλλωστε η everything-as-a-Service λογική.
Ο στόχος, στις μέρες μας και στο πλαίσιο του γενικότερου agility, είναι μεταβλητός και εξαρτάται τόσο από την εκάστοτε αποστολή, όσο και από το εκάστοτε πλαίσιο – αυτή είναι η τρίτη τάση, η οποία περιλαμβάνει, επίσης, δυνατότητες μοντελοποίησης για κάθε δράση, ώστε να κάνει ακόμα ευκολότερη (και, μεταξύ μας, ασφαλέστερη) την υλοποίηση εκ μέρους του χρήστη.
Τέταρτη και τελευταία τάση είναι αυτή που ο Νόλλε ονομάζει dualism –δυϊκή υπόσταση της εργασίας, σε ελεύθερη απόδοση- και πρόκειται για τον συνδυασμό όσων κάνει η επιχείρηση κι όσων κάνει ο εργαζόμενος σ’ αυτήν.
Οι συνεχείς ανατροπές σε υποδομές και μοντέλα εργασίας, που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, απαιτούν ομοφωνίες και συνέργειες, προκειμένου τα αποτελέσματα του ψηφιακού μετασχηματισμού να είναι θετικά, όσο περίπλοκο κι αν μας φαίνεται αυτό στην αρχή.
Άραγε, θα τα καταφέρουμε; Το μέλλον ίσως να είναι πιο κοντά απ’ ό,τι νομίζουμε…
Παλεύουμε, σχεδιάζουμε, υλοποιούμε πότε το ένα έργο, πότε το άλλο, κόβουμε «ψηφιακές κορδέλες», αλλά πάλι προτελευταίοι και ιδρωμένοι είμαστε! Καλά που υπάρχει και η Ρουμανία, δηλαδή, που βρίσκεται σταθερά στην τελευταία θέση στην Ευρώπη, αλλά -που θα πάει;- κάποια μέρα θα μας περάσει κι αυτή, γιατί μάλλον δείχνει να το παλεύει περισσότερο – και κυρίως πιο αποτελεσματικά…
Πώς να μην γκρινιάζεις για τα του οίκου μας, αν δεις τα πρόσφατα στοιχεία του Eurostat, της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, σ’ ό,τι αφορά στο ποσοστό του πληθυσμού που χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο…
Μόνο το 72% των Ελλήνων πολιτών δήλωσε ότι «μπήκε» (για οποιονδήποτε λόγο) στο Internet, το προηγούμενο τρίμηνο, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 85%.
Και -για να μεταφράσουμε τους αριθμούς σε ουσία- η χώρα μας εξακολουθεί, παρά τις προσπάθειες που λέγαμε προηγουμένως, να παρουσιάζει τεχνολογική υστέρηση, η οποία, προφανώς, έχει να κάνει με τον σχετικά μικρό αριθμό ευρυζωνικών συνδέσεων, λόγω αργοποριών στην υλοποίηση των δικτύων νέας γενιάς.
Θα μου πείτε, το παλεύουμε… Όντως, έργα ανακοινώνονται, συνεργασίες γίνονται, επαίνους ακούμε για το ένα και το άλλο, αλλά… η υστέρηση, υστέρηση. Γιατί, βέβαια, όσο εμείς προσπαθούμε, όλοι οι άλλοι δεν κάθονται να μας περιμένουν.
Προχωράνε κι αυτοί, με μεγαλύτερη ταχύτητα, μάλιστα – κι άντε εσύ, μετά να τους προλάβεις, την ώρα που προσπαθείς να κρατηθείς από το κάγκελο του τελευταίου βαγονιού. Και μη μου βρείτε σαν δικαιολογία ότι υπάρχει και η Ρουμανία – μόλις μια ποσοστιαία μονάδα πίσω μας είναι, στο 71%, και δείχνει να έχει μεγαλύτερη ορμή από εμάς!
Ίσως, πάλι, να το ’χει ο νότος, αφού στις προηγούμενες από εμάς θέσεις, βρίσκονται η Ιταλία και η Πορτογαλία – σε αντίθεση με τον ψυχρότερο Βορά που, με πρώτη τη Δανία (98% των πολιτών της «μπήκαν» στο Internet το τελευταίο τρίμηνο) δείχνει αφενός ότι είναι περισσότερο προηγμένος τεχνολογικά, αφετέρου ότι οι πολίτες του έχουν αναπτύξει την ανάλογη ψηφιακή κουλτούρα – και δεν φταίει μονάχα το κρύο γι’ αυτό…
Όσο για το τι κάνουν οι Ευρωπαίοι στο Διαδίκτυο, το Eurostat έρχεται πάλι να μας φωτίσει: κατά κύριο λόγο επικοινωνούν μεταξύ τους – στο 73% φτάνει η χρήση για e-mail, στο 42% για βιντεοκλήσεις, ενώ στο 56% φτάνουν εκείνοι που το αξιοποιούν για να κρατάνε επαφή με «φίλους» στο πλαίσιο των κοινωνικών δικτύων.
Προφανώς, περισσότεροι (70%) είναι εκείνοι που το αξιοποιούν για να βρίσκουν πληροφορίες με τη βοήθεια μηχανών αναζήτησης, ενώ συνεχίζει να ανεβαίνει ο δείκτης (έπιασε το 54%, δηλαδή ο ένας στους δυο και κάτι ακόμα) για τη διεξαγωγή τραπεζικών εργασιών από υπολογιστή ή smartphone (βλέπε, e- και m-banking).
Έχει και άλλα ενδιαφέροντα ο κατάλογος:
οι Ευρωπαίοι αξιοποιούν, βεβαίως, το Διαδίκτυο για την πώληση προϊόντων και υπηρεσιών μέσω ηλεκτρονικών καταστημάτων και μη (19%), για να κλείσουν ραντεβού με κάποιο επαγγελματία (17%), για να αναζητήσουν πληροφορίες σε θέματα υγείας (ο ένας στους δυο, με ποσοστό 52%), για να παίξουν ή να «κατεβάσουν» παιχνίδια (29%), για να ακούσουν μουσική μέσω διαδικτυακού ραδιοφώνου (48%), να δουν τηλεόραση (36%) και να παρακολουθήσουν διαφημιστικά βίντεο (26%) ή βίντεο μέσω υπηρεσιών διαμοιρασμού, όπως το YouTube (53%).
Σ’ ό,τι αφορά στην Ελλάδα, κι εδώ η αναζήτηση πληροφοριών για αγαθά και υπηρεσίες βρίσκεται ψηλά στις προτιμήσεων των συν-Ελλήνων (65%), η λήψη και την αποστολή e-mail παρομοίως (54%), όπως και η συμμετοχή σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (53%).
Ακολουθώντας τη γενικότερη διεθνή τάση, το 43% των Ελλήνων χρησιμοποιεί το Internet για να βρει πληροφορίες σχετικά με ζητήματα υγείας, όμως εξαιρετικά χαμηλή είναι η χρήση στο εμπόριο, για την πώληση αγαθών (μόλις 3%…) ή για να κλείσει συνάντηση με κάποιον επαγγελματία (7%).
Τι λέγαμε προηγουμένως (πέρα από την υστέρηση στις υποδομές) για την έλλειψη κουλτούρας;
Για τους περισσότερους, οι καταναλωτές προτιμούν τα ηλεκτρονικά καταστήματα για τις χαμηλότερες τιμές ή για την ευκολία να κάνεις αγορές καθισμένος στην πολυθρόνα του σπιτιού σου. Όμως, ένας επιπλέον λόγος είναι ότι στο Διαδίκτυο μπορείς να βρεις προϊόντα που είναι πολλές φορές εξαιρετικά δύσκολο να βρεις σε φυσικά καταστήματα.
Θα φέρω ένα παράδειγμα για να γίνω κατανοητός: πριν από μερικά χρόνια έψαχνα να αγοράσω ένα USB flash drive με χωρητικότητα 256 GB. Δεν ήταν -και ούτε είναι ακόμη φθηνό- αλλά το πρόβλημα μου ήταν ότι δεν μπορούσα να το βρω σε κάποιο φυσικό κατάστημα με προϊόντα τεχνολογίας. Σε online καταστήματα, όμως, υπήρχε. Και μπορεί να χρειάστηκε να περιμένω μία εβδομάδα αλλά ήρθε και έκανα τη δουλειά μου.
Ο λόγος που έκανε μία εβδομάδα για να έρθει ήταν πολύ απλά γιατί το κατάστημα από όπου το αγόρασα (σ.σ. το ίδιο θα συνέβαινε και με τις υπόλοιπες επιλογές μου) δεν το είχε σε απόθεμα. Και χρειάστηκε να το παραγγείλει από τον διανομέα του. Γι’ αυτό και άργησε. Επειδή μπορώ να καταλάβω πως λειτουργεί το σύστημα, ήμουν σε θέση να κατανοήσω γιατί άργησε να έρθει.
Όμως, πολλοί καταναλωτές δεν θα το καταλάβουν. Ιδίως από τη στιγμή που οι ιθύνοντες των καταστημάτων αντί να αναφέρουν ότι η αποστολή του προϊόντος χρειάζεται 5-7 εργάσιμες ημέρες για να φθάσει στον πελάτη, γράφουν 1-3 ημέρες προκειμένου να μη χάσουν τον πελάτη. Κάτι που κατά την προσωπική άποψη μου αποτελεί μεγάλο λάθος.
Το πραγματικό ζήτημα, όμως, δεν είναι άλλο από τη σωστή διαχείριση των αποθεμάτων που κάνει μία επιχείρηση. Πολύ απλά, είναι αδύνατο να έχει διαθέσιμους όλους τους κωδικούς. Αυτό είναι μάλλον λογικό. Θα πρέπει, όμως, να κάνει τις προβλέψεις εκείνες που θα του επιτρέπουν να μην χρειάζεται ο πελάτης να περιμένει μία εβδομάδα ή ακόμη και 10 ημέρες μέχρι να φθάσει το προϊόν που έχει παραγγείλει στο σπίτι του.
Γιατί αν χρειάζεται τόσο χρόνο, δεν έχει κανένα νόημα να το παραγγείλει από κάποιο ελληνικό κατάστημα. Και με εξαίρεση τα βιβλία δεν νομίζω ότι υπάρχουν και πολλά προϊόντα που να θέλει κάποιος Έλληνας καταναλωτής και να μην μπορεί να τα βρει στο εξωτερικό.
Σωστές προβλέψεις σημαίνει αξιοποίηση των δεδομένων που έχει στη διάθεση της η επιχείρηση και ειδικά το κατάστημα. Από εκεί μπορείς να δεις κάποιες τάσεις και να προβλέψεις τι χρειάζεσαι να έχεις στην αποθήκη σου, ποια θα είναι τα προϊόντα που θα πουληθούν περισσότερο τις επόμενες εβδομάδες. Δεν είναι εύκολο, αλλά είναι απαραίτητο. Η σωστή διαχείριση των αποθεμάτων μπορεί να αποτελέσει το κλειδί για την επιτυχία
Κανείς δεν αμφιβάλλει πιά πως ο ψηφιακός μετασχηματισμός είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ για μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις, οργανισμούς, ΕΠΕ/ΟΕ/ΕΕ, μονοπρόσωπες, πολυπρόσωπες κι ό,τι βάλει ο νους του ανθρώπου, καθώς όλοι εκόντες – άκοντες είμαστε υποχρεωμένοι να προσαρμοστούμε στα κελεύσματα των καιρών και να περάσουμε από την αναλογική στην ψηφιακή εποχή, με τα τόσα πλεονεκτήματα.
Φυσικά, για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζονται αφενός άλλα μυαλά (μ’ άλλα λόγια, διαφορετική κουλτούρα και τρόπος σκέψης/αντιμετώπισης των πάντων - όχι απλώς μετατροπή του παραδοσιακού μπάχαλου σε e-μπάχαλο), αφετέρου κάποιος φορέας, ένα «όχημα» που θα επιτρέψει και θα διευκολύνει αυτή τη μετάβαση.
Κι αν τα μυαλά δύσκολα αλλάζουν από τη μια μέρα στην άλλη («για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολλή», που λέει και ο ποιητής, όσες κι αν είναι οι πιέσεις), το «όχημα» δεν είναι πλέον καθόλου δύσκολο να βρεθεί και να αξιοποιηθεί κατάλληλα – για την ακρίβεια, είναι πανεύκολο.
Το cloud (το υπολογιστικό νέφος, όπως το μεταφράζουμε στη γλώσσα μας, αν και όλοι τον αγγλικό / διεθνή όρο χρησιμοποιούν…) είναι εδώ, ώριμο από τεχνολογική άποψη και έτοιμο να εξυπηρετήσει κάθε εφαρμογή και κάθε ανάγκη. Κι αυτό συμβαίνει με ολοένα ταχύτερο ρυθμό πλέον, όπως φάνηκε τις τελευταίες ημέρες από τις ανακοινώσεις δυο ιστορικών και ηγέτιδων εταιριών στον χώρο του ICT, της SAP και της Oracle.
Η πρώτη δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα έρευνας, την οποία υλοποίησε για λογαριασμό της η Forester Consulting, από τα οποία προκύπτει ότι η πλειοψηφία των επιχειρηματιών στο χώρο της λιανικής θέτουν ως προτεραιότητά τους, για το παρόν και το εγγύς μέλλον, την αξιοποίηση του cloud σε όλο το μήκος και το πλάτος της δραστηριότητάς τους: από την ψηφιοποίηση της εφοδιαστικής τους αλυσίδας ως τις «έξυπνες» τεχνολογίες για βελτίωση των πωλήσεων και τις νέες μεθόδους πληρωμών.
Μάλιστα, ο χώρος του retail δείχνει αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα της αγοράς, καθώς το 81% των ερωτηθέντων επιχειρηματιών ολοκλήρωσε ήδη τον ψηφιακό μετασχηματισμό (έναντι 55% σε άλλους κλάδους).
Οι ερωτηθέντες επέλεξαν το Internet of Things (88%), τα real-time analytics (86%) και το machine learning (84 %) ως πιο αγαπημένες τεχνολογίες στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία (92%) δηλώνει πως η μετακίνηση των επιχειρηματικών διαδικασιών τους στο cloud θα διευκολύνει τη μετάβαση όλου του οικοσυστήματός τους στην ψηφιακή εποχή. Αλλά, είπαμε – «θέλει δουλειά πολλή» κι οι περισσότεροι μόλις ξεκινήσανε…
Από την άλλη, η Oracle προτείνει τις δικές της «συνταγές» (πολλές από αυτές, μάλιστα, παρουσίασε σε αρκετές χιλιάδες συνέδρους, στο πλαίσιο του πρόσφατου Open World 2019, στο Λονδίνο) με στόχο την ταχύτερη μετάβαση στη νέα εποχή, οι οποίες αφενός περιστρέφονται γύρω από το σύνθημα «τα πάντα-as-a-Service», αφετέρου έχουν ως «κορωνίδα» την αυτόνομη βάση δεδομένων (αρχικά για Transaction Processing και Data Warehouse), που η εταιρία παρουσίασε πέρυσι, με κύριο δέλεαρ ότι κάνει τα πάντα μόνη της: δηλαδή, μόνη της λειτουργεί, μόνη της παίρνει τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας και μόνη της επιδιορθώνεται, όποιο πρόβλημα προκύψει στην πορεία.
Μάλιστα, ο (ήσυχος, κατά τα άλλα) χρήστης, που «κερδίζει» τον χρόνο ρύθμισης / συντήρησης και μπορεί να ασχοληθεί μ’ άλλα σημαντικά πράγματα, έχει τη δυνατότητα να ρυθμίσει μόνος του τον βαθμό αυτονομίας που θέλει να αφήσει στη βάση, ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά, ανά περίπτωση.
Φυσικά, κοινός παρονομαστής και καταλύτης σ’ όλα αυτά, παραμένει η αξιοποίηση του cloud, όπου κάθε επιχείρηση ή οργανισμός μπορεί να επιλέξει τη «συνταγή» που του ταιριάζει, με το ανάλογο, φυσικά, τίμημα παίρνοντας ως αντάλλαγμα μεγαλύτερη ταχύτητα, υψηλότερη αποδοτικότητα, μικρότερο κόστος και ταχύτερη ολοκλήρωση του αναγκαίου (για τη διατήρηση στη ζωή) ψηφιακού μετασχηματισμού.
Ουδεμία έκπληξη, λοιπόν, από το γεγονός ότι οι προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης του cloud έχουν ήδη ξεπεραστεί από την πραγματικότητα…
Τα περισσότερα online καταστήματα ποντάρουν στις χαμηλές τιμές προκειμένου να προσελκύσουν πελάτες. Η «μάχη» για να εμφανιστείς πιο ψηλά στις αναζητήσεις του Skroutz είναι κάθε φορά μεγάλη και πολλές φορές παίζεται κυριολεκτικά στα δεκαδικά ψηφία.
Με τα online καταστήματα λοιπόν να κινούνται ούτως ή άλλως με χαμηλά περιθώρια κέρδους, πολλές φορές έχω αναρωτηθεί για το αν θα πρέπει οι διαδικτυακοί έμποροι να συμμετέχουν στις εκπτώσεις, μία παράδοση που όπως είναι προφανές έρχεται από τον φυσικό κόσμο.
Κατ’ αρχήν, να επισημάνω ότι τις εκπτώσεις προσωπικά τις συνδυάζω με τα φυσικά καταστήματα. Δεύτερον, έχω την αίσθηση ότι έχουμε φθάσει πλέον σε ένα σημείο που η περίοδος που δεν υπάρχουν εκπτώσεις κατά τη διάρκεια της χρονιάς είναι μικρότερη από εκείνη των εκπτώσεων.
Ιδίως μετά και την «έλευση» του Black Friday, το οποίο κάθε χρόνο όλο και επεκτείνεται χρονικά σε σημείο που αρχίζεις να αναρωτιέσαι αν θα φθάσει σύντομα να αποκαλείται Black Month ή έστω Black Week.
Οι εκπτώσεις είναι τόσες πολλές που πολλές φορές δεν καταλαβαίνεις πότε ξεκινάνε και πότε σταματάνε. Ιδίως στο online κομμάτι, όπου οι προσφορές αποτελούν κάτι που γίνεται σχεδόν σε καθημερινή βάση και σε κάθε newsletter που φθάνει στο email μου, υπάρχουν τουλάχιστον 2-3 προσφορές προϊόντων σε εξαιρετικά χαμηλή τιμή.
Αντίστοιχη με εκείνη που θα είχε την περίοδο των εκπτώσεων. Πρακτικά, τα online καταστήματα μοιάζουν να είναι σε διαρκή περίοδο εκπτώσεων!
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αποφεύγουν να συμμετέχουν στις εκπτώσεις; Υπό την έννοια να μην αναφέρουν ότι κάνουν εκπτώσεις την περίοδο των εκπτώσεων; Η προσωπική μου άποψη είναι πως όχι, θα πρέπει να «συμμετέχουν» στις εκπτώσεις, τουλάχιστον ονομαστικά.
Καλύτερες τιμές σε πολλές περιπτώσεις είναι δύσκολο να κάνουν αλλά η ψυχολογία των καταναλωτών είναι τέτοια που πρέπει να τους λες ότι κάνεις εκπτώσεις, ακόμη και αν δεν κάνεις κάτι διαφορετικό σε σχέση με αυτό που έκανες πριν από 1 μήνα.
Όλα είναι θέμα ψυχολογίας και στο θέμα των αγορών, η ψυχολογία των καταναλωτών αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα κλειδιά της πώλησης. Έχεις ευχαριστημένους πελάτες, θα κάνεις καλές πωλήσεις.
Έχει δυσαρεστημένους; Ακόμη και αν είσαι 50% κάτω από τον ανταγωνισμό, θα αντιμετωπίσεις πολλά προβλήματα.
Εγγραφή στο Newsletter
Θα λαμβάνετε κάθε εβδομάδα τα πιο hot άρθρα στο email σας!
Πρόσφατα άρθρα


Δημοφιλή άρθρα
Categories Menu
Site Menu
Διεύθυνση εταιρείας
Ευμολπιδών 23
118 54, Αθήνα
Γενικές πληροφορίες
info@verticom.gr
(+30) 210 924 55 77