Επωνύμως…

Data Economy, η οικονομία των δεδομένων που έρχεται..

Data Economy, η οικονομία των δεδομένων που έρχεται... 

Μία …διαφορετική οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο όπου το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο για τους οργανισμούς και τις επιχειρήσεις θα είναι τα δεδομένα που έχει αποθηκευμένα στα πληροφοριακά της συστήματα και τα κέρδη της θα προέρχονται από το πως θα τα αξιοποιεί έχει αρχίσει να κάνει την εμφάνιση της και η παρουσία της είναι πλέον και πιο αισθητή.

«Είμαστε στην αρχή μίας νέας εποχής» υποστήριξε ο Τσακ Ρόμπινς, διευθύνων σύμβουλος της Cisco, μίας από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις παγκοσμίως στο χώρο των ψηφιακών τεχνολογιών,

κατά τη διάρκεια του Cisco Live! 2017, της μεγαλύτερης εκδήλωσης της εταιρείας που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Λας Βέγκας με τον αμερικανικό κολοσσό να παρουσιάζει μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο χώρο της δικτύωσης των επιχειρήσεων (enterprise networking) όπου το δίκτυο γίνεται αρκετά πιο «έξυπνο», προβλέποντας και συνιστώντας τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν από τους διαχειριστές.

Λίγο αργότερα πάντως, ο Ρόουαν Τρόλοπ, αντιπρόεδρος της Cisco με περιοχή ευθύνης το χώρο του αποκαλούμενο Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things) ήταν πολύ πιο σαφής: «Οδεύουμε προς μία νέα οικονομία των δεδομένων (data economy) που θα έχει ως νόμισμα τα δεδομένα».

Αν αυτή η άποψη ότι τα δεδομένα θα είναι πιο κρίσιμης σημασίας για μία επιχείρηση από τα κεφάλαια που έχει στην τράπεζα είναι πιθανό πως θα προβληματίσει πολλούς, η πραγματικότητα είναι πως συζητείται αρκετά τα τελευταία χρόνια.

Και οι υποστηρικτές της φέρνουν ως παραδείγματα εταιρείες όπως το Facebook, το Uber και την airbnb αλλά ακόμη και την ίδια τη Google, οι οποίες είναι πολύ ισχυρές κυρίως λόγω των κοινοτήτων που έχουν δημιουργήσει και των στοιχείων και των δεδομένων που διαθέτουν σχετικά με τις συνήθειες και τις προτιμήσεις των εκατοντάδων εκατομμυρίων χρηστών των υπηρεσιών τους.

Αυτό, βέβαια, που πρέπει να σημειωθεί είναι σταδιακά θα δούμε πολύ περισσότερες επιχειρήσεις να συγκεντρώνουν έναν απίστευτα μεγάλο όγκο δεδομένων, η αξιοποίηση του οποίου θα είναι το κλειδί της επιβίωσης τα επόμενα χρόνια.

Το αυξημένο ενδιαφέρον για το ΙοΤ, όπου όλες οι συσκευές θα είναι συνδεδεμένες αλλάζει πολλά. Σκεφτείτε μόνο ότι αρχίζουμε να μιλάμε για «έξυπνο» εργοστάσια όπου οι μηχανές που χρησιμοποιούνται θα είναι διασυνδεδεμένες με το δίκτυο και το μεταξύ τους και θα ανταλλάσσουν δεδομένα και πληροφορίες προκειμένου να αυξάνεται η παραγωγικότητα τους.

Το ΙοΤ θα έχει ως αποτέλεσμα να συνδεθούν στο δίκτυο ή στο Διαδίκτυο δισεκατομμύρια συσκευές και η μεγάλη πλειοψηφία αυτών θα ανήκει σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς, οι οποίες στη συνέχεια θα καλούνται να διαχειριστούν και στη συνέχεια να αξιοποιήσουν αυτόν τον τεράστιο όγκο δεδομένων.

Αυτός είναι και ο λόγος που η Cisco προχώρησε σε μία τεράστια επένδυση προκειμένου να δημιουργήσει μία νέα περισσότερο «έξυπνη» πλατφόρμα για την εταιρική δικτύωση.

Όπου θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα πάντα θα μπορούν να προγραμματιστούν και να είναι διαχειρίσιμα μέσω λογισμικού. Και αυτό δημιουργεί μεγαλύτερες ανάγκες για δημιουργούς εφαρμογών (software developers) αν και οι άνθρωποι της Cisco κάνουν λόγο για ένα νέο είδος προγραμματιστή, ο οποίος θα έχει γνώσεις αναφορικά με τη λειτουργία δικτύων, τον οποίο και αποκαλεί networkdeveloper.

Οι αλλαγές στο ρόλο των επιχειρήσεων που φέρνει αυτή η «οικονομία των δεδομένων» είναι και ο λόγος που ενδιαφέρον για την εταιρική δικτύωση και γενικότερα για την πληροφοριακή υποδομή των επιχειρήσεων επιδεικνύουν «παίκτες» που δεν μας είχαν συνηθίσει σε τέτοιες κινήσεις.

Όπως είναι η Apple, ο διευθύνων σύμβουλος της Τιμ Κουκ εμφανίστηκε στο Cisco Live! για να συζητήσει με τον κ. Ρόμπινς τη συνεργασία των δύο εταιρειών στο χώρο των λύσεων εταιρικής δικτύωσης.

Ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που ο κ. Κουκ -και γενικότερα τα υψηλόβαθμα στελέχη της Apple συμμετέχουν σε κεντρικές ομιλίες σε συνέδρια άλλων μεγάλων εταιρειών από το χώρο των ψηφιακών τεχνολογιών. Κάτι που αποτελεί μία ένδειξη του ενισχυμένου ενδιαφέροντος της Apple όσον αφορά τη συνεργασία της με τη Cisco.

H συζήτηση των κ. Κουκ και Ρόμπινς επικεντρώθηκε στο θέμα της ασφάλειας των δεδομένων. Ο μεν κ. Κουκ ανέφερε ότι το iOS είναι το πιο ασφαλές λειτουργικό σύστημα, ο δε κ. Ρόμπινς ότι η λύση τη Cisco προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια σε μία επιχείρηση.

Άρα, ο συνδυασμός των δύο προσφέρει ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο ασφάλειας. Κάτι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένο ότι πλέον για μία επιχείρηση η προστασία των δεδομένων της είναι εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας, όπως φάνηκε και από το ενδιαφέρον που υπήρξε για τις τελευταίες περιπτώσεις κυβερνοεπιθέσεων (WannaCry, Neytya κ.ά.).

Γιατί πλέον τα δεδομένα είναι πιο σημαντικά από οτιδήποτε άλλο καθώς εισερχόμαστε στην «οικονομία των δεδομένων».

Η πρόκληση της Τεχνητής Νοημοσύνης

 

Η πρόκληση της Τεχνητής Νοημοσύνης

Του Γιάννη Ριζόπουλου

Είτε το θέλουμε, είτε όχι η Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificia lIntelligence - AI) και ιδιαίτερα οι συνέπειες της εμπλοκής της στη ζωή μας είναι ένα από τα «καυτά» θέματα της εποχής. Ευκαιρία και πρόκληση μαζί, αυτή η εμπλοκή –της οποίας μονάχα τα πρώτα επεισόδια, αν όχι το trailer, έχουμε δει ως τώρα- ενθουσιάζει, αλλά ταυτόχρονα φοβίζει.

Λόγοι και αντίλογοι, συνέδρια και διαλέξεις, διακηρύξεις και αποκηρύξεις, δηλώσεις και απαντήσεις γύρω από αυτό το θέμα, αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα…
Πολλοί οι ενθουσιασμένοι με τις δυνατότητες και οι υπέρμαχοι της χρήσης της AΙ, καθώς μπορεί να δώσει λύσεις σε μύρια όσα προβλήματα της ανθρωπότητας.

Άλλοι τόσοι, όμως, και οι αντίθετοι, οι φοβισμένοι από τις δυσάρεστες έως άκρως επικίνδυνες επιπλοκές που θα μπορούσε πιθανώς να έχει η βλαπτική για την ανθρωπότητα χρήση όλων αυτών των τρομερών ιδιοτήτων που –σαν άλλο «κουτί της Πανδώρας»- μπορεί να αφήσει ελεύθερες και ανεξέλεγκτες η Τεχνητή Νοημοσύνη.

Κι από κοντά το «παιδί» της, η Μηχανική Μάθηση (Machine Learning) που, ναι μεν είναι καλή και χρειαζούμενη για πλήθος εφαρμογές, καθώς μας επιτρέπει να «διδάσκουμε» και να καθοδηγούμε τις μηχανές σχετικά με το τι (και κυρίως πώς) θέλουμε να κάνουν για λογαριασμό μας, όμως μοιραία φορτώνει με περισσότερο άγχος τους ήδη φοβισμένους, στα χείλη των οποίων φτάνει ένα χαρακτηριστικό και κοινό ερώτημα: κι αν οι μηχανές που εμείς θα έχουμε εκπαιδεύσει στραφούν τελικά εναντίον μας;

Κι όταν τα χείλη αυτά ανήκουν –μεταξύ πολλών άλλων ανησυχούντων, βεβαίως- στον διάσημο καθηγητή Στίβεν Χόκινγκ, στον Μπιλ Γκέιτς (περιττεύουν οι συστάσεις) και στον εξ ίσου γνωστό εφευρέτη και επιχειρηματία, Έλον Μασκ, τότε ο διάλογος και ο αντίλογος έχουν κάθε λόγο να παίρνουν φωτιά…
Δεν πρόκειται, βέβαια, για κάτι καινούριο, χθεσινό… Οι τρεις πολύ γνωστές προσωπικότητες που αναφέρθηκαν παραπάνω έκαναν τις πρώτες δηλώσεις τους γι’ αυτό το θέμα το 2015 – έκτοτε η διαμάχη συνεχίζεται, με βολές, επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα εκατέρωθεν, χωρίς όμως αυτόνα εμποδίζει την με αυξανόμενο ρυθμό είσοδο της Τεχνητής Νοημοσύνης στη ζωή μας.

Φυσικά, τα κύρια ερωτήματα παραμένουν και συχνά-πυκνά κάνουν την εμφάνισή τους σε συνέδρια, fora, webinars και «συναντήσεις προβληματισμού». Όπως, για παράδειγμα, το πολυφορεμένο αλλά πάντα επίκαιρο… «Ποιες είναι σήμερα οι προδιαγραφές που εφαρμόζονται, σ’ ό,τι αφορά στο ηθικό και νομικό πλαίσιο, για την ανάπτυξη και εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης;»ή το παλαιότερο, αλλά πάντα κραταιό…

«Με ποια κριτήρια αποφασίζουμε ότι κάποια ρομπότ ή μηχανές εν γένει θα αντικαταστήσουν ανθρώπους στο εργατικό δυναμικό μιας επιχείρησης ή ενός οργανισμού;»

Μια σχετικά πρόσφατη μελέτη στις ΗΠΑ δείχνει πως ένα από τα άμεσα απειλούμενα λόγω της εξάπλωσης των «μηχανών» επαγγέλματα σ’ αυτή τη χώρα, είναι (αντίθετα μ’ ό,τι θα περίμενε κανείς) εκείνο του… δικηγόρου!

Βλέπετε, η Τεχνητή Νοημοσύνη σε συνδυασμό με τη Μηχανική Μάθηση επιτρέπουν στις «μηχανές» να γνωρίζουν και να διαχειρίζονται τη νομοθεσία πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε άνθρωπο-δικαστή. Όμως, πόσο δίκαιη –με την ανθρώπινη και ανθρωπιστική έννοια της δικαιοσύνης- μπορεί να είναι η (bythebook, βεβαίως!) ετυμηγορία μιας μηχανής, τόσο αδέκαστης όσο την έφτιαξε ο προγραμματιστής της;
Για να πάρετε μια ιδέα του διλήμματος, ιδού ένα παράδειγμα από άλλο, πλην συναφή από πλευράς αξιοποίησης της Τεχνητής Νοημοσύνης τομέα, εκείνον των αυτόνομων οχημάτων.

Στις ΗΠΑ, όπου τέτοια οχήματα κυκλοφορούν ήδη στους δρόμους και πραγματοποιούνται συνεχώς πιλοτικές δοκιμές, οι κατασκευαστές «χαλάρωσαν» κάπως την ως τώρα τυφλή υπακοή της «μηχανής» στους κανονισμούς της τροχαίας, προκειμένου να μειωθούν (όπως και έγινε σε κάποιο βαθμό) οι συγκρούσεις και τα ατυχήματα (ευτυχώς, ελάχιστα αιματηρά ως τώρα) ανάμεσα σε αυτόνομα και συμβατικά οχήματα.

Μπορεί σε όλες τις περιπτώσεις να έφταιγαν οι οδηγοί των συμβατικών, καθώς τα αυτόνομα έχουν προγραμματιστεί να μην παραβιάζουν τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, όμως… τα ατυχήματα, ατυχήματα!

Έτσι, λοιπόν, οι κατασκευαστές άρχισαν να «ρίχνουν νερό στο κρασί τους», σ’ ό,τι αφορά την εφαρμογή του ΚΟΚ, με θετικά αποτελέσματα.
Στους μεθαυριανούς ρομποτικούς δικαστές πώς μπορείς να κάνεις κάτι αντίστοιχο, άραγε;

TechTrends  Ο δρόμος για το 5G

 Ο δρόμος για το 5G

 Του Δημήτρη Μαλλά

Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 Σε περίπτωση που βρεθήκατε στο τέλος Φεβρουαρίου στη Βαρκελώνη και στο 

MobileWorldCongress θα νομίζατε ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα ξεκινήσει η 

εμπορική λειτουργία των δικτύων 5ης γενιάς, τα αποκαλούμενα και 5G. Κάτι που 

δεν πρόκειται να συμβεί μέχρι το 2020, ενώ ορισμένες υλοποιήσεις που θα κάνουν 

την εμφάνιση τους προς το τέλος του 2018 και το 2019 θα αποτελούν πρώιμες 

«εκφάνσεις» των δικτύων 5G.

Για παράδειγμα, η Verizon (σ.σ. ένας από τους δύο μεγαλύτερους 

τηλεπικοινωνιακούς παρόχους των ΗΠΑ) σκοπεύει να ξεκινήσει την παροχή 

ασύρματων συνδέσεων υπερυψηλών ταχυτήτων το 2018 που θα βασίζονται μεν σε 

τεχνολογίες 5G αλλά θα είναι σταθερές και θα χρησιμοποιούν φάσμα σε υψηλές 

συχνότητες. Αντίστοιχες υπηρεσίες σκοπεύει να προσφέρει και η κορεατική KT 

Telecom το 2019, ενώ οι Ευρωπαίοι πάροχοι μάλλον προτιμούν να περιμένουν μέχρι 

το 2020, οπότε και εκτιμάται ότι θα έχουν οριστικοποιηθεί οι τεχνικές προδιαγραφές 

για τα δίκτυα 5G. Μία τέτοια περίπτωση είναι DeutscheTelekom, τα στελέχη της 

οποίας υποστηρίζουν πως ο γερμανικός όμιλος δεν σκοπεύει να ξεκινήσει την 

εμπορική λειτουργία δικτύων 5ης γενιάς πριν το 2020, χωρίς, όμως, αυτό να 

σημαίνει ότι στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα δεν θα έχει κάνει διάφορα βήματα 

προς αυτή την κατεύθυνση. Για παράδειγμα, έχει ξεκινήσει την πιλοτική λειτουργία 

πλατφορμών για τη διασύνδεση συσκευών που βασίζονται στην τεχνολογία 

narrowband – IoT (NB-IoT), η οποία αποτελεί μέρος του 5G.

Ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο για το 5G είναι ότι πολλές από τις υποδομές που 

απαιτούνται για την υλοποίηση ενός δικτύου 5ης γενιάς είναι ήδη διαθέσιμες, καθώς 

οι προδιαγραφές τους είναι οι ίδιες με εκείνες στο 4G. Ουσιαστικά, αυτό που δεν 

υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι οι τεχνικές προδιαγραφές για το ραδιοδίκτυο, δηλαδή 

για τη λειτουργία των κεραιών και των σταθμών βάσης. Επίσης, θα πρέπει να 

τονισθεί ότι, σύμφωνα με τις υπάρχουσες εκτιμήσεις, τα δίκτυα 5G και 4G θα 

συνυπάρχουν για αρκετά χρόνια. Το 5G θα χρησιμοποιείται κυρίως σε περιοχές με 

μεγάλη πυκνότητα πληθυσμού, ενώ το 4G στις υπόλοιπες περιοχές. Άλλωστε, το 

4G, σε επόμενες φάσεις του, θα φθάσει να προσφέρει ταχύτητες σύνδεσης της 

τάξεως μέχρι και των 3 Gbps που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν υπεραρκετές 

για μία ευρεία γκάμα υπηρεσιών. Γι’ αυτό και ορισμένοι κατασκευαστές όπως η 

Nokia κάνουν λόγο για δίκτυα 4.9G τα οποία θα μπορούσαν να υλοποιηθούν άμεσα 

και πιθανότατα θα δούμε ορισμένους παρόχους να στρέφονται προς αυτή την 

κατεύθυνση.

Βέβαια, τα μεγάλα πλεονεκτήματα του 5G δεν είναι μόνοι οι μεγαλύτερες 

ταχύτητες σύνδεσης, οι οποίες αρχικά μπορεί να φθάνουν ακόμη και τα 10 Gbps, 

ενώ σε επόμενα στάδια μπορεί να ανέλθουν ακόμη και στα 25 Gbps. Υπενθυμίζεται 

ότι στα δίκτυα οπτικών ινών κάνουμε λόγο για ταχύτητες 1 Gbps.

 

Χρεία νέας στρατηγικής για την επιχειρηματικότητα

Το 2016, οι ψηφιακές τεχνολογίες συνέβαλαν με 175,1 δις. € στο ΑΕΠ της Ελλάδας. Ωστόσο, σύμφωνα με τον δείκτη DESI (Δείκτης της Ψηφιακής Οικονομίας & Κοινωνίας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2017), η χώρα μας κατατάσσεται 26η μεταξύ των 28 χωρών-μελών και βρίσκεται στο κατώτατο άκρο της ομάδας των «ψηφιακών ουραγών».

Η έρευνα «Η Ψηφιακή Στρατηγική της Ελλάδας: Ο Δρόμος για την Ανάπτυξη» που παρουσιάστηκε πρόσφατα από την Accenture και υλοποιήθηκε σε συνεργασία με τον ΣΕΒ, παρουσιάζει την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας, στην περίπτωση που η χώρα δεν καταφέρει να κάνει το ψηφιακό άλμα. Στην περίπτωση αυτή, η οικονομία θα συνεχίσει να ολισθαίνει σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας, καθώς τα προϊόντα και οι υπηρεσίες της θα παραμείνουν ακριβά έναντι των παγκόσμιων ανταγωνιστών διατηρώντας την τωρινή παραδοσιακή της δομή, που βασίζεται κυρίως στις υπηρεσίες και την κατανάλωση, καθώς δεν θα παράγει καινοτομία.

Την ίδια στιγμή, το κράτος θα διατηρήσει την αντιπαραγωγικότητά του αλλά και το υψηλό κόστος, χωρίς να μπορεί να αντιμετωπίσει τα διοικητικά εμπόδια που θέτει για τις επιχειρήσεις. Σε ένα τέτοιο κράτος, οι πολίτες δεν θα  αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες του μέλλοντος και δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις μελλοντικές απαιτήσεις των επαγγελμάτων τους, ενώ θα συνεχίζεται αμείωτη η διαρροή εγκεφάλων (brain drain) η οποία μπορεί σύντομα να καταλήξει μη -αναστρέψιμη, σύμφωνα με την έρευνα.

Αντίδοτο στη θέση του ψηφιακού ουραγού, αποτελεί, σύμφωνα με την έρευνα, η υιοθέτηση μιας Συνολικής Ψηφιακής Στρατηγικής η οποία θα φέρει άνοδο του ΑΕΠ μεταξύ 4,9 και 7,6 δισ. €. Η στρατηγική αυτή θα πρέπει να αφορά σε τέσσερις βασικούς άξονες που περιλαμβάνουν την υλοποίηση βασικών προαπαιτούμενων, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση 2.0, τη δημιουργία εθνικών κλαδικών δράσεων σε τομείς που υπάρχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα καθώς και τη δημιουργία ελληνικού ψηφιακού κόμβου (hub) με διεθνή παρουσία.

Πέρα από τις προτάσεις αυτής της σημαντικής έρευνας, αυτό που διαπιστώνει κανείς όταν έρχεται σε επαφή με νέους που παλεύουν για τις ιδέες τους είτε φεύγοντας σε άλλες χώρες είτε μέσα από τις δικές τους startups, είναι η αίσθηση ότι η επαφή με το παραδοσιακό business δεν είναι τόσο απλή, όσο φαίνεται.

Συχνά, η αντίσταση στην αλλαγή μεταφράζεται από την πλευρά του παραδοσιακού επιχειρείν ως ρεαλισμός και οι νέες καινοτομικές ιδέες ως  tech hype, που λόγω κρίσης δεν έχουν εφαρμογή στη χώρα μας. Η κριτική που συχνά κάνουν, κυρίως οι millenials, στο παραδοσιακό business είναι ότι συχνά φοβάται να συναντηθεί με τις αλλαγές που φέρνουν οι ψηφιακές τεχνολογίες προκαλώντας μέχρι και ολοκληρωτικό μετασχηματισμό σε πολλούς κλάδους της οικονομίας και αλλάζοντας τις επιχειρηματικές λειτουργίες.

Το ψηφιακό χάσμα στο business μπορεί να δημιουργήσει το μη αναστρέψιμο brain drain του μέλλοντος. Η άσκηση που καλείται να κάνει σήμερα η παραδοσιακή επιχειρηματικότητα είναι αυτή του «ανοίγματος» στην απόλυτη ανανέωση του τρόπου αντίληψης του κλάδου και των δραστηριοτήτων του.

Θα Pai μακριά η βαλίτσα

Θα Pai μακριά η βαλίτσα

Ένα φλέγον ζήτημα, που απασχολεί έντονα τις ρυθμιστικές αρχές και τις κυβερνήσεις ανά τον κόσμο την τελευταία διετία, είναι η περίφημη Ουδετερότητα του Διαδικτύου [Νet Νeutrality]. Σύμφωνα με αυτήν, όλοι έχουν ίδια δικαιώματα στη χρήση του διαθέσιμου bandwidth για να παρέχουν ή να καταναλώνουν διαδικτυακές υπηρεσίες. Ξεκινώντας από τις ΗΠΑ, οι μεγάλες εταιρείες προσπάθησαν να περάσουν νομοθετικό πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο οι ISPs θα μπορούσαν να χρεώνουν υψηλότερα κόμιστρα σε εταιρείες για να τους προσφέρουν μεγαλύτερο μέρος από το διαθέσιμό τους bandwidth. Πριν από δύο χρόνια, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών των ΗΠΑ [FCC], έπειτα από πολλές αντιπαραθέσεις, ψήφισε υπέρ της Ουδετερότητας στο Διαδίκτυο και δημοσίευσε ένα σύνολο κανόνων προς εφαρμογή. Τη συγκεκριμένη απόφαση πολεμούν έκτοτε οι ISPs σε κάθε ευκαιρία.

Την 1η Μαΐου το Εφετείο της Περιφέρειας της Columbia απέρριψε αίτημα των ISPs για την επανεξέταση μιας περσινής υπόθεσης που ακολουθούσε τους κανόνες Διαδικτυακής Ουδετερότητας. Μια επιτροπή τριών δικαστών απεφάνθη με ψήφους 2-1 υπέρ της FCC τον Ιούνιο του 2016, αλλά οι ISPs ήθελαν μια αναθεώρηση στην ολομέλεια του Εφετείου, αίτημα που απορρίφθηκε. Η συγκεκριμένη απόφαση ενισχύει τη θέση της FCC στην εφαρμογή των κανόνων, όμως το μεγάλο ερώτημα πλέον, μετά την αλλαγή της Διοίκησης, είναι εάν θέλει να τους εφαρμόσει. Ο Ρεπουμπλικάνος Ajit Pai, που πρόσφατα ενέκρινε και την άρση της προστασίας των δεδομένων των χρηστών από την εμπορική εκμετάλλευση των ISPs τους, ήταν εξαρχής αντίθετος με το Νet Νeutrality – διατελώντας τότε δικηγόρος της Verizon. Πλέον, ως Πρόεδρος της FCC, έχει ήδη προτείνει την κατάργηση των κανόνων της ουδετερότητας, ενώ τα λόμπι της αγοράς [που έχουν μηνύσει την FCC για την άρση των κανόνων] σε παρέμβασή τους στο Δικαστήριο της Columbia προειδοποιούσαν τους δικαστές να λάβουν υπόψη πως η FCC σκοπεύει να τους καταργήσει.

Στις 18 Μαΐου έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει η διαδικασία αναθεώρησης του πλαισίου δραστηριότητας και χαρακτηρισμού της λειτουργίας των ISPs, ώστε να πάρουν σειρά και οι κανόνες της Ουδετερότητας. Παράλληλα, οι υποστηρικτές εκατέρωθεν κάνουν τις δικές τους κινήσεις. Από το think tank TechFreedom, που αντιμάχεται την Ουδετερότητα, δήλωσαν πως θα κλιμακώσουν την υπόθεση μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο. Από την άλλη, η ομάδα Public Knowledge, που είναι υπέρμαχος των κανόνων, υποστήριξε πως το Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη νομιμότητά τους και στηλίτευσε τη βούληση του Pai να τους καταργήσει.

Στην Ευρώπη, το αντίστοιχο πλαίσιο των κανόνων που είναι σε ισχύ αφήνει ήδη κάποια “παράθυρα” σε παρόχους που επιθυμούν να “σπάσουν” την ισοκατανομή του bandwidth που διαθέτουν, κάποιες χώρες όμως εφαρμόζουν δικούς τους, πιο αυστηρούς κανόνες. Με τις νέες κινήσεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, το ζήτημα αναζωπυρώνεται με απρόβλεπτες εξελίξεις.

Μπορείς να κλείσεις το Internet και να μη σου λείψει;

Ένα σημαντικό μέρος της καθημερινότητας του γράφοντα (όπως και κάθε άλλου δημοσιογράφου, ανεξαρτήτως ειδικότητας, που σέβεται και αγαπάει τη δουλειά του), είναι η με κάθε τρόπο και μέσο ενημέρωση, σχετικά με το τι γίνεται στον «χώρο ευθύνης» του, τόσο εδώ, εντοπίως, όσο -πολύ περισσότερο- στο εξωτερικό, απ’ όπου συνήθως φτάνουν σ’ εμάς προϊόντα, υπηρεσίες, τάσεις και καταστάσεις...
Αυτή η ενημέρωση γινόταν, στη δική μου περίπτωση, παλιότερα μέσω των εντύπων: εφημερίδες, περιοδικά, ειδικές εκδόσεις, ένθετα, αλλά και πρωτογενώς –την εποχή που εργαζόμουν σε εφημερίδες- μέσα από τα τηλεγραφήματα των ειδησεογραφικών πρακτορείων, τα οποία μας μετέφεραν άμεσα (έστω κι αν το «άμεσα» εκείνης της εποχής έχει γίνει πολύ «αμεσότερο» σήμερα, με την πανταχού παρούσα κοινωνική δικτύωση και την εμφάνιση της «δημοσιογραφίας του κινητού») τον παλμό (τα vibes, που έλεγε κι η γιαγιά μου, στην Άνω Οξφόρδη...) της επικαιρότητας.
Δυο, μερικές φορές ακόμα και τρεις (όταν η επικαιρότητα είναι πλούσια σε εξελίξεις) ώρες αφιερώνονται καθημερινά σ’ αυτήν την ενημέρωση, η οποία συχνά-πυκνά με ανταμοίβει με ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ειδήσεις και σχόλια. Να, σαν κι αυτό της Τζέσι Χέμπελ από το Wired, που έφτασε πρόσφατα στην οθόνη μου μέσω MSN, για να με κάνει να ξανασκεφτώ σε τι κόσμο ζούμε – έναν κόσμο που εμείς τον φτιάξαμε έτσι, βέβαια, κι όχι κάποιος άλλος... Η καλή συνάδελφος (που ασχολείται με το business κομμάτι της τεχνολογίας, έχοντας θητεύσει μάλιστα και στο γνωστό οικονομικό περιοδικό Fortune) ξεκινάει το κείμενό της με έναν προβοκατόρικο τίτλο: Μάλλον δεν είσαι τόσο πλούσιος, για να μπορέσεις να βγεις από το Internet...
Αντικείμενό της, φυσικά, το «ισοζύγιο» το οποίο πρέπει να επιδιώκει καθημερινά ένας χρήστης του Διαδικτύου, ανάμεσα στα καλά και τα κακά από τη χρήση του – μ’ άλλα λόγια, ανάμεσα στα ωφέλη και τις βλαβερές συνέπειες, με σπουδαιότερη και –δυστυχώς- καθημερινά ογκούμενη την απεμπόληση προσωπικών πληροφοριών και σημαντικού ποσοστού ιδιωτικότητας. Με αφορμή μια συζήτηση σχετικά με «Τα web services στην εποχή της Τεχνητής Ευφυΐας» σε πάνελ συνεδρίου υπό τον γενικό τίτλο Techonomy, το οποίο πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο στην Καλιφόρνια, η Τζέσι Χέμπελ διερωτήθηκε δημόσια αν οι χρήστες αντιλαμβάνονται πραγματικά πόσο σημαντικές πληροφορίες παραδίδουν οικειοθελώς με αντάλλαγμα μια υπηρεσία και τι θα συμβεί, αν επιλέξουν να μην ενδώσουν...
«Προβληματισμένη σιγή» ακολούθησε αυτή την ερώτηση, όταν υποβλήθηκε στο πάνελ και η μόνη απάντηση που δόθηκε, ήταν (προφανώς!) πως είναι (ακόμα...) αναφαίρετο δικαίωμα του καθενός να αρνηθεί. Μπορεί, όμως; αναρωτιέται η Χέμπελ; Κι έχει κάθε δίκιο να αναρωτιέται, καθώς το να απαρνηθείς το Internet δεν είναι το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο, αν θες να εξακολουθήσεις να εργάζεσαι και να βιώνεις τη ζωή σου, όπως η συντριπτική πλειοψηφία σήμερα, στον ανεπτυγμένο και αναπτυσσόμενο κόσμο. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, η πρόσβαση στο Διαδίκτυο (που μόλις πριν από 10-15 χρόνια εθεωρείτο μάλλον ακριβό σπορ, με τα κόστη για εξοπλισμό και σύνδεση να είναι υπολογίσιμα), τώρα πια με τις τιμές να έχουν πέσει, τη διαθεσιμότητα να έχει αυξηθεί κατακόρυφα και την ποιότητα να έχει φτάσει στα ύψη, είναι αναγκαιότητα, αλλά και δικαίωμα κάθε πολίτη (προβλέπεται ακόμα και στο Σύνταγμα της χώρας μας)...
Μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτό; Μόνο αν είσαι τόσο πλούσιος, που να μη σε ενδιαφέρει τι γίνεται γύρω σου, υποστηρίζει η Χέμπελ. Και η συντριπτική πλειοψηφία μάλλον δεν ανήκουμε σ’ αυτή την κατηγορία – άσε που οι πλούσιοι είναι οι πρώτοι (και λόγω δυνατότητας, φυσικά), οι οποίοι είναι always on, όπου κι αν βρίσκονται ή κινούνται, επί της Γης! Όλοι εμείς, οι υπόλοιποι, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε στο πλαίσιο της οικονομίας της γνώσης, χρειαζόμαστε το Internet – ή, πιο σωστά, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτό...
Ειδικά τώρα, που μπαίνουμε με γοργό ρυθμό στην εποχή του Internet των Αντικειμένων (λέγε με IoT), με τα εκατομμύρια συνδεδεμένους αισθητήρες γύρω μας, η ζωή μας θα δένεται όλο και περισσότερο με το Διαδίκτυο, αφού μέσω αυτού πλέον επικοινωνούμε, ελέγχουμε, δίνουμε εντολές, ενημερωνόμαστε και ενημερώνουμε. Όσο κι αν προσπαθούμε να «απελευθερωθούμε» (αρκετοί πχ. είναι αυτοί που προσπαθούν να χωρέσουν μια «εβδομάδα αποτοξίνωσης», συνήθως στις διακοπές, από τη δικτυωμένη πραγματικότητα, όμως, απείρως περισσότεροι είναι εκείνοι που δεν τα καταφέρνουν...) οι κάθε λογής εφαρμογές, αποτελούν πια μέρος της ζωής  και της δουλειάς μας.
Τώρα, μάλιστα, που η Τεχνητή Ευφυΐα αρχίζει να ενσωματώνεται ακόμα και στα κινητά τηλέφωνα (γιατί, τι άλλο είναι οι «προσωπικοί βοηθοί», τύπου Siri;) ο «κλοιός» θα σφίξει ακόμα περισσότερο. Κι όπως σωστά παρατηρεί η Τζέσι Χέμπελ, όσο κι αν προβάλεις αντίσταση, είναι σχεδόν αδύνατο να ξεφύγεις από τους μεγάλους παίκτες του Internet, όπως η Google, το Facebook, η Apple και η Amazon. Ακόμα κι αν επιλέξεις να μην τους χρησιμοποιήσεις εσύ, θα σε χρησιμοποιήσουν εκείνοι, χωρίς ίσως να το πάρεις καν είδηση... Βλέπετε, η πρόσβασή μας στο Διαδίκτυο έχει πάψει από καιρό να γίνεται μόνο μέσα από τον «επιτραπέζιο υπολογιστή» - από το 3G και μετά, το Internet βρίσκεται παντού γύρω μας, στον αέρα! Το κινητό μας προδίδει διαρκώς τη θέση μας και ενημερώνει αυτόματα τις εφαρμογές μας, το αυτοκίνητό μας καταγράφει συνεχώς την οδηγική συμπεριφορά μας (μάλιστα, υπάρχουν και δυο ελληνικές ασφαλιστικές εταιρίες που θέλουν να αξιοποιήσουν αυτά τα στοιχεία, στις μελλοντικές σχέσεις με τους πελάτες τους...), οι κάθε λογής ΙΡ κάμερες κάνουν το ίδιο... Δεν μπορείς να βγεις από το δίκτυο, γιατί το δίκτυο είναι η ζωή μας!   
Τι κάνουμε, λοιπόν; Και μάλιστα εδώ και τώρα, καθώς όλα όσα αναφέραμε γίνονται ήδη; Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω – το Internet είναι και θα μείνει αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Το θέμα είναι να υπάρξει από την πλευρά των εταιριών, που αναπτύσσουν συνεχώς νέα προϊόντα και υπηρεσίες, ο αναγκαίος αυτοέλεγχος και η δέσμευση ότι θα συνεχίσουν να εφαρμόζουν τους γενικά παραδεκτούς ηθικούς κανόνες, που στηρίζουν και όχι αποσταθεροποιούν την κοινωνία μας. Cross our fingers!

Γιάννης Ριζόπουλος

Πόροι, εμπόροι και οδοιπόροι...

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που μας κληροδότησε η κρίση, τα τελευταία χρόνια, είναι αυτό της διαρροής εγκεφάλων – όχι πως το brain drain δεν υπήρχε και παλιότερα, απλώς τώρα οξύνθηκε πολύ περισσότερο. Με δεδομένο, μάλιστα, πως οι μετακινήσεις είναι πλέον πολύ ευκολότερες και τα νέα (σχετικά με το πού υπάρχει ανάγκη, ακόμα και σε ποιόν συγκεκριμένο τομέα ποιάς χώρας υπάρχουν κενές θέσεις) ταξιδεύουν, χάρη στο Internet, ευκολότερα, η φυγή «χτύπησε κόκκινο»!

Οι περισσότεροι δικοί μας οδεύουν προς τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά δεν είναι λίγοι κι αυτοί που κοιτάνε μακρύτερα, προς Αμερική μεριά, παρά την απόσταση και τους όποιους περιορισμούς για εργασία που υφίστανται εκεί. Κυρίως οι μηχανικοί, όμως, (όχι μόνο οι δικοί μας, αλλά κι εκείνοι από άλλες χώρες), έχουν έναν ακόμα λόγο να βλέπουν προς εκείνη την κατεύθυνση, αν διαθέτουν τις εξειδικευμένες γνώσεις που απαιτούνται στο χώρο της τεχνητής ευφυΐας (Artificial Intelligence, ή πιο απλά ΑΙ). Ο λόγος είναι πως αυτός ο χώρος (μαζί με το Internet των Αντικειμένων, ας μην το ξεχνάμε αυτό) θεωρείται σήμερα από τους πιο «καυτούς» στην υψηλή τεχνολογία και, φυσικά, από τους περισσότερο υποσχόμενους για το μέλλον.

Τα μεγάλα ονόματα της ψηφιακής βιομηχανίας (βλέπε, Google, Microsoft, Facebook, Baidu κλπ) έχουν ρίξει όλο το βάρος τους σ’ αυτόν τον τομέα, καθώς τον θεωρούν απαραίτητο για την ανάπτυξή τους, όπως επεσήμανε πριν από λίγες ημέρες σε εκτεταμένο άρθρο του ο πάντα έγκυρος Economist... Βλέπετε, η τεχνητή ευφυΐα μπορεί να αξιοποιηθεί σε πλήθος άλλους τομείς, λειτουργώντας οριζόντια εν είδει καταλύτη για να πετύχουμε τα πιο απροσδόκητα οφέλη. Πάρτε, για παράδειγμα, (σε μια επανάληψη της θρυλικής σειράς αγώνων του υπερυπολογιστή Deep Blue της ΙΒΜ, επί του παγκόσμιου πρωταθλητή στο σκάκι, Γκάρι Κασπάροφ) την πρόσφατη άνετη νίκη ενός προγράμματος υπολογιστή της Google, επί του παγκόσμιου πρωταθλητή στο Go, ένα κινεζικής προέλευσης δυσκολότατο επιτραπέζιο παιχνίδι, η οποία προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση.

Όμως, για να επιτευχθούν καινούριες τόσο εντυπωσιακές επιτυχίες και να διατηρηθεί η με γεωμετρική πρόοδο ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα, χρειάζονται χιλιάδες ερευνητές και επιστήμονες, άνθρωποι ειδικοί που θα δουλέψουν, θα ψάξουν, θα βρουν και θα αναδείξουν αυτό που θα συμβεί την επόμενη μέρα, ενώ θα βάλουν τις βάσεις και για εκείνο της μεθεπόμενης. Υπάρχουν όλοι αυτοί; Δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι μας περισσεύουν, καθώς ο κλάδος χωρίς να είναι εντελώς «φρέσκος», γιγαντώθηκε απότομα και οι ανάγκες του αυξήθηκαν από τη μια μέρα στην άλλη. Εξ ου και ο πόλεμος που μαίνεται και τον οποίο αναδεικνύει το άρθρο του Economist, μεταξύ πολλών ενδιαφερομένων για την εξασφάλιση όσο γίνεται περισσότερων ταλέντων, πριν ακόμα βγουν από τα πανεπιστήμια! Που, με τη σειρά τους, θέλουν να κρατήσουν (ειδικά τα αμερικανικά, τα οποία έχουν λαμπρή παράδοση στη σύνδεση των ερευνητών τους με τις ανάγκες της αγοράς) τα αστέρια τους, τους ανθρώπινους πόρους που «παράγουν» τα ίδια, όσο γίνεται περισσότερο στα δικά τους εργαστήρια και ινστιτούτα, ώστε να τα αξιοποιήσουν καλύτερα και χάρη σ’ αυτά να αυξήσουν το κύρος τους στην αγορά, αλλά και τα έσοδά τους από αναθέσεις ερευνητικών έργων της βιομηχανίας...

Φυσικά, οι γίγαντες της υψηλής τεχνολογίας δεν κάθονται από την πλευρά τους με σταυρωμένα χέρια: αφενός υπερθεματίζουν σε προσφορές προς τους σπουδαστές, αφετέρου εξαγοράζουν ό,τι «έτοιμο» βρουν από πλευράς μικρότερων εταιριών ακόμα και start-ups, αρκεί τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες τους να δίνουν κάποιες λύσεις στις σημερινές ή τις μελλοντικές (βάσει της στρατηγικής που κάθε μια ακολουθεί) ανάγκες τους. Το πρόγραμμα της Google, για παράδειγμα, το οποίο μνημονεύσαμε παραπάνω, είναι δημιούργημα της Deep Mind, εταιρίας startup στο χώρο τοι ΑΙ με επικεφαλής το Ελληνοκύπριο Ντένη Χασάμπι, που εξαγοράστηκε το 2014 από τη δημιουργό της πασίγνωστης μηχανής αναζήτησης, αντί 600 εκατ. δολαρίων. Σύμφωνα με την εταιρία ερευνών Quid, οι «μεγάλοι» ξόδεψαν το 2015 περίπου 8,5 δις δολάρια σε τέτοιες συμφωνίες, ποσό τετραπλάσιο εκείνου που είχαν ξοδέψει μόλις πέντε χρόνια νωρίτερα, το 2010, προκειμένου να στήσουν τμήματα ρομποτικής και μηχανικής μάθησης τα οποία ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις αντίστοιχα εργαστήρια ερευνητικών ινστιστούτων και πανεπιστημίων, με όποιες κακές συνέπειες (βλέπε, μονοπώλιο) μπορεί να έχει κάτι τέτοιο για την ελεύθερη διάδοση της γνώσης...

Θέλετε ένα παράδειγμα; Η Uber –ναι, η γνωστή και πολυσυζητημένη πλατφόρμα εύρεσης ταξί- σχεδόν διέλυσε πέρυσι το Εθνικό Κέντρο Μηχανικής Ρομποτικής του πανεπιστημίου Carnegie-Mellon, προσλαμβάνοντας εν μια νυκτί (φαντάζεστε με τι μισθούς...) τους 40 από τους 140 ερευνητές του, για να δημιουργήσει ένα τμήμα που θα μελετήσει τη δημιουργία αυτόνομων ταξί! Μάλιστα, η κίνησή της αυτή προκάλεσε αλγεινή εντύπωση, καθώς αρχικά είχε ζητήσει συνεργασία με το Κέντρο υποσχόμενη χρηματοδότηση των ερευνών στο συγκεκριμένο τομέα, πριν αποφασίσει να του πάρει τους καλύτερους ερευνητές και να στήσει το δικό της «μαγαζί»...

Οι περισσότερες εταιρίες δεν ακολουθούν τέτοιες αμφιλεγόμενες τακτικές, φυσικά, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προσπαθούν σκληρά... Ιδιαίτερα ενδιαφέρονται για ειδικούς σε θέματα μηχανικής μάθησης (να το και το tip, για όσους μελλοντικούς «οδοιπόρους» από την Ελλάδα προς τα ξένα έχουν τις αναγκαίες γνώσεις), καθώς μπορεί να αξιοποιηθεί σε πλήθος τομείς, από απλά φίλτρα για το spam και καλύτερη διαχείρηση των online διαφημίσεων έως τη λειτουργία αυτόνομων οχημάτων και τη σάρωση για αναγνώριση νοσημάτων, με στόχο να κάνουν τη ζωή μας ευκολότερη, ασφαλέστερη και καλύτερη.

Το «buzz» στον συγκεκριμένο χώρο είναι πλέον κάτι παραπάνω από έντονο – είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το πιο γνωστό συνέδριο (Conference on Neural Information Processing Systems) ειδικών στο συγκεκριμένο χώρο, που γίνεται κάθε Δεκέμβρη στον Καναδά, έχει  –όπως τονίζει ο Economist- μετεξελιχθεί από μια μικρή, περιφερειακή εκδήωση στο... Νταβός του ΑΙ – οι συμμετέχοντες έφτασαν πέρυσι τους 3800, τριπλάσιοι από εκείνους το 2010, αφού όλο και περισσότεροι επιδιώκουν να δικτυωθούν δυναμικά, σ’ αυτόν τον χώρο με την εντυπωσιακή ανάπτυξη.
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, λοιπόν!

Γιάννης Ριζόπουλος

Οι Έλληνες είναι ήδη online

TechTrends

Οι Έλληνες είναι ήδη online

 Του Δημήτρη Μαλλά

dmallas@gmail.com

 Σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα διαμορφώνεται πλέον η διείσδυση του Διαδικτύου και στην Ελλάδα, καθώς, τα τελευταία στοιχεία της έρευνας της FocusBari, της Focusontechlife για το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου – Μαρτίου 2017 δείχνουν ότι το ποσοστό χρήσης φθάνει στο 81,4% στις ηλικίες 13-74 ετών όπου και πραγματοποιήθηκε η έρευνα, το δείγμα της οποίας φθάνει στα 20.000 άτομα.

Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο κατά περίπου 4 μονάδες σε σχέση με τον προηγούμενο τρίμηνο οπότε και είχα διαμορφωθεί στο 77,6%. Καθημερινοί χρήστες είναι με βάση την έρευνα το 70,6% των Ελλήνων, ενώ στις ηλικίες 13-44 ετών η χρήση του Internet είναι καθολική και καθημερινή σε ποσοστό 87,8%. Επίσης, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι εξαιρετικά δημοφιλή αν αναλογιστεί ότι το 47,5% των Ελλήνων χρηστών δηλώνουν ότι επισκέπτονται κάποιο socialmedium σε καθημερινή βάση.

Η μέση διάρκεια της ημερήσιας χρήσης του Διαδικτύου διαμορφώθηκε στα 177 λεπτά, με την υψηλότερη επίδοση να παρουσιάζει η κατηγορία χρηστών 18-24 ετών, όπου η μέση διάρκεια είναι 243 λεπτά, ενώ τη χαμηλότερη εκείνη των 55-64 ετών όπου και εκεί, όμως, ξεπερνούν τις 2 ώρες (134 λεπτά).

Επίσης αυξημένη εμφανίζεται και η χρήση smartphone, με 7 στους 10 Έλληνες να έχουν στην κατοχή τους μια τέτοια συσκευή. Ταυτόχρονα, το smartphone αναδεικνύεται με βάση την έρευνα ως κύριο μέσο πρόσβασης στο Internet ιδιαίτερα για τους νέους. Ειδικότερα, το 54% των Ελλήνων συνδέονται καθημερινά στο Internet από το κινητό τους τηλέφωνο, όμως σχεδόν 9 στους 10 τέτοιους χρήστες είναι ηλικίας 13-24 ετών. Μάλιστα, το smartphone ως μέσο πρόσβασης στο Internet προηγείται και σε επίπεδο νοικοκυριού, σε ποσοστό 65,1% με τις επόμενες δύο δημοφιλέστερες συσκευές να είναι το laptop (53,2%) και ο σταθερός υπολογιστής (36,9%). Σε επίπεδο νοικοκυριών, 7 στα 10 νοικοκυριά (69,7%) δηλώνει ότι έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Ακόμη, 1 στα 4 νοικοκυριά (965 χιλιάδες) δηλώνει ότι έχει συνδρομητική τηλεόραση, ποσοστό που αυξάνεται στο 33,3% στα νοικοκυριά με 4 ή περισσότερα μέλη.

Αρκετά διαδεδομένη είναι και η χρήση των εφαρμογών αφού περίπου οι μισοί (49,3%) δηλώνουν ότι κατεβάζουν apps στο smartphone τους με τις 5 δημοφιλέστερες κατηγορίες να είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι χάρτες, τα παιχνίδια, η ενημέρωση και η μουσική-video.

Σε ότι αφορά τις πολύ μικρές ηλικίες 5-12 ετών, το 77% αυτών μπαίνει στο Διαδίκτυο με το ποσοστό να φθάνει στο 89,1% στις ηλικίες 10-12 ετών. Πιο δημοφιλή συσκευή πρόσβασης είναι το tablet (37%) και ακολουθούν ο σταθερός υπολογιστής (25,5%) και ο φορητός υπολογιστής (25,3%). H απουσία του smartphone εξηγείται από το γεγονός ότι στις συγκεκριμένες ηλικίες το ποσοστό κατοχής κινητού τηλέφωνου είναι αρκετά μικρότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες ηλικίες. Συγκεκριμένα, στις ηλικίες 6 έως 12 ετών το ποσοστό χρήσης κινητών τηλεφώνων είναι στο 19%, ποσοστό που διαμορφώνεται στο 4,9% στις ηλικίες έως 9 ετών και ανεβαίνει στο 37,6% στις ηλικίες 9-12 ετών όπου φαίνεται πως οι γονείς αποφασίζουν ότι πρέπει να δώσουν κινητό στα παιδιά τους για πιο εύκολη επικοινωνία.

 

H«μάχη» των οπτικών ινών

 H«μάχη» των οπτικών ινών

 Του Δημήτρη Μαλλά

Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 Στα δίκτυα επόμενης γενιάς με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνα που προσφέρουν υψηλές ταχύτητες διασύνδεσης με τη χρήση οπτικών ινών έχουν αρχίσει να επενδύουν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση να ετοιμάζεται παράλληλα να προχωρήσει στην υλοποίηση δράσεων που εκτιμάται ότι θα βοηθήσουν στην ταχύτερη υιοθέτηση των συνδέσεων υπερυψηλών ταχυτήτων από τους Έλληνες καταναλωτές. Επενδύσεις, το συνολικό ύψος των οποίων -μαζί πάντως με εκείνες που αφορούν την κινητή τηλεφωνία- μπορεί να πλησιάσει τα 3 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία!

Τα δίκτυα οπτικών ινών επανήλθαν στο προσκήνιο στα μέσα Μαϊου με την ανακοίνωση της Forthnet ότι προχώρησε στην υπογραφή συμφώνου συνεργασίας με την ΖΤΕ, έναν από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού παγκοσμίως, και δύο ακόμη κινεζικές εταιρείες (ShanghaiGongbaoBusiness Consulting και KaiXinRonGroup) προκειμένου να διερευνήσουν επιχειρηματική συνεργασία για τη χρηματοδότηση ενός δικτύου οπτικών ινών στην Ελλάδα. Η ανακοίνωση είναι πολύ προσεκτικά γραμμένη και αυτό δεν είναι τυχαίο καθώς η συμφωνία χρηματοδότησης δεν έχει κλείσει αλλά υπάρχει η βούληση. Άλλωστε, το ποσό που απαιτείται είναι αρκετά μεγάλο καθώς εκτιμάται στα 500 εκατ. ευρώ για την επόμενη επταετία με το μεγαλύτερο μέρος της επένδυσης να γίνεται τα 3 πρώτα χρόνια. 

Στην ανακοίνωση της Forthnet επισημαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της επένδυσης θα γίνει μέσα στα 3 πρώτα χρόνια “στα οποία και προβλέπεται ότι θα υπάρξει ενίσχυση της ζήτησης συνδέσεων οπτικών ινών από ευρωπαϊκά κονδύλια που διαχειρίζεται η ελληνική κυβέρνηση”. Η φράση αυτή δεν είναι διόλου τυχαία, καθώς την εβδομάδα πριν τη συμφωνία, το αρμόδιο υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Μέσων Ενημέρωσης είχε ανακοινώσει ότι εγκρίθηκαν δύο έργα, τα οποία χρηματοδοτούνται με κονδύλια της ΕΕ. Το ένα, το αποκαλούμενο “RuralExtension” προϋπολογισμού 125 εκατ. ευρώ,  αφορά την επέκταση του έργου που βρίσκεται τώρα σε φάση υλοποίησης αναφορικά με την παροχή ευρυζωνικών συνδέσεων υψηλών ταχυτήτων σε αγροτικές και απομακρυσμένες περιοχές. Το δεύτερο, το οποίο αποκαλείται “SuperfastBroadband” προϋπολογισμού 200 εκατ. ευρώ, έχει ως στόχο να ενισχύσει τη ζήτηση -σε όλη την Ελλάδα- για συνδέσεις που ξεπερνούν σε ταχύτητα τα 100 Mbps και μπορούν να φθάσουν ακόμη και το 1 Gbps!

Και τα δύο έργα περιλαμβάνονται στην Εθνικό Ευρυζωνικό Σχέδιο που είχε εγκριθεί το φθινόπωρο του 2015 από την ΕΕ και ειδικά το δεύτερο είχε γίνει δεκτό με πολύ θετικά σχόλια από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους. Ο λόγος είναι ότι το αρχικό πλάνο -το οποίο δεν αποκλείεται πάντως να αλλάξει- προέβλεπε ότι πρακτικά οι Έλληνες καταναλωτές ή επιχειρήσεις που το επιθυμούσαν θα μπορούσαν να πάρουν ένα “κουπόνι” της τάξεως των 120 ευρώ, το οποίο θα έδιναν στη συνέχεια στον πάροχο που θα επιλέξουν για να τους φέρει σύνδεση οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι ή την επιχείρηση τους. Κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο μειώνεται και το κόστος για τους παρόχους που θέλουν να προσφέρουν συνδέσεις οπτικών ινών μέχρι το κτίριο. Όπως μειώνεται και το ρίσκο που θα έχουν σε περίπτωση που επιδοτήσουν τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών για να φθάσει την οπτική ίνα μέχρι το σπίτι του καταναλωτή ή τα γραφεία μίας επιχείρησης και πριν προλάβει να γίνει η απόσβεση της επένδυσης, ο πελάτης επιλέγει να αλλάξει πάροχο ή να σταματήσει να χρησιμοποιεί οπτική ίνα.

H Forthnet δεν είναι, φυσικά, ο μόνος πάροχος που ενδιαφέρεται για το χώρο των οπτικών ινών, καθώς αντίστοιχα και εξίσου φιλόδοξα πλάνα έχουν και οι υπόλοιποι πάροχοι.

Ο όμιλος ΟΤΕ είχε ανακοινώσει στις αρχές του 2017 ότι το επενδυτικό πλάνο μέχρι το 2020 ανέρχεται συνολικά στα 1,5 δισ. ευρώ και ένα μεγάλο κομμάτι αυτού αφορά την ανάπτυξη ενσύρματων δικτύων επόμενης γενιάς. Το πλάνο του ΟΤΕ δίνει μεγάλη έμφαση στην τεχνολογία vectoring που προσφέρει ταχύτητες έως 100 Mbps αλλά η πρόθεση του ομίλου είναι να προσφέρει πολύ σύντομα και συνδέσεις οπτικών ινών που θα φθάνουν μέχρι το σπίτι των καταναλωτών και θα προσφέρουν πολύ υψηλότερες ταχύτητες.

Ανάλογα πλάνα έχουν τόσο η Vodafone όσο και η Wind με τις δύο εταιρείες να έχουν ανακοινώσει ότι το δικό τους επενδυτικό πλάνο φθάνει στα 500 εκατ. ευρώ έκαστη, εκ των οποίων σημαντικό κομμάτι προορίζεται για δίκτυα οπτικών ινών. Μάλιστα, και οι δύο εταιρείες έχουν ξεκινήσει πιλοτικά δίκτυα οπτικών ινών που φθάνουν μέχρι το σπίτι των καταναλωτών. 

Αξίζει μάλιστα να επισημανθεί πως η Wind ανακοίνωσε πρόσφατα ότι έχει ήδη καταθέσει στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) ένα πλήρες επενδυτικό πλάνο για δίκτυο οπτικών ινών, σημειώνοντας ότι ο στόχος της είναι να προσφέρει ευρυζωνικές ταχύτητες που θα ξεκινούν από τα 100 Mbps και θα φτάνουν το 1 Gbps. «Τρέχει» μάλιστα ένα πιλοτικό πρόγραμμα σε Νέα Σμύρνη και Καλαμάτα με τα αποτελέσματα να είναι άκρως εντυπωσιακά μέχρι τώρα.

Ένα σημείο που μπορεί να δημιουργήσει σύγχιση σε αρκετούς καταναλωτές έχει να κάνει με τη χρήση της τεχνολογίας vectoring, η οποία θα χρησιμοποιηθεί αρχικά προκειμένου να αναβαθμιστεί σε υψηλότερες ταχύτητες όλο το υφιστάμενο δίκτυο χαλκού. Ο κανονισμός για το vectoring που έχει δημοσιεύσει η ΕΕΤΤ προβλέπει ότι και οι ανταγωνιστές του ΟΤΕ θα αναλάβουν την αναβάθμιση περιοχών ώστε να αυξηθούν οι ταχύτητες σύνδεσης. Αυτή τη στιγμή, το VDSL προσφέρει ταχύτητες έως 50 Mbps. Με την αναβάθμιση που γίνεται και θα γίνει, μέχρι το σύνολο των καμπινών σε μία περιοχή -ή σε ένα μεγάλο ποσοστό αυτών- θα φθάνει οπτική ίνα, οπότε έχουμε το αποκαλούμενο fiberto the curve (FTTC). Αυτό σημαίνει ότι οι υφιστάμενες γραμμές χαλκού που εξυπηρετούνται από μία αναβαθμισμένη καμπίνα θα μπορούν, μέσω της τεχνολογίας vectoring (ή VDSL 2), θα μπορούν να προσφέρουν ταχύτητες λήψης δεδομένων έως 100 Mbps. Στο μέλλον, με τη χρήση άλλων τεχνολογιών, οι ταχύτητες μπορούν να φθάσουν ακόμη και τα 300 Mbps αξιοποιώντας την υφιστάμενη υποδομή.

Όμως, οι πάροχοι έχουν τη δυνατότητα να σκάψουν και να δημιουργήσουν δικά τους δίκτυα που θα φέρουν την οπτική ίνα μέχρι ένα κτίριο, το αποκαλούμενο και fiberto the building (FTTB). Αυτό θα μπορούν να το κάνουν είτε συνδέοντας με οπτική ίνα το κτίριο με μία “αναβαθμισμένη” καμπίνα ή δημιουργώντας ένα εντελώς νέο δίκτυο. Η επιλογή εξαρτάται από το εμπορικό ενδιαφέρον που μπορεί να υπάρχει σε μία περιοχή, όπως και από το πόσο υψηλό είναι το κόστος για την ανάπτυξη ενός νέου δικτύου. Σημειώστε πάντως πως αυτή τη στιγμή στην περιοχή των βορειοδυτικών προαστίων της Αθήνας υπάρχει μία εταιρεία, ονόματιInalan, η οποία δημιουργεί το δικό της δίκτυο οπτικών ινών έχοντας ήδη μερικές χιλιάδεςπελατών.

 

Image
Image

Follow Us

Image
Εγγραφή στο Newsletter

Θα λαμβάνετε κάθε εβδομάδα τα πιο hot άρθρα στο email σας!

Image

Πρόσφατα άρθρα Επωνύμως…

Image
Image

See also from Verticom

Image
Image
Image
Image
Image
Image

Categories Menu

Site Menu

Image

Κόμβος πληροφόρησης για θέματα και εφαρμογές που αφορούν στις ψηφιακές τεχνολογίες και το Ηλεκτρονικό Επιχειρείν.

Stay in Touch

Εγγραφείτε στο εβδομαδιαίο Newsletter για να λαμβάνετε τα πιο hot άρθρα στο email σας!

Διεύθυνση εταιρείας

Ευμολπιδών 23
118 54, Αθήνα

Γενικές πληροφορίες

info@verticom.gr
(+30) 210 924 55 77

Αρθρογραφία

Διαφήμιση

© 2024 WebWorldNews. All Rights Reserved.Design & Development by Verticom

Search