Επωνύμως…

Τριάκοντα παρά ένα… κι ο σερ Τιμ ξεσπαθώνει!

Στις 12 Μαρτίου, ο Παγκόσμιος Ιστός είχε γενέθλια –έγινε 29 χρόνων- κι ο σερ Τιμ Μπέρνερς-Λι, ο άνθρωπος που τον επινόησε για να λύσει τον«γόρδιο δεσμό» της διαχείρισης και ασυνέχειας του τεράστιου όγκου δεδομένων στο CERN εκείνης της εποχής, άδραξε την ευκαιρία για να πει τα πράγματα με το όνομά τους, όσον αφορά στη σημερινή εξέλιξη του δημιουργήματός του, που μάλλον τον βρίσκει… απέναντι!

Ο «κ. WWW» ανήρτησε στην ιστοσελίδα του WebFoundation (του οργανισμού που υπερηφανεύεται πως βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την πρόοδο και προστασία του Ιστού από κάθε επιβουλή…) ένα κείμενο-φωτιά, στο οποίο θίγει τα κακώς κείμενα και προτείνει λύσεις και δράσεις ώστε να αντιστραφεί η σημερινή «κατηφόρα».

Ξεκινάει με την επισήμανση πως το 2018 θα είναι η πρώτη χρονιά που οι συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο κάτοικοι αυτού του πλανήτη θα είναι περισσότεροι από τους μη-συνδεδεμένους, αλλά μοιραία αναρωτιέται τι θα γίνει με τους άλλους μισούς, με δεδομένο πως ο ΟΗΕ, ήδη από το 2016, έχει χαρακτηρίσει την πρόσβαση στο Internet ανθρώπινο δικαίωμα, όπως η πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ηλεκτρική ενέργεια, τροφή και στέγη.

Οι ανισότητες σ’ αυτόν τον τομέα στον πλανήτη μας όχι μόνο παραμένουν, αλλά διευρύνονται κιόλας, με θύματα τις γυναίκες, τους φτωχούς και τους κατοίκους αγροτικών περιοχών (κάποιος να τους μιλήσει για το δικό μας rural, please…) Και, βέβαια, μη-πρόσβαση σημαίνει στην εποχή μας λιγότερες ευκαιρίεςγια γνώση και μόρφωση, λιγότερη επιχειρηματικότητα, λιγότερες υπηρεσίες προς τους πολίτες και (ναι…) λιγότερη δημοκρατία…

Αν περιμένουμε να υλοποιηθούν τα πλάνα που λένε πως το τελευταίο δισεκατομμύριο συνανθρώπων μας θα συνδεθεί στο Internet κάπου γύρω στο 2042 (!), τουλάχιστον μια ολόκληρη γενιά θα έχει μείνει εκτός δικτυακού νυμφώνος, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον της…

Ο καλός σερ Τιμ (ο οποίος, όπως είναι παγκοίνως γνωστό, δεν έβγαλε ούτε σέντσι από την «εφεύρεσή» του που άλλαξε τον κόσμο μας – σε αντίθεση με πάμπολλους ιδιώτες και επιχειρήσεις που κέρδισαν δισεκατομμύρια- άρα τουλάχιστον «δικαιούται δια να ομιλεί»…) δεν περιορίζεται μόνο στην γκρίνια, κάνει και προτάσεις.

Πρέπει, λέει, να υποστηρίξουμε κατάλληλες πολιτικές και επιχειρηματικά μοντέλα, όπως είναι οι πρωτοβουλίες για δημόσιο WiFi και τα δίκτυα σε επίπεδο κοινοτήτων, πρέπει να δώσουμε ασφαλή και αξιόπιστη πρόσβαση κυρίως σε γυναίκες και κορίτσια, προσφέροντάς τους παράλληλα εκπαίδευση σε ψηφιακές δεξιότητες…

Αλλά, τι τα θέλετε; Ο Ιστός δεν είναι πια εκείνος που ήταν! Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν αλλάξει, οι λίγες μεγάλες πλατφόρμες έχουν «πατήσει» την παλιά πολυφωνία, ελέγχοντας -κατά τον σερ Τιμ- ως άλλοι «κλειδοκράτορες» τις ιδέες και τις απόψεις που μπορούμε να δούμε και να μοιραστούμε μεταξύ μας…

Είναι οι ίδιες πλατφόρμες που βάζουν εμπόδια στον ανταγωνισμό, που «ρουφάνε» τους εν δυνάμει αντίπαλους startupers, που εξαγοράζουν τους καινοτόμους και μπορούν -με τη δύναμη του χρήματος- να απασχολούν τα καλύτερα μυαλά, ώστε να συνεχίσουν να ελέγχουν τα δεδομένα όλων μας, που λίγοι πλέον τα εκμεταλλεύονται…

Τριάκοντα παρά ένα χρόνια μετά, ο Ιστός έχει γίνει «όπλο μαζικής κλίμακας», όπου η συνωμοσιολογία και τα ψεύδη μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα δίνουν και παίρνουν, εκλογικά αποτελέσματα χειραγωγούνται και κακόβουλοι βάζουν χέρι σε τεράστιους όγκους (των δικών μας) προσωπικών δεδομένων.

Κάποιες από αυτές τις πλατφόρμες έχουν συλλάβει το μέγεθος του προβλήματος και προσπαθούν να βρουν λύσεις, όμως είναι φανερό πια πως κάποιος έλεγχος είναι αναγκαίος.

Ο σερ Τιμ επισημαίνει πως η πανίσχυρη ψηφιακή οικονομία θα επιβάλει δράσεις, υποστηρίζει πως είναι μύθος ότι η διαφήμιση είναι το μόνο επιχειρηματικό μοντέλο κι ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει πλέον, θεωρεί ότι οι άνθρωποι που έφτιαξαν τα συστήματα, έχουν τη δύναμη και να τα διορθώσουν, αισιοδοξεί πως μπορούμε, τελικά, να σχεδιάσουμε έναν Ιστό ο οποίος θα δημιουργεί γύρω του ένα εποικοδομητικό και υποστηρικτικό περιβάλλον…

Πώς θα γίνουν όλα αυτά; Εφαρμόζοντας στην πράξη την πασίγνωστη ρήση, η ισχύς εν τη ενώσει: «Να μαζέψουμε τα πιο φωτεινά μυαλά στις επιχειρήσεις, την τεχνολογία, τις κυβερνήσεις, την κοινωνία των πολιτών, τις τέχνες και τα πανεπιστήμια για να αντιμετωπίσουμε όσα απειλούν το μέλλον του Ιστού – Ας δουλέψουμε όλοι μαζί για να το πετύχουμε», μας παρακινεί.

Κι εγώ ακόμα θυμάμαι τη φλογίτσα -βλέπε, πάθος- που σιγόκαιγε στην κατά τα άλλα ατσάλινη ματιά του φλεγματικού και λιγομίλητου Άγγλου, στη μόνη συνέντευξη που του έχω πάρει (όταν βρέθηκε στην Αθήνα, το 2007, για την πρώτη αναγγελία του WebScience).

Πάθος που δεν τον εγκατέλειψε, καταπώς φαίνεται, ποτέ. «Παραμένω αφοσιωμένοςστον στόχο, να διασφαλίσω ότι ο Ιστός θα παραμείνει ένας χώρος ελεύθερος, ανοικτός και δημιουργικός – για όλους!» δήλωσε τις προάλλες.

Δεν ξέρω αν μπορεί να κάνει πολλά, πια. Όμως, εμένα και μόνο ότι το λέει εκείνος -ο ρομαντικός, ονειροπόλος, εκτός τόπου, αιθεροβάμονας σε καιρούς χαλεπούς, όπως θέλετε πέστε τον- εμένα μου αρκεί.

Respect, sir Tim!

Τα θετικά (!) σημεία του GDPR

 Τις τελευταίες 2 εβδομάδες έχει γίνει πολύς λόγος για το GDPR, ήτοι τον νέο Γενικό Κανονισμό Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος, τυπικά, είναι σε ισχύ από την περασμένη Παρασκευή (25/5).

Πρακτικά, πριν το τέλος του έτους δεν νομίζω ότι υπάρχει περίπτωση να πει κανείς ότι είναι σε ισχύ ο συγκεκριμένος κανονισμός, ο οποίος προκάλεσε έναν μεγάλο «χαμό» θα έλεγα στο Διαδίκτυο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Είναι προφανές ότι την τελευταία εβδομάδα, άπαντες δεχθήκαμε εκατοντάδες emails από ιστοσελίδες, εταιρείες και καταστήματα που είχαν τα emails μας. Και σε πολλές περιπτώσεις, δεν πιστεύαμε ότι είχαμε δώσει το email μας σε πολλές από αυτές.

Ήταν μία ευκαιρία για ένα ξεκαθάρισμα αυτών που θέλουμε να δεχόμαστε.

Για πολλά ηλεκτρονικά καταστήματα, το GDPR μοιάζει με εφιάλτη, δεδομένου ότι έπρεπε να στείλουν χιλιάδες emails στους πελάτες τους αλλά και σε όσους καταναλωτές είχαν απλά την ηλεκτρονική διεύθυνση τους. Είμαι βέβαιος ότι στα περισσότερα ηλεκτρονικά καταστήματα, οι σκέψεις δεν ήταν και ιδιαίτερα θετικές.

Όμως, από την άλλη πλευρά, για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, το GDPR μπορεί να αποτελέσει και μία εξαιρετική ευκαιρία.

Υπάρχουν και θετικά σημεία στην ενεργοποίηση του συγκεκριμένου κανονισμού, ο οποίος, παρεπιμπτόντως, δεν έχει τόσο να κάνει με την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων των πελατών μίας επιχείρησης όσο με τις διαδικασίες που πρέπει να έχει μία επιχείρηση προκειμένου να διαχειρίζεται αυτά τα προσωπικά δεδομένα.

Είναι μία ευκαιρία κατ’ αρχήν για να εκκαθαρίσει ένα ηλεκτρονικό κατάστημα τις δικές του λίστες. Να δει ποια emails δεν χρησιμοποιούνται πλέον, να δει ποιοι καταναλωτές θέλουν πραγματικά να ενημερώνονται για προσφορές κ.ά.

Είναι μία ευκαιρία επίσης προκειμένου να οριστούν οι διαδικασίες εκείνες που θα επιτρέψουν την καλύτερη αξιοποίηση των δεδομένων που συγκεντρώνονται κατά τη διάρκεια των πωλήσεων ή των επισκέψεων των καταναλωτών.

Με τη σύμφωνη γνώμη των τελευταίων, οι οποίοι στο εξής δεν θα μπορούν να επικαλεστούν διάφορα όσον αφορά το θέμα της διαχείρισης των προσωπικών δεδομένων τους.

Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει αρκετή δουλειά από την πλευρά του ηλεκτρονικού καταστήματος, όμως, όταν ολοκληρωθεί το συγκεκριμένο έργο, τα οφέλη μπορεί να είναι σημαντικά.

Αντί μία εταιρεία να δει το GDPR ως απειλή και επιπλέον βάρος θα πρέπει να το δει ως ευκαιρία προκειμένου να βελτιωθεί η ίδια και να βελτιώσει την εμπειρία που προσφέρει στους πελάτες της.

Πολύ απλά, γιατί αυτό είναι το ζητούμενο για μία επιχείρηση που θέλει να πετύχει. Να προσφέρει καλύτερη εμπειρία στους πελάτες της. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει και να τους σέβεται.

Αν το πετύχει αυτό, τότε και οι καταναλωτές και θα τη σέβονται και θα την προτιμούν, καθώς δεν είναι μόνο η τιμή που κοιτάζουν οι πελάτες όταν κάνουν τις επιλογές τους.

Πλέον, θέλουν και η εταιρεία με την οποία συνδιαλέγονται να είναι μία σοβαρή επιχείρηση.

Έχει νόημα ένα markertplace στην Ελλάδα;

Η ανακοίνωση από τα Public της δημιουργίας του πρώτου ελληνικού marketplace τάραξε τα νερά της εγχώριας αγοράς του ηλεκτρονικού εμπορίου. Ενδεχομένως να ήταν αναμενόμενο ότι κάποιος από τους μεγάλους «παίκτες» θα τολμούσε να δημιουργήσει το πρώτο marketplace.

Για να είμαστε πάντως ακριβείς, αντίστοιχες προσπάθειες είχαν γίνει και στο «μακρινό» παρελθόν. Ακόμη θυμάμαι το open24.gr που είχε προσπαθήσει να εξελιχθεί σε ένα μεγάλο marketplace. Αλλά τότε, οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες, πολύ απλά επειδή πριν από 15 χρόνια το ενδιαφέρον στην Ελλάδα για τις online αγορές ήταν σχετικά περιορισμένο.

Τώρα, τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην. Όμως, το ερώτημα παραμένει το ίδιο: έχει νόημα ένα marketplace στην Ελλάδα; Ήτοι ένα μεγάλο online mall που να προσομοιάζει με το Amazon;

Ο πρόεδρος του GRECA και εκ των πιο γνωστών στελεχών του ελληνικού e-commerce, Φώτης Αντωνόπουλος ήταν κάθετος στο συγκεκριμένο ερώτημα: «Είναι γνωστή η άποψη μου» σημείωσε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των Public και η έκφραση του προσώπου του έδειχνε ότι ειλικρινά θεωρεί ότι τα marketplaces είναι μία τάση που πρέπει να αγκαλιάσουμε.

Η προσωπική άποψη μου είναι ότι τα marketplaces είναι μία εξαιρετική επιλογή για όσους θέλουν να έχουν γρήγορη πρόσβαση σε μία τεράστια γκάμα προϊόντων χωρίς να χρειάζεται να επισκέπτονται έναν μεγάλο αριθμό e-shops και επιπλέον θέλουν να αισθάνονται ένα επίπεδο ασφάλειας όσον αφορά το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Στην περίπτωση του Public marketplace, αυτό δείχνει να είναι και το ζητούμενο από την προσπάθεια που γίνεται.

Σημειωτέον πως είναι εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις το marketplace των Public και του Skroutz. Πολύ απλά γιατί το δεύτερο, το οποίο είναι ίσως το πετυχημένο παράδειγμα εταιρείας στην ελληνική αγορά του ηλεκτρονικού εμπορίου, δεν είναι marketplace υπό την έννοια ότι για να κάνεις τις αγορές σου πρέπει να επισκεφτείς το συγκεκριμένο κατάστημα που έχεις επιλέξει.

Στην περίπτωση των Public, όλες οι αγορές γίνονται από το περιβάλλον των Public.

Η κίνηση των Public γίνεται πάντως σε μία περίοδο που ο χώρος του λιανεμπορίου αλλάζει δραστικά. Και αυτό γιατί βλέπουμε γνωστές και μεγάλες αλυσίδες να επεκτείνονται σε κατηγορίες προϊόντων που μοιάζουν «ξένες» με το product mix που μας είχαν συνηθίσει.

Έχουμε δει, για παράδειγμα, το Πλαίσιο να πουλά είδη κάμπινγκ και εξοχής, όπως έχουμε δει και τον Κωτσόβολο να κινείται σε νέες κατηγορίες. Από την άλλη, τα σούπερ μάρκετ πουλάνε είδη ένδυσης και ηλεκτρικά είδη. Γενικότερα, είναι μία περίοδος μεγάλων αλλαγών στις καταναλωτικές συνήθειες και των Ελλήνων.

Ο προβληματισμός μου έγκειται αναφορικά στα πόσα marketplaces αντέχει η ελληνική αγορά. Γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να μην υπάρξει και κάποια ακόμη αντίστοιχη με εκείνη των Public κίνηση μέσα στους επόμενους μήνες. Αλλά, πάνω από 2-3 marketplaces χωράνε στην Ελλάδα; Αυτό είναι ένα ερώτημα που εκτιμώ πως θα μας απασχολήσει την επόμενη πενταετία.

Στις πληρωμές η εμπειρία του καταναλωτή μετράει πολύ

Στις ψηφιακές πληρωμές οι εξελίξεις είναι ραγδαίες με τον κατάλογο των «παικτών» που εμπλέκονται να είναι συνεχώς όλο και μεγαλύτερος, καθώς πλέον δεν είναι οι τράπεζες και τα fintech startups αλλά και μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί.

Όμως, για πολλούς από τους βασικούς εμπλεκόμενους, ο μεγάλος ανταγωνιστής τους παραμένουν τα μετρητά! Και ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι συνεχίζουν να προσφέρουν μία πολύ καλή εμπειρία χρήσης.

Δεν χρειάζεται να πληκτρολογήσεις κάποιο ΡΙΝ, δεν περιμένεις για την επιβεβαίωση ότι υπάρχουν χρήματα στο λογαριασμό σου, απλώς δίνεις τα χρήματα και τελείωσες.

Οι ψηφιακές συναλλαγές έχουν βέβαια πολλά άλλα πλεονεκτήματα, όπως είναι, για παράδειγμα, ότι μπορείς να κάνεις αγορές εξ αποστάσεως, ότι μπορείς να κάνεις μία συναλλαγή ακόμη και αν δεν έχεις τα απαραίτητα μετρητά μαζί σου και πολλά άλλα. Αλλά σε κάθε περίπτωση για να γίνει το επόμενο βήμα, η ευκολία είναι το κλειδί.

Πως μπορεί λοιπόν η διαδικασία να γίνει πολύ πιο εύκολη; Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν πρόσφατα σε μία εκδήλωση της Mastercard, το σημείο – κλειδί είναι η ευκολία και η εμπειρία που πρέπει να είναι όσο το δυνατόν καλύτερη.

Οι υπάρχουσες τάσεις φέρνουν στο προσκήνιο τη μεγαλύτερη χρήση tokens, τη χρήση βιομετρικών χαρακτηριστικών για την επιβεβαίωση του κατόχου της κάρτας και μία προσπάθεια ώστε η διαδικασία πληρωμής με κάρτα online να είναι το ίδιο εύκολη με εκείνη στον φυσικό κόσμο.

Πρακτικά και με απλά λόγια, αυτό που θα αρχίσουμε να βλέπουμε όλο και περισσότερο στο χώρο των ψηφιακών πληρωμών είναι κατ’ αρχήν η χρήση βιομετρικών χαρακτηριστικών, όπως είναι το δακτυλικό αποτύπωμα και η ίριδα, ιδίως όσον αφορά στη χρήση του κινητού τηλεφώνου ως μέσου για τη διεκπεραίωση μίας συναλλαγής.

Επίσης, ένα άλλο πλάνο είναι να υπάρχει ένα πλήκτρο σε κάθε ηλεκτρονικό κατάστημα, το οποίο θα είναι κοινό, και θα επιτρέπει στον καταναλωτή να αγοράζει χωρίς να συμπληρώνει όλα τα στοιχεία του.

Κάποιες τέτοιες λειτουργίες υπάρχουν ήδη με εφαρμογές όπως το Masterpass αλλά μάλλον θα δούμε αρκετά σύντομα την ουσιαστικά εξέλιξη αυτών

Όσον αφορά την παροχή της δυνατότητας για ίδια εμπειρία online και offline, το κλειδί δείχνει να είναι το smartphone με το τελευταίο να χρησιμοποιείται για την πιστοποίηση του χρήστη. Δηλαδή μία αγορά θα ξεκινά στο web , θα συνεχίζεται στο smartphone και θα ολοκληρώνεται στο web.

Τέλος, ετοιμαστείτε για την αύξηση της χρήσης wearable συσκευών για την πραγματοποίηση πληρωμών. Ρολόγια, δαχτυλίδια, βραχιόλια και οτιδήποτε άλλο θα έχουμε πάνω μας θα μπορεί να κάνει πληρωμές.

Όπως, επίσης, ετοιμαστείτε για τις αποκαλούμενες «αόρατες» πληρωμές, οι οποίες θα γίνονται αυτόματα. Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι μπαίνετε σε ένα βενζικάδικο, το αυτοκίνητο σας επικοινωνεί με το κατάστημα, λέει πόσο καύσιμο θέλει, πληρώνει και μετά ανοίγει η αντλία και βάζεις το καύσιμο στο όχημα σου.

Σενάριο επιστημονικής φαντασίας;

Μάλλον πραγματικότητα σε μερικά χρόνια ακόμη και στην Ελλάδα.

Laptop vs smartphones Οι φορητοί υπολογιστές αλλάζουν αλλά επιβιώνουν

 

Δεν έχουν περάσει και πολλά χρόνια από τότε που η τρομακτική άνοδος στην αύξηση των tablets είχε δημιουργήσει την εντύπωση ότι ερχόταν το …τέλος των προσωπικών υπολογιστών, ειδικά των φορητών.

Όμως, αν κρίνει κανείς από τα νούμερα στις πωλήσεις των tablets, τα οποία βαίνουν συνεχώς μειούμενα, ο ισχυρισμός αυτός δεν δείχνει να στέκει. Ενδεχομένως γιατί τα tablets είναι περισσότερο συσκευές «κατανάλωσης» παρά συσκευές «δημιουργίας».

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, οι πωλήσεις των προσωπικών υπολογιστών έχουν μειωθεί σημαντικά και τα τελευταία τρίμηνα δείχνουν να παρουσιάζουν μία σταθεροποίηση. Την ίδια στιγμή, τα smartphones έχουν πλέον αποκτήσει υπολογιστική ισχύ που συγκρίνεται εύκολα με εκείνη που έχουν οι φορητοί υπολογιστές, τουλάχιστον τα φθηνά μοντέλα laptops.

Παράλληλα, πάνω από το 50% της κίνησης στο Διαδίκτυο έχει φθάσει να γίνεται από smartphones. Μήπως τελικά τα smartphones είναι οι συσκευές εκείνες που θα δώσουν το τελειωτικό χτύπημα στους φορητούς υπολογιστές;

Η απάντηση για τους περισσότερους αναλυτές είναι πως οι φορητοί υπολογιστές μπορεί να μην είναι πλέον η βασική υπολογιστική συσκευή για τους περισσότερους χρήστες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οδεύουμε προς την κατάργηση τους.

Η μεγάλη οθόνη και το πληκτρολόγιο είναι δύο στοιχεία που είναι δύσκολο να υποκαταστήσει ένα smartphone. Και είναι δύσκολο ένα smartphone να φθάσει σε μέγεθος τέτοιο που η οθόνη να είναι αρκετά μεγάλη ώστε να μην αισθάνεσαι την ανάγκη να έχεις και ένα laptop.

Την ίδια στιγμή, οι φορητοί υπολογιστές αλλάζουν. Γίνονται πιο όμορφοι, περισσότερο ευέλικτοι, αποκτούν νέα χαρακτηριστικά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι καταναλωτές στρέφονται προς πιο ακριβά μοντέλα φορητών υπολογιστών γιατί θέλουν το κάτι παραπάνω.

Ακόμη και στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης αυτό που βλέπουμε είναι οι πωλήσεις των φορητών υπολογιστών να παρουσιάζουν μία πτώση αλλά η μέση αξία να παρουσιάζει αύξηση!

Οι καταναλωτές δείχνουν να πιστεύουν ότι ο φορητός υπολογιστής είναι ακόμη χρήσιμος και βασικό κομμάτι της καθημερινότητας τους. Ενδεχομένως, για το Facebook, τα social media ακόμη και για το email τους να προτιμούν να χρησιμοποιούν το smartphone τους, αλλά όταν χρειάζεται να εργαστούν το laptop συνεχίζει να είναι απαραίτητο.

Όπως είναι και για να αποθηκεύσουν αρχεία ή να δουν μία ταινία στις διακοπές τους.

Γενικότερα, αυτό που φαίνεται είναι πως το laptop θα παραμείνει ανάμεσα μας για αρκετά ακόμη χρόνια. Ενδεχομένως, να δούμε νέες μορφές του (σ.σ. form factors), να δούμε πιο ισχυρά μοντέλα αλλά θα είναι εδώ.

Μία άμεση αλλαγή θα είναι η δυνατότητα να είναι συνεχώς συνδεδεμένα και να είναι έτοιμα να χρησιμοποιηθούν μέσα σε 1-2 δευτερόλεπτα, το αποκαλούμενο always on, always connected. Όπως δηλαδή, συμβαίνει με τα smartphones. Και σίγουρα θα δούμε να συγχρονίζονται ακόμη περισσότερο με τα smartphones.

Το μόνο βέβαιο είναι πως το laptop θα είναι ένα από τα κυριότερα συστατικά στοιχεία του ψηφιακού οικοσυστήματος όλων των καταναλωτών αλλά και των επιχειρήσεων.

Netflix   Η τηλεοπτική εμπειρία είναι πλέον παγκόσμια....

 

Πολύς λόγος έχει γίνει τις τελευταίες εβδομάδες γύρω από το Netflix. Κάτι οι δηλώσεις του Τεντ Σαράντος (σ.σ. ο ελληνικής chief content officer της πλατφόρμας) που αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο για ελληνική παραγωγή, κάτι η συνεργασία με τη Wind και η συγκεκριμένη υπηρεσία βρέθηκε για τα καλά στο προσκήνιο στη χώρα μας.

Το Netflix είναι η υπηρεσία που άλλαξε και συνεχίζει να αλλάζει τις τηλεοπτικές συνήθειες μας. Ακόμη και στην Ελλάδα ο αριθμός των συνδρομητών του αυξάνεται με αρκετά γρήγορους ρυθμούς και αυτό δείχνει κάτι: ότι ακόμη και στη χώρα μας, υπάρχουν καταναλωτές που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν για βλέπουν περιεχόμενο.

Aρκεί να είναι καλό και επιπλέον η εμπειρία θέασης να είναι εξαιρετική. Το Netflix ανταποκρίνεται και στα δύο αυτά κριτήρια.

Όταν μιλάμε για τις αλλαγές που έχει φέρει, πολλοί νομίζουν ότι περιορίζεται στο ότι η θέαση από γραμμική έχει γίνει πλέον on demand. Πλέον, δεν περιμένεις να δεις το περιεχόμενο τη στιγμή που θέλει ο υπεύθυνος ροής του προγράμματος ενός τηλεοπτικού σταθμού.

Βλέπεις, αυτό που θες τη στιγμή που το θες. Μεγάλη αλλαγή σίγουρα, αλλά έχω την αίσθηση ότι το Netflix έχει καταφέρει κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον: να κάνει την τηλεοπτική εμπειρία περισσότερο παγκόσμια.

Ένα από τα ατού του Netflix είναι ότι δίνει έμφαση -και επενδύει εκατοντάδες εκατομμύρια- σε τοπικές παραγωγές. Το Narcos ή το Dark δεν γυρίστηκαν στα αγγλικά, αλλά στα ισπανικά και στα γερμανικά αντίστοιχα. Και παρ’ όλα αυτά έχουν πάει εξαιρετικά καλά σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το Casa de Papel (Money Heist ή Τρελή Ληστεία) είναι ισπανική παραγωγή αλλά σαρώνει στην Ευρώπη και όχι μόνο. Το Netflix έμαθε τους Αμερικάνους ότι υπάρχουν και άλλες περιοχές του κόσμου που έχουν δημιουργούς με ιστορίες με παγκόσμια απήχηση. Και αυτοί οι δημιουργοί δεν χρειάζεται να πάνε στο Χόλιγουντ για να γίνουν γνωστοί παγκοσμίως.

Ούτε χρειάζεται να γυρίσουν ταινίες ή σειρές στα αγγλικά. Μπορούν να το κάνουν στη γλώσσα που προτιμούν.

Η τεχνολογία έχει, φυσικά, βοηθήσει, καθώς πλέον o μεταγλωτισμός και οι υπότιτλοι είναι πολύ εύκολο να «συνοδεύουν» το περιεχόμενο. Ο χρήστης του Netflix έχει πολλαπλές επιλογές όσον αφορά τη γλώσσα που θα μιλούν οι ηθοποιοί, όπως και τις γλώσσες των υπότιτλων. Και όλα αυτά προσφέρονται την πρώτη μέρα που «ανεβαίνει» μία ταινία.

Ένα άλλο στοιχείο που αξίζει να σταθεί κανείς στην περίπτωση του Netflix σχετίζεται με τον συνδυασμό τεχνολογίας και περιεχομένου. Τo Netflix δεν είναι απλά μία εταιρεία περιεχομένου και ψυχαγωγίας με ένα εξαιρετικό τμήμα τεχνολογίας. Ούτε μία εταιρεία τεχνολογίας με εξαιρετικό τμήμα περιεχομένου.

Είναι μία εταιρεία και τεχνολογίας και περιεχομένου. Η ισορροπία που έχει επιτευχθεί είναι άλλωστε και το μυστικό της επιτυχίας του συγκεκριμένου εγχειρήματος.

Φωνητικές αγορές Αγοράζοντας με τη …φωνή μας

Ποιο θα είναι η επόμενη μεγάλη τάση στο χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου; Αυτή είναι μία από τις ερωτήσεις που απασχολούν όλους όσους ασχολούνται με το χώρο των online πωλήσεων.

Μερικές φορές, πάντως, η απάντηση βρίσκεται στις τάσεις που βλέπουμε στον ευρύτερο χώρο των ψηφιακών τεχνολογιών και συσκευών. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή μία από τις βασικές τάσεις σχετίζεται με τη χρήση περισσότερο «φυσικών» μεθόδων για την επικοινωνία μας με τις διάφορες ψηφιακές συσκευές.

Τα πληκτρολόγια είναι πολύ πρακτικά και χρήσιμα και θα συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται για την δημιουργία περιεχομένου αλλά η αφή και η φωνή δείχνουν να είναι οι μέθοδοι που προτιμούν όλο και περισσότεροι καταναλωτές.

Ειδικά, η φωνή δείχνει να είναι από τα μεγάλα στοιχήματα των παγκόσμιων κολοσσών. Η εξέλιξη των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν μία σειρά από φορητές συσκευές, τις οποίες ορισμένοι αποκαλούν «έξυπνα ηχεία», οι οποίες μπορούν να δεχθούν φωνητικές εντολές και να «αντιδράσουν» σε αυτές.

Πιο γνωστά μοντέλα το Amazon Echo και το Google Home, με το πρώτο να σου δίνει τη δυνατότητα ακόμη και να κάνεις αγορές με τη χρήση φωνητικών εντολών μέσω φυσικά του Amazon.com!

Τέτοιου είδους συσκευές δεν έχουν έρθει ακόμη στην Ελλάδα αλλά είναι βέβαιο ότι θα έρθουν πιο σύντομα από ότι περιμένει κανείς.

Και μπορεί η δυνατότητα για αγορές με τη χρήση της φωνής να είναι σχετικά περιορισμένη αλλά δεν απέχει και πολύ η ημέρα που θα μπορείς να κλείνεις εισιτήρια για τον κινηματογράφο λέγοντας απλά: «θέλω 3 εισιτήρια για τη βραδινή παράσταση της τάδε ταινίας». Και στη συνέχεια απλά να «συζητάς» με τη συσκευή για τη σειρά που προτιμάς!

Κάποιοι θα πουν ότι είναι ένα σενάριο αρκετά μακρινό, αλλά νομίζω ότι αν πριν από 10 χρόνια υποστήριζες ότι το 2018 το μόνο που θα χρειάζεσαι είναι ένα κινητό τηλέφωνο για να καλύψεις όλες τις ανάγκες σου, πολλοί θα σου έλεγαν ότι υπερβάλλεις.

Πλέον, όμως, είναι πραγματικότητα και δεν νοείται site που να μην είναι mobile responsive ώστε να προσφέρει την καλύτερη δυνατή εμπειρία.

Το ίδιο συμβαίνει και με τη φωνή. Μπορεί να είναι νωρίς αλλά σιγά σιγά όλοι όσοι ασχολούνται με το ηλεκτρονικό εμπόριο θα πρέπει να αρχίσουν να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους το γεγονός ότι δεν είναι και πολύ μακριά η ημέρα που οι αγορές θα γίνονται και φωνητικά.

Κάτι που επηρεάζει διάφορα σημεία και τομείς της σχέσης με τον πελάτη αλλά και των υποδομών και των καναλιών υποστήριξης του online καταστήματος.

Και μάλλον είναι καλύτερα να ξεκινήσεις να σκέφτεσαι τις αλλαγές που πρέπει να κάνεις σχετικά νωρίς προκειμένου ούτε να βρεθείς προ εκπλήξεων ούτε να χρειάζεται να «τρέχεις» για να προλάβεις -για μία ακόμη φορά- τη νέα τάση που αλλάζει.

Άλλωστε, το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει αποδειχθεί ότι είναι πλέον ένας αγώνας δρόμου…

Πληρώνοντας με …δεδομένα

Η αίσθηση που έχει ο περισσότερος κόσμος είναι ότι στο Διαδίκτυο η πρόσβαση στο περιεχόμενο και σε υπηρεσίες είναι χωρίς κανένα κόστος.

Φυσικά, δεν αναφέρομαι σε υπηρεσίες όπως είναι το Spotify και το Netflix, αλλά σε εφαρμογές όπως είναι το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Και με αφορμή την υπόθεση του Facebook και την αγωνία πολλών για τα προσωπικά δεδομένα, θα πρέπει πλέον να αναρωτηθούμε: πόσοι θα πλήρωναν συνδρομή στο Facebook ή στη Google για το Gmail για μία έκδοση τους που δεν θα συγκέντρωνε και αξιοποιούσε προσωπικά δεδομένα;

Είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρον να χρησιμοποιείς το Facebook για να καταγγείλεις το …Facebook ότι «κλέβει» τα προσωπικά δεδομένα σου! Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να υπερασπιστώ το Facebook ή τη Google ή τον όποιο άλλο μεγάλο κολοσσό της τεχνολογίας έχει καταλήξει να εξελιχθεί σε Big Brother.

Αλλά αναρωτιέμαι πόσο διατεθειμένοι είμαστε να πληρώνουμε για υπηρεσίες που είναι πλέον βασικό κομμάτι της καθημερινότητας μας προκειμένου να μην χρησιμοποιεί κανείς δεδομένα που παράγουμε εμείς.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τις εταιρείες που αξιοποιούν τα δεδομένα δεν τις ενδιαφέρουν τα «απόλυτα» προσωπικά δεδομένα μας, ήτοι ότι ονομάζομαι Δημήτρης Μαλλάς και μένω στην τάδε διεύθυνση και έχω γεννηθεί τη δείνα ημερομηνία.

Περισσότερο τους ενδιαφέρει ότι ένας άνδρας που είναι μεταξύ 40 και 50 ετών, μένει στην Αθήνα κάνει συγκεκριμένες επιλογές και ακόμη πιο συγκεκριμένες αναζητήσεις. Με αυτά τα δεδομένα μπορούν να του προτείνουν να αγοράσει προϊόντα ή να κάνει χρήση υπηρεσιών που βρίσκονται -θεωρητικά τουλάχιστον- πιο κοντά στις προτιμήσεις του.

Πιο πιθανό είναι να δεις μία διαφήμιση για ανδρικά πορτοφόλια, αν έχεις κάνει μία σχετική αναζήτηση, παρά μία για ανδρικά παπούτσια.

Τα παραπάνω παραδείγματα είναι, φυσικά, αρκετά απλοϊκά αλλά δείχνουν γιατί υπάρχουν τόσες πολλές υπηρεσίες και τόσο πολύ περιεχόμενο που διατίθεται δωρεάν στο Διαδίκτυο.

Η Google, το Facebook, η Amazon, η Apple και αρκετές ακόμη εταιρείες έχουν κέρδη δεκάδες δισ. δολάρια αξιοποιώντας τα δεδομένα που συγκεντρώνουν από τη χρήση των δωρεάν υπηρεσιών τους. Μόνο που τελικώς τίποτα δεν είναι δωρεάν στο Διαδίκτυο, όπως έχει αποδειχθεί πολλάκις.

Το πραγματικό ερώτημα είναι αν είμαστε έτοιμοι -προκειμένου να προστατεύσουμε τα προσωπικά δεδομένα μας- να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε αυτές τις δωρεάν υπηρεσίες. Δεν είμαι και τόσο βέβαιος.

Στο παρελθόν, έχουν υπάρξει αρκετές σχετικές προσπάθειες, οι οποίες στέφθηκαν με απόλυτη αποτυχία. Γενικώς, δεν είναι διόλου απλό να πείσεις κάποιον καταναλωτή να πληρώσει για κάτι που είχε ως τώρα δωρεάν. Έστω και αν αυτό το δωρεάν, δεν ήταν καθόλου δωρεάν…

Η κυριαρχία των αλγορίθμων

Στην εποχή του Netflix και του Spotify πολλοί είναι εκείνοι που νομίζουν ότι πριν από αυτές τις πλατφόρμες κανείς δεν είχε δοκιμάσει να προσφέρει υπηρεσίες συνδρομητικές υπηρεσίες με video ή/και μουσικό περιεχόμενο.

Πρόκειται για μία αρκετά λανθασμένη εντύπωση. Αντίστοιχες προσπάθειες είχαν υπάρξει και μάλιστα πολλές, αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ήταν παταγώδεις αποτυχίες.

Ενδεχομένως, κάποιος να πει ότι η διαφορά των Netflix – Spotify με τις προηγούμενες προσπάθειες να ήταν ότι πλέον υπάρχουν συνδέσεις που προσφέρουν πολύ καλύτερες ταχύτητες λήψης δεδομένων και επιπλέον οι καταναλωτές έχουν ωριμάσει.

Διαφωνώ. Η μεγάλη διαφορά είναι η προσέγγιση που ακολουθούν τόσο το Netflix όσο και το Spotify. Και η διαφορά είναι ότι χρησιμοποιούν αλγόριθμους προκειμένου να προτείνουν περιεχόμενο στον χρήστη της υπηρεσίας τους. Ήτοι δεν τον αφήνουν να ψάξει μόνος του αλλά του κάνουν οι ίδιοι προτάσεις. Και η εμπειρία βελτιώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Η πραγματική μαγεία του Netflix και του Spotify δεν είναι ότι υπάρχει εξαιρετικά πολύ διαθέσιμο περιεχόμενο. Ο πιο ελκυστικός λόγος για να χρησιμοποιήσει κανείς μία από τις δύο υπηρεσίες δεν είναι άλλος από το ότι έχεις τη δυνατότητα να ανακαλύψεις περιεχόμενο που σου αρέσει αλλά ενδεχομένως δεν το ήξερες.

Βέβαια, θα πρέπει οι προτάσεις να είναι και σωστές. Και εκεί παίζει ρόλο ο αλγόριθμος που χρησιμοποιείται. Είναι ο τομέας όπου εταιρείες όπως το Netflix, το Spotify, η Google και η Amazon δίνουν ιδιαίτερη προσοχή και έμφαση. Γιατί πλέον δεν φθάνει να έχεις τα στοιχεία και τις προτιμήσεις του καταναλωτή.

Θα πρέπει να μπορείς και να του παρέχεις περιεχόμενο, προτάσεις κ.ά. πολύ γρήγορα και με τον σωστό τρόπο προκειμένου όχι μόνο να τον κρατήσεις αλλά και να τον κάνει πιστό πελάτη. Σημειωτέον πως δεύτερη ευκαιρία δεν έχεις. Αν δεν πετύχεις τον συγκεκριμένο στόχο με την πρώτη, δύσκολα θα σε ξαναδοκιμάσει ο καταναλωτής.

Netflix και Spotify πέτυχαν ακριβώς αυτό: οι προτάσεις τους να είναι κοντά στις προτιμήσεις των χρηστών τους, να τους δίνουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν καινούριο περιεχόμενο και να έχουν μία πολύ καλύτερη εμπειρία.

Οι αλγόριθμοι είναι το κλειδί της επιτυχίας σε δύο από τα μεγαλύτερα success stories των ‘10s όσον αφορά όχι μόνο τον χώρο του Διαδικτύου αλλά ολόκληρο τον κλάδο της ψυχαγωγίας και της διασκέδασης. Γιατί οι συγκεκριμένες δύο υπηρεσίες έχουν αλλάξει καθοριστικά τον τρόπο με τον οποίο ψυχαγωγούμαστε. Και ίσως γι’ αυτό θα πρέπει να αρχίσουμε να μιλάμε για την εποχή των αλγορίθμων.

Η σημασία του ήχου

Η σημασία του ήχου

Ποια είναι η κατηγορία προϊόντων τεχνολογίας που συνήθως παίρνει μικρή δημοσιότητα αλλά παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης; Κλασική ερώτηση θα μου πείτε αν και στην προκειμένη περίπτωση η απάντηση που θα ήθελα να δώσω εγώ είναι απλή: τα προϊόντα που σχετίζονται με τον ήχο!

Ακουστικά, ηχεία και γενικότερα οτιδήποτε έχει σχέση με το κομμάτι της μουσικής απόλαυσης δείχνει να παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια. Μία βόλτα από φυσικά ή ηλεκτρονικά καταστήματα νομίζω πως είναι κάτι παραπάνω από αρκετή για να σας πείσει.

Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι πλέον βλέπουμε και νέες κατηγορίες προϊόντων, όπως είναι, για παράδειγμα, τα ασύρματα φορητά ηχεία που έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα δημοφιλή και στην Ελλάδα.

Όσοι ασχολούνται με το χώρο του Διαδικτύου θα πρέπει πάντως και αυτοί να ασχοληθούν λίγο παραπάνω με το κομμάτι του ήχου. Και αυτό γιατί οι απαιτήσεις των καταναλωτών αρχίζουν πλέον και αυξάνονται και στο συγκεκριμένο κομμάτι.

Το MP3 και γενικά τα format συμπίεσης είναι πολύ δημοφιλή διότι πολύ απλά μειώνουν σημαντικά τον όγκο ενός μουσικού αρχείου.. Όμως, το MP3, όπως και άλλα αντίστοιχα formats (π.χ. το AAC που χρησιμοποιεί η Apple στο iTunes) είναι ένα πρότυπο συμπίεσης που οδηγεί σε «απώλεια» όσον αφορά στην ποιότητα και αυτό είναι σημαντικό μειονέκτημα για τους λάτρεις της ποιοτικής μουσικής, οι οποίοι αρχίσουν να στρέφονται στη χρήση νέων formats, όπου δεν υπάρχουν «απώλειες».

Τα πρότυπα όπως το MP3 είναι γνωστά ως lossy compression formats και ουσιαστικά σε αυτές τις περιπτώσεις ο χρήστης αποδέχεται ότι θα υπάρχουν απώλειες στην ποιότητα του ήχου προκειμένου το μέγεθος του αρχείου να είναι πιο εύκολα στην μεταφορά του.

Βέβαια, υπάρχουν διάφορα επίπεδα «απώλειας» και σε αρκετές περιπτώσεις το τελικό αποτέλεσμα είναι τέτοιο που το μη εξασκημένο αυτί να μην είναι σε θέση να κατανοήσει τις διαφορές που υπάρχουν.

Από την άλλη πλευρά, όσο μικρότερες είναι οι απώλειες τόσο μεγαλύτερο είναι το αρχείο με ότι και αν αυτό συνεπάγεται.

Για όσο καιρό οι ταχύτητες που υποστήριζε το Διαδίκτυο δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλές, τα formats συμπίεσης ήταν η κατάλληλη λύση προκειμένου να είναι εφικτή η αποστολή αρχείων μεταξύ των χρηστών.

Επιπλέον, ο αποθηκευτικός χώρος στις φορητές συσκευές δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος οπότε το ΜΡ3 ήταν το κατάλληλο format για να έχει κάποιος σε ένα music player με 2 ή 4 GB αποθηκευτικό χώρο έναν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό τραγουδιών.

Όμως, τα τελευταία χρόνια οι απαιτήσεις των χρηστών όσον αφορά την ποιότητα της μουσικής έχουν αρχίσει να αυξάνονται με αποτέλεσμα να αναζητηθούν τρόποι ώστε οι «απώλειες» στην ποιότητα να περιοριστούν όσο το δυνατόν περισσότερο.

Έτσι, έκαναν την εμφάνιση τους τα αποκαλούμενα lossless compression formats. Και εδώ υπάρχει συμπίεση των δεδομένων κατά την αρχική μετατροπή από το πρωτότυπο αρχείο στο ψηφιακό αρχείο. Όμως, οι αλγόριθμοι που χρησιμοποιούνται είναι τέτοιοι που επιτρέπουν όταν το αρχείο αναπαράγεται να υπάρχει μία διαδικασία «ανακατασκευής» στην αρχική μορφή με αποτέλεσμα οι απώλειες να είναι πολύ περιορισμένες.

Το πιο γνωστό format σε αυτή την κατηγορία είναι το FLAC (Free Lossless Audio Codec), το οποίο συμπιέζει ένα αρχείο κατά 50%-60% αλλά μετά επιτρέπει την «ανακατασκευή» του με τέτοιο τρόπο ώστε η ποιότητα να είναι πολύ κοντά στην αρχική.

Αν και το FLAC είναι διαθέσιμο εδώ και 10 χρόνια, άργησε πολύ να γίνει δημοφιλές. Ο λόγος είναι πως δεν υπάρχουν πολλές εφαρμογές αναπαραγωγής πολυμέσων που να το υποστηρίζουν, κάτι που άρχισε να γίνεται μόλις τα τελευταία χρόνια με πιο γνωστή εφαρμογή του VLC.

Επιπλέον, η Apple δεν υποστήριζε –και συνεχίζει να μην το κάνει- την αναπαραγωγή αρχείων FLAC στις φορητές συσκευές της εκτός και αν ο χρήστης χρησιμοποιούσε ειδική εφαρμογή. Ένας λόγος ήταν επειδή προωθούσε το δικό της αντίστοιχο format, γνωστό παλαιότερο ως Apple Lossless, το οποίο έχει πλέον μετονομαστεί σε ALAC (Apple Lossless Audio Codec).

Αυτά τα δύο formats, μαζί με το WMA Lossless, είναι τα τρία πρότυπα που χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο για όσους θέλουν όσο το δυνατόν καλύτερη ποιότητα μουσικής οποιαδήποτε συσκευή και αν χρησιμοποιούν. Και απ’ ότι φαίνεται θα μας απασχολούν όλο και περισσότερο τα επόμενα χρόνια.

 

Image
Image

Follow Us

Image
Image
Image
Image
Εγγραφή στο Newsletter
Εγγραφή στο Newsletter

Θα λαμβάνετε κάθε εβδομάδα τα πιο hot άρθρα στο email σας!

Image
Image

Πρόσφατα άρθρα Επωνύμως…

Image
Image

See also from Verticom

News Portals

Categories Menu

Site Menu

Image

Κόμβος πληροφόρησης για θέματα και εφαρμογές που αφορούν στις ψηφιακές τεχνολογίες και το Ηλεκτρονικό Επιχειρείν.

Stay in Touch

Εγγραφείτε

Διεύθυνση εταιρείας

Ευμολπιδών 23
118 54, Αθήνα

Γενικές πληροφορίες

info@verticom.gr
(+30) 210 924 55 77

Αρθρογραφία

Διαφήμιση

© 2025 WebWorldNews. All Rights Reserved.Design & Development by Verticom

Search