Στο προηγούμενο σημείωμά μου αναφέρθηκα στο γεγονός ότι αυτό που μετρά για πολλούς καταναλωτές δεν είναι η παράδοση την ίδια ή την επόμενη μέρα της παραγγελίας τους, αλλά η παράδοση όποτε και όπου το επιθυμούν αυτοί.
Παράλληλα, όμως, έχει σημασία να δούμε μία ακόμη πολύ σημαντική και ενδιαφέρουσα τάση. Αυτής της άμεσης παράδοσης προϊόντων. Και φυσικά, δε μιλάμε για την παραγγελία φαγητού ή καφέ, αλλά για τη δυνατότητα που προσφέρουν αρκετές πλατφόρμες -οι οποίες ξεκίνησαν από το χώρο των παραγγελιών φαγητού ή καφέ- να παραδίδουν είδη σούπερ μάρκετ (και όχι μόνο) άμεσα στον πελάτη τους.
Προς το παρόν, η έμφαση που δίνεται είναι στα «είδη παντοπωλείου», με τις πλατφόρμες είτε να συνεργάζονται με αλυσίδες σούπερ μάρκετ, είτε να έχουν δημιουργήσει οι ίδιες τη δική τους «αλυσίδα». Τα εισαγωγικά είναι γιατί το μοντέλο σε αυτή την περίπτωση περιλαμβάνει τη δημιουργία των αποκαλούμενων «dark stores», ήτοι κλειστών στο κοινό, μικρών καταστημάτων, που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για παραδόσεις αγαθών στους πελάτες της εκάστοτε πλατφόρμας.
Ο ανταγωνισμός στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι τόσο στις τιμές, όσο στο χρόνο παράδοσης. Ο στόχος είναι τα 15 λεπτά και κάποιοι υποστηρίζουν ότι τον πετυχαίνουν, αλλά γενικώς δεν είναι και τόσο εύκολο και συνήθως οι περισσότεροι «παίκτες» μπορούν να διεκπεραιώνουν τις παραγγελίες μέσα σε διάστημα μίας ώρας. Οι καταναλωτές δείχνουν ικανοποιημένοι από αυτό το μοντέλο, το οποίο αναμένεται να μας απασχολήσει αρκετά τα επόμενα χρόνια. Χωρίς να σημαίνει ότι θα δούμε να εγκαταλείπεται το φυσικό κατάστημα. Απλά, ο καταναλωτής θα έχει πολλαπλές επιλογές, το οποίο είναι και το ζητούμενο.
Παράλληλα, όμως, αυτό το μοντέλο του «insta delivery» μπορεί να αποδειχθεί μία μεγάλη ευκαιρία για μικρού μεγέθους καταστήματα που λειτουργούν σε γειτονιές και δεν μπορούσαν μέχρι τώρα να εξυπηρετούν πελάτες σε άλλες περιοχές της ίδιας πόλης - αν μιλάμε για κάποιο από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Μία τέτοια επιχείρηση μπορεί, ενδεχομένως, να έχει καλή παρουσία στα ψηφιακά κανάλια, αλλά μέχρι τώρα δεν μπορούσε να εξυπηρετεί άμεσα και γρήγορα πελάτες που δεν βρίσκονται πολύ κοντά της. Φανταστείτε, ένα κατάστημα που είναι στο Μαρούσι και παίρνει μία παραγγελία από τη Γλυφάδα. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να αποστείλει την παραγγελία την ίδια ημέρα, ή στο επόμενο δίωρο. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί την επόμενη μέρα.
Όμως, αυτό μπορεί και να αλλάξει, γιατί αρχίζουμε να βλέπουμε πλατφόρμες που προσφέρουν αυτή τη δυνατότητα εξυπηρέτησης με χαμηλό αντίτιμο. Δηλαδή, να δίνουν τη δυνατότητα στο κατάστημα στο Μαρούσι να εξυπηρετήσει έναν πελάτη στη Γλυφάδα μέσα σε ένα δίωρο. Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για φαγητό ή καφέ, αλλά αν ο πελάτης θέλει, για παράδειγμα, ένα συγκεκριμένο ρούχο και το θέλει άμεσα και το θέλει από το συγκεκριμένο μαγαζί, γιατί όχι;
Το insta delivery είναι μεν κάτι που εστιάζει στα είδη σούπερ μάρκετ σε αυτή τη φάση, αλλά τα μοντέλα και οι ευκαιρίες είναι πολλές. Και σταδιακά θα δούμε ακόμη περισσότερες ιδέες να κάνουν την εμφάνισή τους. Ίσως όταν θα μπορούμε να κάνουμε παραδόσεις με drones!
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Εσείς μπορεί να τα έχετε ξεχάσει σε κάποιο βαθύ συρτάρι της μνήμης σας, αλλά επειδή scripta manent (που έλεγαν και οι Λατίνοι), «τα γραπτά μένουν», δηλαδή και συνεχίζουν να ορίζουν την ψηφιακή τύχη μας, ως Έλληνες και Ευρωπαίοι. Ποια γραπτά; Αυτά που αποφασίστηκαν πριν από δυο χρόνια, σχετικά με την πορεία και τους στόχους της ψηφιακής δεκαετίας (2020-2030) και φρόντισε να επαναβεβαιώσει η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της τρέχουσας τσεχικής προεδρίας της ΕΕ.
Με το ένα πέμπτο αυτής της δεκαετούς διαδρομής να είναι ήδη παρελθόν, ίσως θα έπρεπε όλοι να ξαναθυμηθούμε τους βασικούς στόχους που τέθηκαν τότε με σκοπό η Ενωμένη Ευρώπη να μείνει μέσα στο έντονα ανταγωνιστικό παιχνίδι (βλέπε, power game) αν όχι για την κυριαρχία σε αναπτυξιακό / οικονομικό / κοινωνικό επίπεδο με την αξιοποίηση της προηγμένης τεχνολογίας, τουλάχιστον για το μη-καπέλωμα από Ασιάτες και Αμερικανούς, που επίσης έχουν ανάλογους στόχους και προσπαθούν να τους πετύχουν με κάθε θεμιτό (και συχνά αθέμιτο) μέσο.
Για την Ευρώπη, οι στόχοι άμεσης προτεραιότητας, με ορίζοντα το 2030, είναι τέσσερις: η εξασφάλιση του ψηφιακού αλφαβητισμού -βασικές ψηφιακές γνώσεις- για το μεγαλύτερο μέρος (ποσοστό τουλάχιστον 80% στις ηλικίες 16-74) του πληθυσμού της, η ανάπτυξη αθροιστικά 10.000 κλιματικά ουδέτερων και ψηφιακά ασφαλών τερματικών κόμβων σε όλες τις χώρες – μέλη, η μετάβαση ποσοστού άνω του 75% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στο cloud με παράλληλη αξιοποίηση Big Data και Τεχνητής Νοημοσύνης και, τέλος, η έμπρακτη επιβεβαίωση ότι εννιά στις δέκα μικρομεσαίες επιχειρήσεις (που, άλλωστε, αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» της ευρωπαϊκής οικονομίας) θα αξιοποιούν ως τότε τουλάχιστον τις βασικές δυνατότητες που μας παρέχει η ψηφιακή τεχνολογία.
Σ’ αυτά τα πολύ χρήσιμα θα πρέπει να προστεθεί (για να «δέσει το γλυκό» του ψηφιακού μετασχηματισμού των εθνικών, αλλά και της ευρωπαϊκής οικονομίας) η εξασφάλιση της εύκολης, γρήγορης και οικονομικά προσιτής πρόσβασης του συνόλου των πολιτών στις βασικές δημόσιες υπηρεσίες, στο πλαίσιο του εκδημοκρατισμού της καθημερινότητάς μας. Για όλα αυτά, βεβαίως, ήδη δοκιμάζονται (και κάποια έχουν τεθεί πλέον σε κανονική λειτουργία) τα ανάλογα κανονιστικά πλαίσια, τόσο σε κεντρικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, ενώ έχουν εγκριθεί τα αντίστοιχα χρηματοδοτικά προγράμματα (πολλά από αυτά, με συμβολή και του ιδιωτικού τομέα) και έχουν αρχίσει να διανέμονται χρήματα στους δικαιούχους, ώστε να προχωρήσουν στην υλοποίηση.
Για να φρεσκάρουμε τη μνήμη μας, το «μονοπάτι» (ή ο οδικός χάρτης, αν προτιμάτε) για την ψηφιακή (και «πράσινη», ας μην ξεχνάμε τον δεύτερο εξίσου σημαντικό πυλώνα, που θα διασφαλίσει -όπως ελπίζουμε- τη βιωσιμότητα όχι μόνο αυτών των φιλόδοξων σχεδίων, αλλά και την υγεία του πλανήτη μας, για τις επόμενες γενιές) ανακοινώθηκε από την πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα ΦονΝτερ Λάιεν, τον Σεπτέμβρη του ’21. Νωρίτερα, τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου, είχε παρουσιαστεί η «πυξίδα» (Compass), το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ως το 2030, με τέσσερις πυλώνες: τις υποδομές, τις δεξιότητας, τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις.
Πιο αναλυτικά, σ’ ό,τι αφορά στις υποδομές, η Επιτροπή επιδιώκει συνδεσιμότητα Gigabit αλλά και 5G για όλους, ενίσχυση σε διψήφιο μερίδιο της εγχώριας παραγωγής ημιαγωγών, τα 10.000 nodes που ήδη αναφέραμε, αλλά και λειτουργία των πρώτων κβαντικών υπολογιστών. Για τις δεξιότητες, εκτός από το 80% των ψηφιακά «εγγράμματων» προβλέπει και αύξηση των ICT Specialists άνω των 20 εκατ., με υψηλό ποσοστό συμμετοχής γυναικών, ενώ στον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων σημαντικός στόχος είναι η ενίσχυση της καινοτομίας. Τέλος, όσον αφορά στην ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του δημόσιου τομέα, η Επιτροπή επιδιώκει το ποσοστό κάλυψης να φτάσει το 100% και το ίδιο να συμβεί για την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψηφιακής υγείας (eHealth) .
Φυσικά, όπως έχει αποδείξει σε πολλές ακόμα περιπτώσεις (το έχουμε ξαναγράψει, άλλωστε, πως τα τελευταία χρόνια, η τάση είναι η Αμερική να καινοτομεί και η Ευρώπη να θέτει το νομικό πλαίσιο και τους κανόνες), η ΕΕ επιμένει και σ’ αυτό το ψηφιακό «μονοπάτι» στις αξίες της: στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη στήριξη της δημοκρατίας, αλλά και την εξασφάλιση πως όλοι οι εμπλεκόμενοι σ’ αυτό λειτουργούν με υπευθυνότητα και ασφάλεια.
Επτά και τούτο μένουν, λοιπόν, για να δούμε αν θα πιάσουμε (κάτι που όλοι το ευχόμαστε, βεβαίως) αυτούς τους στόχους.
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Ένας από τους τομείς όπου τα τελευταία δύο χρόνια βλέπουμε τις μεγάλες αλυσίδες λιανικής με σημαντική online παρουσία και τα marketplaces να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, είναι αυτός του χρόνου παράδοσης μίας παραγγελίας.
Όλοι έχουν βάλει ως στόχο να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο το χρόνο που απαιτείται προκειμένου μία παραγγελία να παραδοθεί στον καταναλωτή. Οι περισσότεροι έχουν καταφέρει να διασφαλίσουν παράδοση την επόμενη ημέρα, τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, ή ακόμη και σε πανελλαδικό επίπεδο. Υπάρχουν και ορισμένες περιπτώσεις όπου μπορεί κάποιος καταναλωτής να παραλάβει ακόμη και μέσα στην ίδια μέρα. Όμως, είναι αυτό που πραγματικά θέλουν οι καταναλωτές;
Η αφορμή για αυτό το σημείωμα, προήλθε από ορισμένα σχόλια του κ. Γιάννη Βασιλάκου, Αντιπροέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της Dixons SouthEast Europe (Κωτσόβολος) στην προ ολίγων ημέρων παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων της εταιρείας. Ο κ. Βασιλάκος υποστήριξε ότι ο πραγματικός στόχος θα πρέπει να είναι να μπορείς να παραδώσεις την ώρα και στο σημείο που θέλει ο καταναλωτής. Όποτε και όπου και αν είναι αυτό. Για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, η Κωτσόβολος είναι από τις αλυσίδες που παραδίδει την επόμενη ημέρα, ή ακόμη και μέσα στην ίδια ημέρα.
Η άποψή μου είναι πως ο κ. Βασιλάκος έχει δίκιο. Και το λέω αυτό από προσωπική εμπειρία. Αν ζεις μόνος σου σε ένα σπίτι και είσαι πολλές ώρες εκτός αυτού, πολλές φορές δεν θέλεις να σου παραδώσουν την επόμενη μέρα. Ειδικά από τη στιγμή που σε ελάχιστες περιπτώσεις μία εταιρεία παραδίδει την παραγγελία σου μέσα στο δίωρο που δηλώνει (εάν το δηλώνει). Και συνήθως το κάνει το πρωί της ημέρας παράδοσης, όταν εσύ έχεις ήδη κάνει τον προγραμματισμό της ημέρας.
Αυτός είναι και ο λόγος που είμαι θερμός υποστηρικτής των smart lockers. Γιατί, πολύ απλά, μπορείς να παραλάβεις την παραγγελία σου όποτε εσύ το επιθυμείς - αν και είναι προφανές ότι θα προτιμούσα να την παραλάβω στο σπίτι μου, απλά την ημέρα και την ώρα που θα είμαι σπίτι.
Επιπλέον, σε περιπτώσεις όπως αυτές των καταστημάτων ηλεκτρικών ειδών, υπάρχει και μία ακόμη παράμετρος: αυτή της εγκατάστασης της συσκευής. Για παράδειγμα, εάν παραγγείλεις ένα κλιματιστικό, δε θες μόνο να σου το παραδώσουν την ημέρα και ώρα που το θες. Επιθυμείς να σου το φέρουν και να σου το εγκαταστήσουν τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Φανταστείτε να έχεις παραγγείλει ένα κλιματιστικό, να σου έρθει μεν την επόμενη μέρα αλλά για την εγκατάσταση να χρειάζεσαι να περιμένεις 2-3 ημέρες, ή περισσότερες. Και ας πούμε ότι στα κλιματιστικά το έχουν περίπου καταφέρει να τα κάνουν μαζί. Γίνεται το ίδιο και με το ψυγείο ή το πλυντήριο; Ή γενικότερα με τις μεγάλες οικιακές συσκευές; Ή με έπιπλα που θέλουν συναρμολόγηση;
Θα πει κανείς πόσο δύσκολος μπορεί να είναι ο συνδυασμός; Πιο δύσκολος από όσο μπορείτε να φανταστεί κανείς. Αν δεν είναι ο ίδιος άνθρωπος αυτός που κάνει την παράδοση και την εγκατάσταση, τότε οι παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι τόσοι, που η άσκηση γίνεται εξαιρετικά δύσκολη και απαιτεί αλγόριθμους και γρήγορη πρόσβαση σε πολλαπλά «ημερολόγια» για να επιλυθεί. Συν το ότι πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του τι γίνεται με την κίνηση, αλλά και το ενδεχόμενο ο πελάτης να ζητήσει την τελευταία στιγμή κάποια αναβολή του ραντεβού εγκατάστασης...
Βέβαια, η τεχνολογία θα βρει σύντομα κάποια λύση και σύντομα θα δούμε και τέτοιου είδους υπηρεσίες. Και ίσως εκεί να είναι ο πραγματικός ανταγωνισμός. Γιατί, τελικά, το ζητούμενο είναι να προσφέρεις τη βέλτιστη εμπειρία στον πελάτη σου.
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Όταν οι οικοδεσπότης αυτής της στήλης ήταν μικρό παιδί, πάντα πίστευε τους μεγαλύτερους όταν του έλεγαν πως μάθαιναν και ήξεραν τα πάντα, γιατί τους τα έλεγε «ένα γαλάζιο πουλάκι». Κάμποσες δεκαετίες αργότερα, ομολογώ πως ξαφνιάστηκα όταν ένα «γαλάζιο πουλάκι», που έλεγε αν όχι τα πάντα τουλάχιστον πολλά, μπήκε στη ζωή μας.
Το Twitter -περί αυτού ο λόγος- ζει τους τελευταίους μήνες τη δική του «τρικυμία», με τον κροίσο που πήγε κι έμπλεξε θέλοντας και μη, αφού εκείνος πήγε γυρεύοντας.
Κι όπως ο οικοδεσπότης σας είχε εξαρχής προβλέψει, έτσι και έγινε: ο πλουσιότερος άνθρωπος σ’ αυτόν τον πλανήτη, που όμως τυχαίνει να έχει την πιο αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά την οποία μπορεί να φανταστεί κανείς, υπαναχώρησε από την πρότασή του να αγοράσει το μικρότερο (σε σχέση με τα άλλα) πλην δεόντως προβεβλημένο μέσο κοινωνικής δικτύωσης, προβάλλοντας μια όχι και τόσο ισχυρή νομικά δικαιολογία. Συγκεκριμένα, ότι η ηγεσία του Twitter δεν του παρέδωσε ακριβή στοιχεία για τους ψεύτικους λογαριασμούς στο σύνολο των χρηστών – η μεν επιμένει ότι δεν ξεπερνάνε το 5%, ο δε πιστεύει ότι μπορεί να φτάνουν και το 20%...
Μα, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα (η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου, που λένε, η -πιο σωστά- του ενός δισεκατομμυρίου, αφού αυτή είναι η ρήτρα αθέτησης της συμφωνίας, είτε από τη μια πλευρά, είτε από την άλλη, η οποία διακυβεύεται πλέον) σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι αυτό ακριβώς, δηλαδή, η αδυναμία να ξεχωρίσουν τους κανονικούς χρήστες από τα bots!
Κι εκεί δείχνει να χωλαίνει η υπεράσπιση του Μασκ: από τη μια, είναι αδύνατο να μη γνωρίζει αυτός, ένας «ψημένος» άνθρωπος της πιάτσας, ή έστω το επιτελείο του, το μέγα πρόβλημα που ταλανίζει τους πάντες, κι από την άλλη, αν υποθέσουμε ότι έχει δίκιο, πώς μπορεί να αποδείξει με κάποια αναγνωρισμένη μεθοδολογία και χειροπιαστά νούμερα ότι δεν λέει την αλήθεια η ηγεσία του Twitter, που «σβήνει» καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες bots, επιμένοντας σ’ αυτό το όριο; Κι αμέσως μετά την επίσημη ανακοίνωση εκ μέρους των δικηγόρων του Μασκ, ότι αποσύρονται από τη συμφωνία των 44 δισ. $, του διεμήνυσε ότι «θα τα πούμε στα δικαστήρια», δηλαδή, θα κινηθεί νομικά εναντίον του, κατηγορώντας τον ότι αθέτησε τη συμφωνία τους!
Τώρα, μεταξύ μας, οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ περίμεναν αργά ή γρήγορα μια τέτοια αρνητική εξέλιξη και οι λόγοι δεν έχουν να κάνουν, βέβαια, με τα πολλά ή λίγα bot ανάμεσα στους χρήστες του Twitter. Απλώς, στους λίγους μήνες από την υποβολή της πρότασης ως τώρα, οι συνθήκες στην αγορά άλλαξαν, τα (οικονομικά και μη) περιθώρια στένεψαν και το πιθανότερο πλέον είναι να μη βγαίνει η πολυσυζητημένη εξαγορά για τον Μασκ.
Ο οποίος είναι αλήθεια ότι προσπάθησε να διαμορφώσει κλίμα υπέρ αυτού στην κοινή γνώμη (προβάλλοντας την επιθυμία του να «ανοίξει» το Twitter σε περισσότερο κόσμο) και αποπειράθηκε να αξιοποιήσει οικονομικά την πρόταση εξαγοράς (αλλά χωρίς αποτέλεσμα, το αντίθετο μάλιστα – έχασε χρήματα, λόγω πτώσης των τιμών στις μετοχές των δικών του εταιριών, με πρώτη την Tesla). Όμως, στο τέλος ομολόγησε ότι ήθελε να βγάλει το «γαλάζιο πουλάκι» από το Χρηματιστήριο, παραμένοντας ο κύριος και αφέντης του (κι εκεί έγινε «πάρτι» αντιδράσεων, γιατί κάτι τέτοιο θεωρήθηκε πλήγμα στην με κόπο κερδισμένη έστω και μικρή ανεξαρτησία του).
Βλέπετε, η ως τώρα εμπειρία του Μασκ ήταν με εταιρίες παροχής προϊόντων και υπηρεσιών που έχουν πελάτες / χρήστες, εν πολλοίς παθητικούς. Στην περίπτωση του Twitter αυτό δεν ισχύει, καθώς εκεί οι χρήστες είναι παράλληλα και δημιουργοί / πάροχοι περιεχομένου που, προφανώς, θέλουν να έχουν λόγο σ’ ό,τι αφορά στη διαχείρισή του. Με τον ίδιο να δηλώνει ότι θέλει να κάνει το Twitter «καταφύγιο για την ελευθερία της έκφρασης» κι επίσης να επιτρέψει στον «κομένο» πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να επιστρέψει στην πλατφόρμα, δεν χρειάζονταν περισσότερα για να ξεσηκωθούν οι χρήστες, εκφράζοντας την ανησυχία τους ότι θα επικρατήσουν πλέον ρητορική μίσους και παραπληροφόρηση.
Αν δεν υπάρξει κάποιος οικονομικός συμβιβασμός (δύσκολο, με τις θέσεις που έχουν ήδη πάρει οι δυο πλευρές), προβλέπεται μακρύς, επίπονος και δαπανηρός δικαστικός αγώνας. Κι αν ο Μασκ μπορεί, με τα χρήματα που έχει, να αντιμετωπίσει μια τέτοια εξέλιξη, το Twitter σίγουρα θα δυσκολευτεί. Ήδη, η μετοχή του σημείωσε πτώση κι έγιναν κάποιες απολύσεις. Παρόλα αυτά, ο μεγαλύτερος χαμένος (ηθικά, κατ’ αρχήν) θα είναι αυτός. Δύσκολοι καιροί για κροίσους – πολύ περισσότερο, όταν είναι παρορμητικοί και αψυχολόγητοι…
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Η είδηση ότι η Deutsche Telekom δημιουργεί ένα κέντρο έρευνας και ανάπτυξης στη Θεσσαλονίκη δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Ήταν κάτι που είχε ακουστεί εδώ και αρκετές εβδομάδες. Μάλιστα, οι αρχικές πληροφορίες ανέφεραν ότι ο γερμανικός τηλεπικοινωνιακός όμιλος σκόπευε να προσλάβει 300 άτομα από την Ελλάδα για να στελεχώσουν το κέντρο, συν τα περίπου 300 άτομα που θα έρθουν από το εξωτερικό, καθώς ουσιαστικά πρόκειται για μία «μεταφορά» μέρους του κέντρου που είχε η DT στην Αγία Πετρούπολη.
Τελικά, ο αριθμός των προς πρόσληψη Ελλήνων έπεσε στους 200. Ενδεχομένως, γιατί πολύ απλά δεν είναι πλέον και τόσο εύκολο να βρεις τόσο κόσμο, όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλες πόλεις στην Ελλάδα. Η έλευση ουκ ολίγων πολυεθνικών εταιρειών που δημιουργούν τμήματα έρευνας και ανάπτυξης στη χώρα μας και προχωρούν σε προσλήψεις αρκετών εκατοντάδων ατόμων που έχουν, φυσικά, τις κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες, έχει δημιουργήσει ένα πρόβλημα που πριν από 10-15 χρόνια δε θα το σκεφτόμασταν καν: η προσφορά ανθρώπινου δυναμικού να είναι μικρότερη από τη ζήτηση!
Η αναζήτηση ανθρώπινου "ταλέντου" είναι ένα ζήτημα που απασχολεί όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά πολλές χώρες σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Πολλοί υποστηρίζουν ότι με αυτό τον τρόπο μπορούμε να προσελκύσουμε πίσω τους Έλληνες που έφυγαν την περασμένη δεκαετία λόγω της κρίσης. Αλλά αυτό δεν είναι και τόσο απλό, υπό την έννοια ότι οι χώρες που πήγαν τους χρειάζονται και οι εκεί εταιρίες είναι διατεθειμένες να πληρώσουν κάτι παραπάνω για να τους κρατήσουν.
Στην Ελλάδα βλέπουμε ότι η ζήτηση για ανθρώπους με τις κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες να είναι τεράστια. Και δε μιλάμε μόνο για developers, αλλά και άλλες ειδικότητες. Οι μηχανικοί δικτύων, για παράδειγμα, δέχονται καθημερινά -μέσω LinkedIn- τουλάχιστον μία προσφορά για εργασία. Οι digital marketeers επίσης έχουν μεγάλη ζήτηση. Γενικότερα, το να βρεις τους κατάλληλους επαγελματίες δεν είναι και τόσο εύκολο.
Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για τις μικρότερες επιχειρήσεις που δυσκολεύονται πλέον να κρατήσουν τους ανθρώπους τους. Και σε πολλές περιπτώσεις, δεν είναι μόνο οι καλύτεροι μισθοί αλλά και οι συνθήκες εργασίας και οι παροχές που τους δίνουν οι «μεγάλοι».
Η κατάσταση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει για αρκετό καιρό. Πολύ απλά, γιατί η ψηφιακή εποχή έχει άλλες ανάγκες σε σχέση με το παρελθόν. Τα πανεπιστήμια και οι διάφορες σχολές δεν έχουν προλάβει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα, οπότε η ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, όσον αφορά ανθρώπους με ψηφιακές δεξιότητες, θα αργήσει να επανέλθει.
Και στο μεταξύ, οι πιο μικρές επιχειρήσεις θα πρέπει να ζήσουν με την ανησυχία ότι θα χάνουν εύκολα τους ανθρώπους τους. Πως μπορούν να το αντιμετωπίσουν; Ένας τρόπος είναι να αλλάξουν τη νοοτροπία τους. Και να δουν πως μπορούν να προσφέρουν στους εργαζόμενους τους καλύτερες συνθήκες εργασίας, περισσότερες παροχές και διευκολύνσεις. Για παράδειγμα, δεν μπορείς να απαιτείς πλέον ο εργαζόμενος σου να έρχεται κάθε μέρα στο γραφείο, αν αυτό δεν είναι απαραίτητο. Ούτε να καθυστερείς να του πληρώσεις το εξοδολόγιο. Και πρέπει να του δίνεις τη δυνατότητα να βελτιωθεί, ώστε να κάνει το επόμενο βήμα.
Γενικώς, η κατάσταση είναι ιδιόμορφη. Και για τις πιο μικρές επιχειρήσεις, η αλλαγή που πρέπει να κάνουν είναι πολύ πιο μεγάλη, καθώς σχετίζεται με τη διαμόρφωση μίας νέας κουλτούρας. Κάτι που στην Ελλάδα, δεν είναι διόλου εύκολο.
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Brain drain από τις ΗΠΑ; Αμέ! Σε καιρούς ευαίσθητους και «ρευστούς», σαν τους σημερινούς, που ακόμα κι η παραμικρή αφορμή προκαλεί παλιρροϊκά κύματα (για τα γνωστά μας τσουνάμι, λέω) στον χώρο του ανθρώπινου δυναμικού, τα πάντα μπορούν να συμβούν – ακόμα και brain drain από τη Γη της Επαγγελίας, όσον αφορά στις ευκαιρίες και τις προοπτικές που το ίδιο το σύστημα ανοίγει, σχετικά εύκολα.
Όμως, οι ανατροπές που προκάλεσε τα τελευταία χρόνια η πανδημία, δεν έχουν ακόμα αφομοιωθεί από την κοινωνία, η οποία δεν έχει ηρεμήσει – η σκόνη δεν έχει «κάτσει». Η τρικυμία συνεχίζει να κυριαρχεί σε συναισθήματα και αποφάσεις, αλλάζοντας τα μυαλά (και τις πορείες) των ανθρώπων, που όλο και πιο συχνά αποφασίζουν να αλλάξουν ζωή…
Η «Μεγάλη Παραίτηση» αποτελεί πλέον πραγματικότητα για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, με περισσότερο προβληματική την κατάσταση στις ΗΠΑ (απ’ όπου και ξεκίνησε αυτό το κίνημα), χωρίς να διαφαίνεται κάποια λύση στον ορίζοντα. Κι είναι λογικό, όταν η χώρα μετράει ήδη πάνω από ένα εκατομμύριο νεκρούς, όταν φίλοι, συνεργάτες και συγγενείς χάνουν με «συνοπτικές διαδικασίες» τη ζωή τους από την Covid, πολλοί, μα πάρα πολλοί να αναθεωρούν παγιωμένες απόψεις, να αναρωτιούνται αν αξίζει τον κόπο να ακολουθούν τον (συνήθη στις ΗΠΑ) δρόμο της σκληρής δουλειάς, χωρίς να χαίρονται τις χαρές της ζωής.
Έτσι, διεκδικούν βελτιώσεις στην καθημερινότητά τους, απαιτούν έναν υβριδικό τρόπο δουλειάς (όπου αυτό είναι εφικτό, βέβαια, ανάλογα με το επάγγελμα του καθενός) και σημαντική ελευθερία, τόσο όσον αφορά στο ωράριο, όσο και στην επιλογή του τόπου δουλειάς – κι αν δεν τα βρίσκουν, παραιτούνται και «πάνε για άλλες Πολιτείες»…
Κι αν το δημοφιλές (παρότι λίγο παλιακό, πιά) ελληνικό τραγούδι προφανώς αναφέρεται σε άλλες χώρες και νέους τόπους, σε νέα ξεκινήματα, στην Αμερική υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτή η παρότρυνση να βγει αληθινή, προσθέτοντας νέα προβλήματα στις μεγάλες επιχειρήσεις (ανάμεσά τους και πολλές τεχνολογικές), όσον αφορά στο φθίνον, έτσι κι αλλιώς, ανθρώπινο δυναμικό τους.
Σαν να μην έφταναν οι ελλείψεις προσωπικού σε συγκεκριμένους κλάδους, οι ειδήμονες σ’ αυτά τα θέματα αναμένουν πλήθος αιτήματα και σημαντικό αριθμό μετακινήσεων γυναικών εργαζομένων από Πολιτείες ελεγχόμενες από Ρεπουμπλικάνους σε άλλες, ελεγχόμενες από τους Δημοκρατικούς, ως απόρροια της απόφασης του αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου, που έδωσε στις πρώτες τη δυνατότητα να απαγορεύσουν (υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις) τις αμβλώσεις, ξεσηκώνοντας θύελλα διαμαρτυριών και αντιδράσεων.
Οι περισσότερες μεγάλες τεχνολογικές εταιρίες -για τις οποίες τέτοιου είδους μετακινήσεις θα προκαλούσαν πολλά προβλήματα- προσφέρθηκαν αμέσως να καλύψουν τα έξοδα ολιγοήμερων ταξιδιών στις «ελεύθερες» Πολιτείες, όταν παραστεί ανάγκη, όμως μάλλον θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες προκλήσεις, όσον αφορά στα επεκτατικά σχέδιά τους στις «ανελεύθερες», αλλά και τη διαχείριση των δεδομένων των εργαζομένων τους, αν τους ζητηθούν από τις αρχές, όπως τους δίνει το δικαίωμα ο νόμος… Μάλιστα, η Google δεσμεύτηκε πριν από λίγες ημέρες να διαγράφει τα στοιχεία γεωεντοπισμού γυναικών που επισκέπτονται κλινικές γι’ αυτόν τον λόγο. Όμως, από την άλλη, οι εργαζόμενες αποκτούν ξαφνικά μια κάθε άλλο παρά ευπρόσδεκτη εξάρτηση από τους εργοδότες τους, με τους οποίους πρέπει να μοιραστούν τόσο ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα…
Και σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, έχουμε τον τελευταίο καιρό και τη «σφήνα» εκ μέρους του Καναδά, που μπαίνει κι αυτός στον αγώνα για τη διεκδίκηση του (αμερικανικού και όχι μόνο) ταλέντου. Με την ελπίδα ότι πολλοί (και κυρίως πολλές) θα σκεφτούν να περάσουν το σύνορο με τις ΗΠΑ, ενώ περισσότεροι θα έρθουν από άλλες χώρες, έχει αρχίσει να προσφέρει δελεαστικά κίνητρα και να χαλαρώνει τη νομοθεσία του σε θέματα μετανάστευσης (υπό ειδικές περιπτώσεις).
Κι απ’ ό,τι φαίνεται με επιτυχία, αφού πέρυσι ο Καναδάς δέχτηκε τους περισσότερους νέους μετανάστες στην ιστορία του, ενώ το αντίστοιχο νούμερο στις ΗΠΑ μειώθηκε κατά 50%... Μάλιστα, απ’ ό,τι γράφτηκε στα ΜΜΕ, η κυβέρνηση Τριντό ανακοίνωσε τον περασμένο Απρίλιο ότι την ερχόμενη πενταετία θα προικίσει με σχεδόν 800 εκατ. $ μια κρατική υπηρεσία, η οποία θα επενδύει σε καινοτομικές λύσεις από τους χώρους της επιστήμης και της τεχνολογίας, με στόχο η χώρα να διεκδικήσει πρωταγωνιστική θέση στη διεθνή αγορά..
Τρέχουμε, τώρα, λέμε!
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
H πανδημία της COVID-19 θεωρήθηκε ότι λειτούργησε ως ψηφιακός επιταχυντής για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η πραγματικότητα είναι πως πολλές επιχειρήσεις έκαναν σημαντικά βήματα για την ψηφιακή αναβάθμισή τους, αλλά παράλληλα, ένα μεγάλο ποσοστό δεν έκανε και πολλά πράγματα.
Αν δει κανείς τα στοιχεία από την πρόσφατη σχετική έρευνα του ELTRUN για λογαριασμό της Cosmote, θα καταλάβει ότι ναι μεν υπήρξαν θετικά σημάδια, αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμη. Γιατί προσωπικά, μου κάνει εντύπωση ότι μόλις το 24% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα έχει ηλεκτρονικό κατάστημα με την αύξηση να είναι μόλις 7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2020. Θα περίμενε κανείς ότι τα ποσοστά θα ήταν υψηλότερα. Και όχι μόνο στη συγκεκριμένη περίπτωση χρήσης ψηφιακής τεχνολογίας, αλλά και σε πολλές ακόμη.
Η άποψη ότι οδηγούμαστε σε μία κατάσταση όπου θα έχουμε επιχειρήσεις πολλών ταχυτήτων υπάρχει και ενδεχομένως να έχει και βάση. Και η δημιουργία ενός ψηφιακού χάσματος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι κάτι που δε θα είναι επωφελές για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό και είναι κρίσιμο -κατά την άποψή μου- να σπεύσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να επενδύσουν στην ψηφιακή αναβάθμισή τους.
Πολλές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι δεν έχουν τις κατάλληλες ψηφιακές δεξιότητες. Στην πραγματικότητα, όμως, το μόνο που πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι που έχουν αυτές τις επιχειρήσεις, είναι να καθίσουν λίγο και να διαβάσουν. Στο Διαδίκτυο μπορείς να βρεις τα πάντα και επίσης υπάρχει τεράστιος όγκος σχετικού περιεχομένου που «ανεβάζουν» διάφορες εταιρείες και οργανισμοί. Περιεχόμενο που, μάλιστα, είναι και δωρεάν.
Κάποιες άλλες, υποστηρίζουν ότι δεν έχουν τα κεφάλαια για να κάνουν την κίνηση αυτή. Αν αυτό ισχύει, τότε απλά θα πρέπει να μπουν στο https://digitalsme.gov.gr και να κάνουν την αίτηση για να αποκτήσουν voucher που τους χρηματοδοτεί την απόκτηση ψηφιακών εργαλείων. Είναι ένα νέο πρόγραμμα στο πλαίσιο του Ελλάδα 2.0, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε όσους θεωρούν ότι δεν έχουν τα απαραίτητα κεφάλαια. Η επιδότηση είναι της τάξεως του 90% και εκτιμώ ότι θα πρέπει να την αξιοποιήσουν άπαντες που θέλουν πραγματικά να αναβαθμιστούν ψηφιακά.
Βέβαια, ενδεχομένως, το πραγματικό πρόβλημα να είναι η νοοτροπία. Σε πολλές μικρές επιχειρήσεις, η άποψη των επιχειρηματιών είναι ότι «αυτά δεν είναι για εμάς» και «εμείς δεν τα χρειαζόμαστε» ή, πολύ απλά, «εγώ ξέρω καλύτερα». Όμως, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ζούμε σε μία εποχή όπου οι ψηφιακές τεχνολογίες έχουν εισέλθει σε κάθε κομμάτι της καθημερινότητάς μας και αλλάζουν και όλους τους κλάδους της οικονομίας. Και αυτό θα πρέπει όλες οι μικρές επιχειρήσεις και οι επιχειρηματίες να το λάβουν πολύ σοβαρά υπόψιν τους.
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Θέλουμε-δεν θέλουμε, μας αρέσει-δεν μας αρέσει, στο εξής θα ζήσουμε ολοένα και περισσότερο σε online mode (το έχω ξαναγράψει αυτό, αλλά πρέπει πλέον να το πιστέψουμε), καθώς ο ψηφιακός μετασχηματισμός δεν αγγίζει μονάχα επιχειρήσεις και οργανισμούς, αλλά κι εμάς, τους χρήστες – καταναλωτές – πολίτες, που αλληλοεπιδρούμε με όλα αυτά. Κάτι που -όπως επίσης έχουμε ξαναγράψει- έχει τα πλεονεκτήματά του, αλλά και τους κινδύνους του...
Η αναφορά, προφανώς, στους κυβερνοκινδύνους, οι οποίοι πολλαπλασιάστηκαν στη διάρκεια της πανδημίας και αποτελούν πλέον πάγια απειλή για όλους. Οι στατιστικές (τουλάχιστον για τις επιθέσεις που ανακοινώνονται, καθώς υπάρχουν κι αρκετές που «θάβονται» ή άλλες που δεν έχουν ακόμα αποκαλυφθεί, προς μεγάλη χαρά των κακόβουλων) επιβεβαιώνουν ότι «ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται»…
Φυσικά, υπάρχει κι ο αντίλογος: οι «φύλακες έχουν γνώσιν» πλέον και, τον τελευταίο καιρό, είναι έντονη η δραστηριοποίηση των αρμόδιων φορέων για την κάλυψη των κενών ασφαλείας, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο – για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας, ENISA, που εδρεύει στη χώρα μας, διοργάνωσε πρόσφατα διήμερη πολυεθνική άσκηση με τη συμμετοχή 27 χωρών, με στόχο τη ρεαλιστική προσομοίωση δεκάδων σεναρίων απειλών και αντιδράσεων εκ μέρους των αμυνομένων. Τα αποτελέσματά της, έπειτα από δίμηνη επεξεργασία, θα αξιοποιηθούν στη διαμόρφωση επικαιροποιημένων κανόνων ασφαλείας από την ENISA αλλά και τη διαμόρφωση πολιτικής σε θέματα κυβερνοασφάλειας από τις χώρες-μέλη. Μάλιστα, λίγες ημέρες αργότερα πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα και σχετικός διαγωνισμός, με μεικτές ομάδες νέων ειδικών σ’ αυτόν τον τομέα, από την Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική. Τα αποτελέσματα του 1ου International Challenge ανακοινώθηκαν στις 17 Ιουνίου και την πρώτη θέση κατέκτησε η ομάδα της Ευρώπης, στην οποία συμμετείχαν δυο Έλληνες.
Από προετοιμασίες και δράσεις, λοιπόν, πάμε καλά! Όμως κι η «αντίπερα όχθη» κάνει τις δικές της κινήσεις, που, αν πιστέψουμε την καλή και έγκυρη εταιρία ερευνών Gartner, είναι πολλές και διάφορες, με ευρύτατο πεδίο εφαρμογής. Όλα αυτά διερεύνησε το Security & Risk Management Summit της εταιρίας, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Σίδνεϋ, καταλήγοντας σε οκτώ συμπεράσματα – προβλέψεις που επιμένει ότι θα βρούμε μπροστά μας, μέσα στην επόμενη τετραετία. Λένε οι αναλυτές της Gartner, για παράδειγμα, ότι ως το τέλος του ’23, πάνω από 5 δισ. πολίτες (στους οποίους αντιστοιχεί το 70% του παγκόσμιου ΑΕΠ), θα καλύπτονται, όσον αφορά στο απόρρητο των προσωπικών τους δεδομένων, από το γνωστό μας GDPR – μ’ άλλα λόγια, η Ευρώπη έχει ανοίξει το δρόμο για την προστασία των «ακριβών» (με ή χωρίς εισαγωγικά) δεδομένων μας.
Μια άλλη πρόβλεψη είναι ότι, την επόμενη τριετία, τέσσερις στις πέντε επιχειρήσεις θα έχουν ενοποιημένη στρατηγική με κοινό πάροχο, όσον αφορά στην ασφάλεια σε web, cloud services και εφαρμογές, ενώ το 60% των οργανισμών θα υιοθετήσουν τη στρατηγική zero trust, αν και πάνω από τους μισούς δεν πρόκειται να πετύχουν πολλά, τουλάχιστον στην αρχή… Ως το 2025, επίσης, το 60% των οργανισμών θα θεωρούν την κάλυψη από κινδύνους σε θέματα κυβερνοασφάλειας ως προαπαιτούμενο στις εμπορικές συναλλαγές και γενικότερα τις συνέργειές τους με τρίτους. Σύμφωνα με τους ερευνητές της Gartner, σήμερα μονάχα το 23% των υπευθύνων ασφαλείας οργανισμών παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο την έκθεση των συνεργατών τους σε τυχόν επιθέσεις στον κυβερνοχώρο.
Η εταιρία ερευνών καταπιάνεται και με το «φλέγον» θέμα του λυτρισμικού (ransomware), το οποίο ταλαιπωρεί τα τελευταία χρόνια μεγάλες επιχειρήσεις κι οργανισμούς, προβλέποντας ότι ως το 2025 σε τουλάχιστον το ένα τρίτο των κρατών ανά τον κόσμο, θα έχει θεσπιστεί κανονιστικό πλαίσιο που θα ρυθμίζει τις σχετικές διαπραγματεύσεις, πληρωμές, αλλά και τα πρόστιμα, ανάλογα με τον καταλογισμό ευθυνών. Στα επόμενα τρία χρόνια, επίσης, το οικοσύστημα του ΙοΤ θα αναδειχθεί σε προτιμώμενο στόχο των κακόβουλων, χωρίς να αποκλείεται ακόμα ο κίνδυνος ανθρώπινων ζωών από τη δράση τους.
Στον αντίποδα -και ως απόρροια του σοκ της πανδημίας- η Gartner θεωρεί βέβαιο ότι σχεδόν τρεις στους τέσσερις CEO θα έχουν διαμορφώσει την αναγκαία κουλτούρα στους οργανισμούς τους, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση ενός συνδυασμένου πλέγματος απειλών, οι οποίες ξεκινούν από τον κυβερνοχώρο και την πολιτική αστάθεια και φτάνουν ως τις μείζονες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Τέλος, οι ερευνητές πιστεύουν πως ως το 2026, οι C-level executives θα έχουν ειδικές δεσμεύσεις στα συμβόλαιά τους, σχετικά με την αντιμετώπιση κυβερνοαπειλών. Για να δούμε πόσα από αυτά θα βγουν αληθινά…
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες ειδήσεις των τελευταίων εβδομάδων ήταν αυτή που έκανε η Skroutz για τη νέα του υπηρεσία Fulfilled by Skroutz. Και ο λόγος, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι διότι αυτή η κίνηση δείχνει ότι και στην Ελλάδα κινούμστε προς την τάση που θέλει τα marketplaces να έχουν πολύ πιο ενεργό ρόλο στη συνολική αλυσίδα μίας παραγγελίας.
Πρακτικά, το Skroutz κινείται προς την κατεύθυνση της Amazon. Τι κάνει με τη συγκεκριμένη υπηρεσία; Δίνει τη δυνατότητα στα συνεργαζόμενα καταστήματα να μην έχουν καν δικές τους αποθήκες. Ίσως να μη φαίνεται αυτό εκ πρώτης όψεως, αλλά προς τα εκεί βαδίζει, προς το μοντέλο που έχει υλοποιήσει ήδη η Amazon.
Οι αποθήκες μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα για οποιαδήποτε επιχείρηση λιανικής. Δεν είναι τυχαίο ότι άπαντες επενδύουν στο κομμάτι των αποθηκών. Αν δει κανείς τις επενδύσεις της Κωτσόβολος, της Public, του Πλαισίου αλλά και της Skroutz σε αυτό τον τομέα, θα καταλάβει τι εννοώ.
Όμως, η επένδυση είναι μεγάλη, το ίδιο και το κόστος της λειτουργίας της. Οπότε, αν μία επιχείρηση λιανικής δεν έχει τον απαραίτητο όγκο των παραγγελιών, ίσως να μη την συμφέρει να επενδύσει. Ιδίως αν είναι σε έναν τομέα που υπάρχει εποχικότητα στις πωλήσεις ή μεταβάλλεται αρκετά γρήγορα. Η χρήση αποθηκών τρίτων είναι μία αρκετά καλή πρόταση. Το ίδιο ισχύει γενικότερα και με την «εκχώρηση» της αποστολής και γενικότερα της διεκπεραίωσης μίας παραγγελίας σε τρίτους.
Από την άλλη πλευρά, σε ένα τέτοιο σενάριο, το κατάστημα δεν έχει τον πλήρη έλεγχο της εμπειρίας του πελάτη. Βασίζεται σε κάποιον τρίτο, όπως, εν προκειμένω στο Skroutz, ή στο Public, ή στο Shopflix, που επίσης προσφέρουν αντίστοιχες υπηρεσίες, προκειμένου να διεκπεραιώσει μία παραγγελία. Και αυτό έχει κάποιο ρίσκο, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις το ρίσκο είναι πολύ περιορισμένο, καθώς τέτοιου είδους marketplaces μπορούν πιο εύκολα να εγγυηθούν για μία γρήγορη παράδοση, χωρίς προβλήματα.
Σε αυτή την περίπτωση, το κατάστημα θα πρέπει να διαφοροποιηθεί με άλλους τρόπους. Με την τιμή, με ένα καλύτερο web site, με το να προσφέρει πιο προσωποποιημένες υπηρεσίες στους πελάτες του. Βέβαια, εάν έχει προτιμήσει να μην έχει δικό του e-shop και να πουλά αποκλειστικά μέσω ενός marketplace (κάτι που κάνουν αρκετά συνεργαζόμενα καταστήματα με το Skroutz) τότε οι παράγοντες διαφοροποίησης συνήθως περιορίζονται στον εξής έναν: την τιμή. Και η προσωπική άποψή μου -και ως καταναλωτής- είναι ότι με αυτόν τον τρόπο είναι πολύ δύσκολο ένα ηλεκτρονικό κατάστημα να έχει πελάτες που θα το προτιμούν σταθερά. Γιατί θα έχει πελάτες που επιλέγουν μόνο με βάση την τιμή. Αλλά αυτό είναι θέμα στρατηγικής επιλογής.
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
O οικοδεσπότης αυτής της στήλης έχει αναπτύξει μια (καλή ή κακή, εσείς θα το κρίνετε) συνήθεια: μια πάγια και σταθερή ερώτηση ανάμεσα στις πολλές που κάνει, στο πλαίσιο των (απροσδόκητα πολλών, τον τελευταίο καιρό) συνεντεύξεων που παίρνει, έχει να κάνει με το μέλλον: πού θα είμαστε και τι θα κάνουμε σε δέκα χρόνια από σήμερα στον χ,ψ,z (ανάλογα με την περίσταση, προφανώς, και με στόχο να πάρει μια ιδέα για τις τρέχουσες τάσεις) κλάδο ή δραστηριότητα.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ερωτώμενοι αρνούνται να απαντήσουν και να προχωρήσουν σε μια πρόβλεψη για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα – «κόψε κάτι… δέκα χρόνια είναι πολύ μεγάλη περίοδος… Με τον ρυθμό που τρέχουν τα πράγματα σήμερα, ποιος μπορεί να ξέρει τι θα γίνεται τότε;» Για να έρθει, αμέσως, η αντιπρόταση: «να σου πω τη γνώμη μου για την ερχόμενη διετία-τριετία, που είναι ασφαλέστερα τα πράγματα;»
Θέλοντας και μη, μετριάζω τις απαιτήσεις μου για να προχωρήσει η συζήτηση, όμως, το ερώτημα παραμένει; Πού οδεύουμε; σε ποιο «κόσμο» πάμε και πώς επηρεάζει τις εξελίξεις ο καταλυτικός συνδυασμός αφενός των νέων αναγκών που μας επέβαλε με το ζόρι η πανδημία, εισάγοντάς μας στην εποχή της νέας κανονικότητας, αφετέρου η εκθετική πρόοδος της τεχνολογίας, τόσο σε υποδομές, όσο και σε πλατφόρμες / εφαρμογές;
Για να είμαι ειλικρινής, ολοκληρωμένη απάντηση δεν έχω λάβει, ως τώρα – με μια μόνο εξαίρεση, από εκείνες που -όπως λένε, επιβεβαιώνουν τον κανόνα: η Μαρίλη Νίκα, μια νέα Ελληνίδα που ζει και εργάζεται ως επικεφαλής ερευνητικών ομάδων σε κορυφαίες τεχνολογικές εταιρίες (παλιότερα σε Facebook/Meta και πλέον στην Google) στο Σαν Φρανσίσκο, δεν δίστασε καθόλου (προφανώς, λόγω της θέσης της μπορεί να ομιλεί μετά λόγου γνώσεως) να απαντήσει στην ίδια, κλασική ερώτηση: «Στο μέλλον, ίσως και μέσα στην επόμενη δεκαετία -κι εδώ εκφράζω την προσωπική μου άποψη, ανεξάρτητα από το τι λένε οι εταιρίες- όλοι θα έχουμε μια παρουσία στο metaverse».
Σημείωσα τα λόγια της και τα ξαναθυμήθηκα μόλις λίγες ημέρες αργότερα, όταν διάβασα άρθρο σχετικό με την πορεία του metaverse στο πάντα έγκυρο αμερικανικό site, Axios. Που, ούτε λίγο ούτε πολύ, υπογράμμιζε ότι έχουμε ήδη εισέλθει στην εποχή του metaverse, κάθε μέρα προχωρούμε όλο και περισσότερο, μόνο που δεν πρόκειται να ζήσουμε κάποια μεγαλόπρεπη «πρεμιέρα» - όλα γίνονται σταδιακά, γι’ αυτό δεν μας ξενίζουν… Κι ίσως αυτό να είναι καλύτερο, υποστηρίζουν οι άνθρωποι του Axios, αφού μ’ αυτό τον ρυθμό οι καταναλωτές, ο δημόσιος τομέας όπως και οι κάθε λογής ακτιβιστές (σε κάθε δράση, πάντα υπάρχει και αντίδραση) έχουν τον χρόνο να ζυγίσουν τα πράγματα και να διαμορφώσουν τη θέση τους – είτε υπέρ, είτε κατά, αλλά και σε ποιόν βαθμό.
Βέβαια, για να «χωνέψουμε» τη νέα κατάσταση (και τον πρόσφατο χαρακτηρισμό του metaverse ως ‘embodied Internet’ - έσω Internet, άραγε; από τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ) θα πρέπει πρώτα να αποδεχθούμε τη χρήση του σχετικού headset επαυξημένης πραγματικότητας (AR) στην καθημερινότητά μας κι αυτό δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, όσο συναρπαστική κι αν ακούγεται (και είναι, αν δεν ζαλίζεστε, όπως εγώ έπειτα από κάποια λεπτά) η εμβύθιση (immersion) σε μια άλλη, διαφορετική πραγματικότητα. Λένε πως δεν είναι μακριά η ημέρα που θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ελαφρά γυαλιά, όχι πολύ μεγαλύτερα, βαρύτερα και ακριβότερα από αυτά που φοράμε σήμερα – κάποια μέρα, ίσως να μη χρειάζονται και καθόλου, αν βρεθεί πρόσφορη λύση και στο θέμα της ενέργειας που θα χρειάζονται… Για την ώρα, πάντως, αυτό είναι μακρινό όνειρο…
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι στην αγορά -έστω και σε δοκιμαστικό στάδιο- υπάρχουν σήμερα πολλές και διάφορες προσεγγίσεις του metaverse με συστήματα, που δεν «μιλάνε» κατ’ ανάγκην μεταξύ τους. Η διαλειτουργικότητα είναι ένα ακόμα σημαντικό θέμα στο οποίο είτε θα πρέπει να συμφωνήσουν οι κατασκευαστές τώρα, στην αρχή, είτε η αγορά (δηλ. όλοι εμείς) θα κληθεί να αποφασίσει μόνη της, αργότερα, για το ποιο τελικά θα επικρατήσει, συνδυάζοντας προδιαγραφές, διαθεσιμότητα, timing και οικονομικά δεδομένα. Προφανώς, ο ανταγωνισμός είναι σκληρός, γιατί «είναι πολλά τα λεφτά» - κάποιοι θα κερδίσουν και κάποιοι θα χάσουν. Γι’ αυτό και το meta-βατικό στάδιο, στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα, είναι μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδος. Θα μπορέσουν να μας πείσουν ότι αξίζει τον κόπο και το χρήμα;
Μοιραστείτε το άρθρο
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]
Εγγραφή στο Newsletter
Θα λαμβάνετε κάθε εβδομάδα τα πιο hot άρθρα στο email σας!
Πρόσφατα άρθρα
Δημοφιλή άρθρα
Categories Menu
Site Menu
Διεύθυνση εταιρείας
Ευμολπιδών 23
118 54, Αθήνα
Γενικές πληροφορίες
info@verticom.gr
(+30) 210 924 55 77