Ποιος θα σταματήσει την επέλαση των fake news;
Ειδικοί και δημοσιογράφοι χαρτογράφησαν το τοπίο και πρότειναν πρωτοβουλίες σε εκδήλωση του Τομέα Εταιρικών Υποθέσεων της ΕΕΔΕ
Τι σημαίνει ο όρος «fakenews»; Πότε εμφανίστηκε ως φαινόμενο; Γιατί οι άνθρωποι καταναλώνουν ψευδείς ειδήσεις; Και, τελικά, ποιος θα τις σταματήσει;
Αυτά ήταν μερικά μόνο από τα ερωτήματα στα οποία θέλησαν να δώσουν απαντήσεις οι δημοσιογράφοι και ειδικοί της επικοινωνίας που συμμετείχαν στην εσπερίδα με θέμα «Fake News.Ποιος θα τα σταματήσει;»
που διοργάνωσε τη Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017 στα Public Συντάγματος ο Τομέας Εταιρικών Υποθέσεων (ΤΕΥΠ) της ΕΕΔΕ.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με τους χαιρετισμούς των Βασίλη Λώλα, Πρόεδρου της Δ.Ε. του ΤΕΥΠ, Έλλης Παναγιωτοπούλου, Μέλους της Δ.Ε. του ΤΕΥΠ και Communication & Corporate AffairsManager της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας και Σίσσυς Ηλιοπούλου, Μέλους Ο.Ε. της εκδήλωσης και Group External Communication Manager της Coca-Cola Hellenic BottlingCompany.
Ο κ Λώλας εστίασε στο ότι τα fakenews επηρεάζουν τη φήμη και την εικόνα των εταιρειών,ενώ ηκ.Ηλιοπούλου δήλωσε ότι διαπίστωσαν με την κ. Παναγιωτοπούλου κατά την προετοιμασία της εκδήλωσης,πως πρόκειταιγια ζήτημα με πολλές και σύνθετες πλευρές, το οποίο, αν και παλιό, έχει διογκωθεί λόγω της «ψηφιακής έκρηξης» που βιώνουμε.
Την εισαγωγή στην έρευνα και την ιστορία των fakenews έκαναν αρχικά η Σόνια Χαϊμαντά, Διευθύντρια Σύνταξης Μέσων της DPG DigitalMedia, και ο Στάθης Χαϊκάλης, Πρόεδρος της Communication Effect.
Η πρώτη μίλησε για το ρόλο του επαγγελματία δημοσιογράφου απέναντι στην επέλαση των fakenews, ενώ ο δεύτερος αναφέρθηκε στις ρίζες του φαινομένου, την αγορά της επικοινωνίας και τα brands.
Η κ. Χαϊμαντά τόνισε αρχικά ότι το πρόβλημα των fakenewsδεν είναι θέμα του ψηφιακού συστήματος, αλλά διογκώθηκε από το διαδίκτυο, καθώς σήμερα το μέγα ζήτημα είναι η ταχύτητα, επομένως είναι δύσκολο να αναλάβει κάποιος την ευθύνη για τα όσα διαδίδονται, ενώ το κόστος των ψευδών ειδήσεων παραμένει μηδενικό.
«Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο» δήλωσε χαρακτηριστικά. Επικαλούμενη έρευνα του Kaspersky Lab, αποκάλυψε ότι το 12% των χρηστών στο Facebook ανεβάζει fake news, με το 14% αυτών να είναι άνδρες.
Παρουσιάζοντας το οικοσύστημα της παραπληροφόρησης, το οποίο αποτελείται από επτά τύπους παρά- και αντι-πληροφόρησης, η κ. Χαϊμαντά, τόνισε ότι «ο όρος fake news δεν αρκεί για να περιγράψει την πραγματικότητα - πρόκειται για μια σκόπιμη παραχάραξη ειδήσεων που έχει ως στόχο την ψυχαγωγία, το κέρδος, την προπαγάνδα, και την πολιτική επιρροή».
Τι μπορούμε, όμως, να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε τα fakenews, πριν καν αυτά δημιουργηθούν;
Σύμφωνα με την κ. Χαϊμαντά, οι ειδήσεις πρέπει να βασίζονται σε πρωτογενές υλικό, να μην υπόκεινται στη γραμμή του μέσου, να μην έχουν τίτλο που παραπληροφορεί, το κείμενο που δημοσιεύεται να είναι υπογεγραμμένο, να ελέγχονται οι πηγές και φυσικά, να κατέβει τελικά η είδηση αν διαπιστωθεί ότι είναι fake.
Στους καταναλωτές ειδήσεων προτείνει να κάνουν πρώτα ένα test, διαβάζοντας τα σχόλια κάτω από μία είδηση και μετά να της «χαρίζουν» το click τους.
«Τα fake news σκοτώνουν τα μυαλά των ανθρώπων!» Με αυτή την φράση του Tim Cook, CEO της Apple, ξεκίνησε την ομιλία του ο κ. Χαϊκάλης, τονίζοντας κι αυτός πως τα fake news δεν είναι καινούριο φαινόμενο.
Παρουσιάζοντας στοιχεία από την παγκόσμια έρευνα της Edelman «Τrust Barometer», φώτισε τις αιτίες της διόγκωσης των fakenews και της ολοένα περισσότερο αυξημένης κατανάλωσής τους από τους πολίτες.
Τα γεγονότα φαίνεται πώς έχουν, πλέον, λιγότερη σημασία, αφού ένας στους δυο πολίτες δηλώνει ότι θα υποστήριζε τους πολιτικούς που εμπιστεύεται για να βελτιώσει τη δική του ζωή και αυτή της οικογένειάς του, ακόμη και αν γνώριζε ότι εκείνοι διαστρέβλωναν την αλήθεια…
Την ίδια στιγμή, τα πάντα φιλτράρονται μέσα από τις προκαταλήψεις, αφού το 53% των πολιτών δεν δίνει σημασία σε ανθρώπους ή οργανώσεις, αν διαφωνεί μαζί τους.
Αυτό που σίγουρα προκαλεί εντύπωση, είναι η αποδοχή εκ μέρους του 52% των ερωτηθέντων, πως σπάνια αλλάζουν άποψη σε σημαντικά κοινωνικά ζητήματα.
«Οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τους ειδικούς - εμπιστεύονται περισσότερο τα άτομα που τους μοιάζουν, και μάλιστα σε ποσοστό 60% σε σύγκριση με το 37% που εμπιστεύεται τους CEO των εταιρειών και 27% τις κυβερνητικές πηγές», τόνισε.
Το γεγονός ότι οι άνθρωποι πιστεύουν ό,τι θέλουν ή ήδη δέχονται, επιβεβαιώνει και το βιβλίο «The Undoing Project» του Michael Lewis, στο οποίο επιστήμονες αιτιολογούν γιατί οι άνθρωποι τείνουν να αποδέχονται μη-λογικές θέσεις.
Ωστόσο, ούτε οι εταιρείες και τα brands δεν βρίσκονται στο απυρόβλητο, τόνισε ο κ Χαϊκάλης, καθώς φαίνεται πως πλέον μεταφέρονται από τον πολιτικό στον εταιρικό τομέα, μία ανησυχία που έχει εκφράσει και ο ίδιος ο Richard Edelman.
«Τα fake news υποβαθμίζουν τα μέσα που αποτελούν πλατφόρμες διαλόγου με αποτέλεσμα οι πολίτες και οι καταναλωτές να εμπιστεύονται ολοένα και λιγότερο τις ειδήσεις, τα μηνύματα και τις καμπάνιες, ενώ κάθε στιγμή μπορεί να «γεννηθεί» μια κρίση με αφετηρία κάποιες ψευδείς ειδήσεις», συμπλήρωσε.
Η εκδήλωση συνεχίστηκε με συζήτηση σε πάνελ, στο οποίο συμμετείχαν οι δημοσιογράφοι Σίσσυ Αλωνιστιώτου και Νίκος Ζαχαριάδης, η Μαριαλένα Σπυροπούλου, ψυχοθεραπεύτρια-συγγραφέας και η Νικόλ Ιωαννίδη, Corporate Affairs Manager της Vodafone, με συντονίστρια τη δημοσιογράφο, Ξένια Κουναλάκη.
Η κ. Αλωνιστιώτου τόνισε ότι τα fakenews έχουν διογκωθεί μέσα από την ελευθερία της πληροφορίας που έφερε το Ίντερνετ σε εκατομμύρια ανθρώπους, με αποτέλεσμα να υπάρχει πλέον απαξίωση του δημοσιογράφου, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει καταναλωτές που τον κατηγορούν για τα πάντα.
Ως επικεφαλής του MediaLiteracyInstitute τόνισε ότι «το “fact check” είναι προϋπόθεση για την καταπολέμηση των fakenews, αλλά όχι και λύση. «Οδηγούμαστε στο medialiteracy, να αναπτύξουμε δηλαδή την ικανότητα της κριτικής σκέψης, της ανάλυσης και της σωστής πρόσληψης των ειδήσεων.
Το κατηγορώ δεν αρκεί, θα πρέπει όλοι μας να διεκδικήσουμε ατομικά την ουσιαστική ενημέρωση», υπογράμμισε.
Η κ Ιωαννίδη μίλησε για την προσπάθεια της Vodafone να καταπολεμήσει ως εταιρεία τα fakenews, παίρνοντας την απόφαση να μη βάζει καμία διαφήμιση σε site που διαδίδουν μη-αξιόπιστες ειδήσεις, υποτιμούν τις γυναίκες και στοχοποιούν ευάλωτες μειονότητες.
«Πρόκειται για μία προσπάθεια που ξεκίνησε πριν από ένα χρόνο - δουλέψαμε μαζί με το Facebook και τη Google για να το πετύχουμε. Τα fakenews είναι αντίθετα προς τις αξίες της εταιρείας μας», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Μιλώντας με την ιδιότητα της ψυχαναλύτριας, όπως τόνισε εξαρχής, η κ. Σπυροπούλου έθεσε το εξής ερώτημα: «Γιατί αφηνόμαστε να παραπλανηθούμε; Υπάρχει ψύχωση… - Δείτε πώς μεγαλώνουμε, πώς μορφωνόμαστε, πώς ζούμε καθημερινά, πώς αντιμετωπίζουμε το διαφορετικό.
Υπάρχει, πλέον, η αμφισβήτηση της λογικής και της επιστήμης από όσους πιστεύουν στα fakenews. Για εκείνους είναι όλα άσπρο-μαύρο, δεν υπάρχει γκρίζα ζώνη,» δήλωσε, καταλήγοντας στο ότι για εκείνους που επιλέγουν να πιστεύουν σε ψευδείς ειδήσεις «οι εχθροί είναι οι άλλοι».
Ο τέταρτος ομιλητής του πάνελ, δημοσιογράφος και δημιουργός του σατιρικού site Moufanet.gr, Νίκος Ζαχαριάδης, περιέγραψε πώς ο καθένας μας δημιουργεί πλέον τη δική του ροή πληροφοριών και ζει κάτω από τον δικό του προσωπικό θόλο της προσωπικής δημοσιογραφίας.
«Δεν θέλουμε να ενημερωθούμε, αντίθετα θέλουμε να επιβεβαιωθούμε. Αυτοπροσδιοριζόμαστε μέσα από τους καυγάδες και καταναλώνουμε τις ειδήσεις συναισθηματικά. Θα πρέπει πλέον να σταματήσει αυτό το άλλοθι του ανήλικου για το κοινό και να αναλάβουμε όλοι τις ευθύνες μας» κατέληξε.
Στη συζήτηση που ακολούθησε αναφέρθηκαν πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να αναληφθούν από οργανισμούς, επιχειρήσεις και πρόσωπα, όπωςνα έχουμε πλάνο αντιμετώπισης ενδεχομένων κρίσεων από fake news, να αναπτύξουμε το media literacy, ακόμη και στα σχολεία, να αναληφθούν κοινές δράσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη, να απαιτήσουμε από τα social media να κάνουν περισσότερα για την αντιμετώπιση των fakenews, αλλά και να ενθαρρύνουμε την κριτική σκέψη.