Σε μια παλιότερη εποχή θα έλεγα ότι έχουμε ξεφύγει. Σε μία άλλη -πολύ παλιότερη- θα έλεγα ότι είτε πρόκειται για επιστημονική φαντασία, είτε για πλάκα… Τώρα, που έχουν πια δει πολλά τα ματάκια μας, μάλλον δεν με εκπλήσσει αυτό που διάβασα τις προάλλες ότι γίνεται ήδη στον αμερικάνικο παράδεισο της καινοτομίας. Καθήστε να το πω και σ’ εσάς, λοιπόν, γιατί μάλλον δεν κυκλοφόρησε πολύ…
Πριν από ένα και κάτι μήνα, μέσα στον Απρίλιο, οι γνωστοί και μη εξαιρεταίοι New York Times ανακοίνωσαν ότι εξελίσσουν από καιρό συστήματα μηχανικής μάθησης (ούτε οι πρώτοι είναι και, πολύ περισσότερο, ούτε οι τελευταίοι) σε συνδυασμό με ειδικά ερευνητικά εργαλεία, με στόχο να προβλέπουν τα συναισθήματα τα οποία γεννούν στους αναγνώστες διάφορες ιστορίες από το (online βεβαίως – στο χαρτί δεν μπορείς να μετρήσεις αποτελέσματα) περιεχόμενο της εφημερίδας.
ΟΚ, so what? Μη βιάζεστε… Από τα στοιχεία που συγκέντρωνε επί ένα χρόνο, η καλή εφημερίδα κατάφερε να δημιουργήσει μια λίστα από 30 κοινά συναισθήματα, τα οποία λίγο ως πολύ και με διάφορες αφορμές όλοι μας έχουμε νιώσει – το καινοτόμο στην περίπτωση τους είναι ότι 18 από αυτά τα συναισθήματα των αναγνωστών τους, οι ΝΥΤ δήλωσαν ότι τα έχουν… για πούλημα στις διαφημιστικές εταιρίες!
Να το κάνουμε πιο λιανά; Ας πούμε ότι μια διαφημιστική εταιρία θέλει να προωθήσει μια αναλογική ταινία – οι ΝΥΤ θα προσπαθήσουν να ταιριάξουν το υλικό της με ιστορίες που προκαλούν νοσταλγία. Στον αντίποδα, κάποια άλλη διαφήμιση θα μπορούσε να ταιριάξει με ιστορίες που προκαλούν φόβο κ.ο.κ. Αυτά τα 18 συναισθήματα, που ξεκινάνε από τη βαριεστιμάρα και τη χαρά και φτάνουν ως τη διάθεση για αγορές και την αγάπη, με ενδιάμεσους σταθμούς -μεταξύ άλλων- την έμπνευση, την αυτοπεποίθηση, τη νοσταλγία και το μίσος, προφανώς χρειάζονται την επεξεργασία τους, εκ μέρους τόσο της εφημερίδας, όσο και των διαφημιστικών εταιριών, για να «δέσει» η πώληση.
Μάλιστα, οι ΝΥΤ δεν είναι οι μόνοι που βλέπουν αυτή την άγνωστη ως τώρα σχέση κειμένων – διαφημίσεων. Κατά το AdWeek, στον ίδιο χώρο πειραματίζονται αρκετοί, ανάμεσά τους και η USA Today, καθώς οι διαφημιζόμενοι θεωρούν πως το μήνυμά τους «πιάνει περισσότερο τόπο» αν συνδυαστεί με το κατάλληλο πλαίσιο, από πλευράς storytelling. Στα μάτια τους, το συναίσθημα είναι άλλο ένα κρίσιμο στοιχείο που πρέπει να συμπεριλάβουν στους αλγορίθμους τους, με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα – βλέπε, το ενδιαφέρον και την αγορά.
Το ερώτημα είναι τί επίδραση μπορεί να έχουν αυτά τα αιτήματα των διαφημιζομένων (και, σε δεύτερο χρόνο, οι απαιτήσεις) στην ύλη μιας εφημερίδας. Δεν μπορώ να μη σκεφτώ, για παράδειγμα, την περίπτωση ενός καλού πελάτη που ζητάει για το διπλανό στη διαφήμισή του άρθρο κάμποση χαρά, με ολίγη νοσταλγία και μια τζουρίτσα γέλιο (for good measure, που λένε κι οι Αμερικάνοι), ώστε να ταιριάζει με ένα συγκεκριμένο αφρόλουτρο, που το άρωμά του θα πρέπει να ανακαλεί στη μνήμη του αναγνώστη την αγνή και όμορφη εποχή που ήταν ακόμα παιδί κ.λπ. κ.λπ...
Αυτό το κατά παραγγελία (και προς οικονομικό όφελος του όποιου ηλεκτρονικού μέσου) γράψιμο ποιος θα το «διεκπεραιώνει»; Γιατί δεν αποκλείω στο μέλλον (σε περίπτωση άρνησης από τους δημοσιογράφους ή και χωρίς αυτήν, για λόγους ευκολίας) το ρόλο αυτό να τον παίζουν υπολογιστικά συστήματα / digital journalists, που εντάσσονται με ολοένα ταχύτερο ρυθμό στη ζωή μας, είτε ενσωματωμένοι στα κινητά μας, είτε ως ανεξάρτητες μονάδες, στα σπίτια μας.
Φυσικά, το καλύτερο απ’ όλα θα ήταν να μας άφηναν στην ησυχία μας, χωρίς κάποιου είδους χειραγώγηση. Να προσπαθούσαν να κερδίσουν τις προτιμήσεις μας με την αξία των προϊόντων ή των υπηρεσιών τους και όχι (κυριολεκτικά σ’ αυτή την περίπτωση) χάρη στα συμφραζόμενα. Όμως, δύσκολα μπορείς να σταματήσεις μια τεχνολογία που έχει ήδη «πάρει μπροστά», πολύ περισσότερο όταν οι εμπλεκόμενοι «μυρίζονται κέρδη»…
[social_share googleplus="no" linkedin="yes" whatsapp="no" viber="no"]