Δεν χωράει αμφιβολία πως μια από τις βασικές ανάγκες μας πλέον (και η πανδημία απέδειξε με το παραπάνω πόσο ζωτική και απαραίτητη είναι στην καθημερινότητά μας) παραμένει η πρόσβαση στο Διαδίκτυο, είτε μέσω υπολογιστή είτε μέσω του πανταχού παρόντος κινητού τηλεφώνου μας. Αυτό που παλιότερα, πριν από κάμποσες δεκαετίες, αποκαλούσαμε «παράθυρο στον κόσμο», έχει αποκτήσει πια άλλες διαστάσεις, ειδικά για τις νεότερες ηλικίες.
Αν οι «-ήντα και βάλε» μπήκαν σ’ αυτόν τον χώρο ως «μετανάστες», οι γεννημένοι γύρω στο 2000 και μετά, θεωρούνται (και είναι) «γηγενείς» (natives) – γεννήθηκαν μέσα σ’ αυτόν και δεν γνωρίζουν, ούτε μπορούν να συλλάβουν πως πριν υπήρχε κάτι άλλο.
Ουσιαστικά, γι’ αυτές τις ηλικίες το Διαδίκτυο είναι ο μοναδικός προορισμός προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους για επικοινωνία με φίλους και γνωστούς, για ενημέρωση, για ψυχαγωγία, για (ψηφιακό, βεβαίως) παιχνίδι, για (ηλεκτρονική) μάθηση, για κάθε λογής αγορές, για αναζήτηση πληροφοριών, για τραπεζικές συναλλαγές κι ό,τι άλλο μπορείς να βάλει ο νους τους και να γεννήσει η φαντασία τους – Sky is the limit, που λέει και η πασίγνωστη έκφραση, θέλοντας να δηλώσει πως δεν υπάρχουν σύνορα. Ή μήπως υπάρχουν κάποια, τελικά; Στη φαντασία σίγουρα όχι, αλλά μήπως στο ίδιο το μέσο; στην πρόσβαση στο Διαδίκτυο;
Αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο θέλει να αποκλείσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας τη σημασία του Internet στη ζωή μας, και να εγγυηθεί πως δεν πρόκειται να υπάρξουν τώρα και στο μέλλον προβλήματα στην πρόσβαση για όλους, ενεργοποιώντας σχετικό Κανονισμό με όρους και συνθήκες που πρέπει να υιοθετήσουν και να σεβαστούν όλα τα κράτη-μέλη, όσον αφορά στην επικράτειά τους. Στην πρώτη του μορφή, αυτός ο κανονισμός έκανε την εμφάνισή του το 2019, καλύπτοντας σε μεγάλο βαθμό τις τότε ανάγκες. Όμως, για σκεφτείτε τι μεσολάβησε στα τέσσερα χρόνια που πέρασαν από τότε;
Τρία ιδιαίτερα σημαντικά γεγονότα ήταν αρκετά, όπως αντιγράφουμε από τη σχετική μελέτη με αντικείμενο την επικαιροποίησή του, για να αλλάξουν πολλά, στον συγκεκριμένο τομέα: αρχικά, η πανδημία οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση της διαδικτυακής κίνησης, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τη λήψη πιθανών μέτρων για τη διαχείριση της συμφόρησης (προφανώς, η δυσκολία / αδυναμία πρόσβασης δεν είναι πάντα ηθελημένη) και την εγκυρότητά τους. Κατά δεύτερο, η περαιτέρω ανάπτυξη δικτύων 5G αύξησε τις ευκαιρίες παροχής δικτυακών υπηρεσιών, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία και η επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας επηρέασε γενικότερα τις υπηρεσίες μετάδοσης και διανομής περιεχομένου σε αρκετές χώρες-μέλη της ΕΕ.
Ο κανονισμός εξακολουθεί να προβλέπει το δικαίωμα των τελικών χρηστών να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν πληροφορίες και περιεχόμενο, να χρησιμοποιούν και να παρέχουν εφαρμογές και υπηρεσίες (χωρίς ίχνος λογοκρισίας, βεβαίως – αν και όχι εντελώς ανεξέλεγκτα) και να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους.
Το δικαίωμα αυτό ισχύει «ανεξαρτήτως του τόπου του τελικού χρήστη ή του παρόχου ή του τόπου, της προέλευσης ή του προορισμού της πληροφορίας, του περιεχομένου, της εφαρμογής ή της υπηρεσίας». Ο ελέγχων σε κάθε χώρα είναι ο αντίστοιχος ρυθμιστής (η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων, στα καθ΄ ημάς), που όλοι μαζί αποτελούν τον ευρωπαϊκό ρυθμιστικό φορέα BEREC, με τη χώρα μας να ασκεί αυτή την περίοδο τη διαδοχικά αναλαμβανόμενη προεδρεία.
Καθώς διανύσαμε ήδη τα πρώτα δυο χρόνια της “digital & green” δεκαετίας (ως το 2030) για την Ευρωπαϊκή Ένωση και οι προδιαγραφές αλλάζουν διαρκώς, είναι βέβαιο ότι θα απαιτηθούν σημαντικές επενδύσεις για να ενισχυθούν και να εκσυγχρονισθούν οι υποδομές, ώστε να μην υπάρξουν προβλήματα πρόσβασης. Μάλιστα, η Επιτροπή ξεκίνησε από τις 23 Φεβρουαρίου μια περίοδο διαβούλευσης ζητώντας, ως τις 19 Μαΐου, τις απόψεις όλων των ενδιαφερομένων μερών σ’ αυτό το θέμα.
Η πάγια θέση της είναι πως «όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά πρέπει να αναλάβουν τις κοινωνικές ευθύνες που τους αναλογούν και να συνεισφέρουν με δίκαιο και αναλογικό τρόπο στα δημόσια αγαθά και τις δημόσιες υπηρεσίες και υποδομές, προς όφελος όλων των Ευρωπαίων».
Και, για να μην υπάρχουν αμφιβολίες, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι, σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε το 2019 όταν δημοσιεύθηκε η πρώτη έκθεση, οι αρχές του ανοικτού διαδικτύου εξακολουθούν να είναι σημαντικές από την άποψη των τελικών χρηστών, των παρόχων περιεχομένου και εφαρμογών, καθώς και των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Προχωράμε, λοιπόν…