Τα μεγάλα, τα πραγματικά μεγάλα γεγονότα στο χώρο της τεχνολογίας, είναι -όπως γνωρίζουν όλοι οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ»- δυο, αμφότερα στην αρχή του χρόνου, έτσι για «ποδαρικό»: το πρώτο είναι το CES στο Λας Βέγκας και το δεύτερο, το MWC στη Βαρκελώνη – ένα στην Αμερική κι ένα στην Ευρώπη, μοιρασμένα τα πράγματα και οι εντυπώσεις.
Αυτές, λοιπόν, οι εντυπώσεις (κυρίως για τις τάσεις και τις προεκτάσεις της τεχνολογίας, αλλά και το βαθμό που αυτή αλλάζει τη ζωή μας) οι οποίες θα μας συντροφέψουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, περιλαμβάνουν -όπως είναι φυσικό- ελπίδες, αλλά και φόβους.
Στις πρώτες έχουμε αναφερθεί πολλές φορές από αυτή τη στήλη – έχουμε μιλήσει για τις μεγάλες ανατροπές που φέρνει η τεχνολογία στην καθημερινότητά μας, για την Τεχνητή Νοημοσύνη και τη Μηχανική Μάθηση, για τις προοπτικές συν-εργασίας με τα ρομποτικά συστήματα και τους αυτοματισμούς, για τα αυτόνομα οχήματα και τη βασιλεία των κάθε λογής αισθητήρων, στο πλαίσιο του Internet των Αντικειμένων, και τόσα άλλα…
Εκτός από τις ελπίδες, όμως, υπάρχουν και οι φόβοι – αντίδραση λογική, μπροστά στο καινούριο, το άγνωστο. Πολύ περισσότερο, όταν υπάρχουν και φωνές που επισημαίνουν προβλήματα και αδυναμίες της νέας εποχής πραγμάτων.
Δυο από αυτές (πιθανότατα υπήρξαν κι άλλες, όμως αυτές καταγράφηκαν ως ισχυρότερες) δεν πέρασαν απαρατήρητες στη διάρκεια του MWC19 και των περί αυτό εκδηλώσεων: πρώτα, η Βίβιαν Τσαν, ιδρύτρια και CEO της Sparrho, εταιρίας που αξιοποιεί την Τεχνητή Νοημοσύνη για να διευκολύνει την πρόσβαση χρηστών και οργανισμών σε νέες επιστημονικές δημοσιεύσεις και πατέντες, υπογράμμισε σε ομιλία της πως η κοινωνία μας βρίσκεται είναι ήδη χωρισμένη σε γνωρίζοντες και μη, με το χάσμα μεταξύ των δυο να αυξάνει, γεννώντας παρανοήσεις και φοβικές καταστάσεις.
Η έλλειψη γνώσης, όμως, συχνότατα «μεταφράζεται» σε έλλειψη εμπιστοσύνης κι αυτό δεν περιορίζεται μονάχα σε θέματα τεχνολογίας (όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη και οι συνέπειες των αυτοματισμών), αλλά και εκτός αυτής (χαρακτηριστικό παράδειγμα, το προσφυγικό/μεταναστευτικό).
Με δεδομένη την «εγκατεστημένη» δυσπιστία σε πλατιά στρώματα του πληθυσμού και την τάση να πέφτει το βάρος στις αρνητικές κι όχι στις θετικές πλευρές της τεχνολογίας, η ανατροπή δεν είναι εύκολη, πολύ περισσότερο αν δεν ισχύει (κάτι που συμβαίνει συχνά) καθεστώς διαφάνειας, όσον αφορά στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων.
Η «θεραπεία» που προτείνει η Τσεν, είναι η δημιουργία - κυρίως εκ μέρους των φορέων της αγοράς- ενός ψυχολογικού «δικτυού ασφαλείας» για το οικοσύστημα του ΑΙ, μέσα από έναν συνδυασμό δημοσιοποίησης σχετικών εμπειριών από χρήστες, αλλά και «αποδείξεων» για την αξιοπιστία των πληροφοριών.
Το δεύτερο θέμα, που γίνεται ολοένα και πιο επείγον, όσο αυξάνεται ο αριθμός των εγκατεστημένων αισθητήρων σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι -προφανώς- η ασφάλεια στο χώρο του ΙοΤ.
Σε σχετικό πάνελ διαλόγου, οι συμμετέχοντες τόνισαν πως το Edge Computing μπορεί να δίνει λύσεις σ’ ό,τι αφορά στην εξοικονόμηση πόρων και χώρου αποθήκευσης δεδομένων, όμως δεν διαθέτει την πρόσθετη ισχύ που απαιτούν τα προγράμματα κρυπτογράφησης, με συνέπεια τα δεδομένα να μένουν εκτεθειμένα στις κακόβουλες επιθέσεις.
Επίσης, ως άλλη αδυναμία αναφέρθηκε και η χρήση δορυφορικών σημάτων, τα οποία μπορούν να υποκλαπούν σχετικά εύκολα, με συνέπεια να υπάρχει κίνδυνος για την όποια χρήση τέτοιων σημάτων και μεθόδων από αυτόνομα οχήματα, «έξυπνα» εργοστάσια και, βέβαια, συστήματα μαζικής μεταφοράς.
Προς γνώση και συμμόρφωση, λοιπόν, καθώς το μέλλον είναι ήδη εδώ και τέτοια προβλήματα -που έχουν οριζόντια επίδραση- πρέπει να αντιμετωπίζονται εγκαίρως και αποτελεσματικά.