Οι πιστοί αναγνώστες αυτής της στήλης θα πρέπει να θυμούνται τις τρεις σημαντικές προβλέψεις για το μέλλον που έκανε πρόσφατα ο σερ Τιμ Μπέρνερς-Λι, με την ευκαιρία των 35ων γενεθλίων του Παγκόσμιου Ιστού, για τις οποίες γράψαμε μόλις την περασμένη εβδομάδα.
Στην τρίτη και τελευταία από αυτές, εξέφρασε τη βεβαιότητα πως σύντομα θα υπάρξουν «απώλειες» μεταξύ των Big Tech, καθώς δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τα σκληρά κανονιστικά πλαίσια που πλέον επιβάλλονται σε Ευρώπη και Αμερική, από την Κομισιόν και τις αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές, αντίστοιχα. Όμως, πιθανότατα ούτε κι ο ίδιος να περίμενε πως τα «όργανα» θα ξεκινούσαν τόσο νωρίς, με πρώτο αποδέκτη της «μουσικής» τους την Apple…
Μόλις πριν από λίγες ημέρες, λοιπόν, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης αλλά και οι υπουργοί Δικαιοσύνης 16 Πολιτειών κατέθεσαν αγωγή εναντίον της κατασκευάστριας των iPhone (και όχι μόνο) κατηγορώντας την ότι παραβιάζει τους αντιμονοπωλιακούς νόμους, εφαρμόζοντας πρακτικές οι οποίες έχουν ως στόχο να «δέσουν» τους καταναλωτές – χρήστες αποκλειστικά στα δικά της κινητά τηλέφωνα.
Δεν πρόκειται, προφανώς, για κάτι καινούριο – από πολλά χρόνια η Apple έχει δημιουργήσει και διαφυλάττει ως «κόρη οφθαλμού» το δικό της, κλειστό οικοσύστημα, θέτοντας εμπόδια και προσκόμματα σε κάθε προσπάθεια άλλων εταιριών να το διαπεράσουν (το επιτρέπει μόνο με τους δικούς της, συχνά δυσβάσταχτους, όρους), αλλά και των ίδιων των χρηστών να ξεφύγουν από αυτό, ώστε να μην αναγκάζονται να πληρώνουν πανάκριβα κάθε αξεσουάρ ή υπηρεσία, από το καλώδιο φόρτισης και τα ακουστικά, ως τα ανταλλακτικά και το σέρβις. Δικαιολογία της, η διαφύλαξη της υψηλής ποιότητας των προϊόντων που, διαφορετικά, κινδυνεύουν.
Φυσικά, οι ρυθμιστικές αρχές δεν κάνουν αυτές τις κινήσεις μόνο και μόνο για να μην πληρώνουν υψηλές τιμές οι καταναλωτές (η ισονομία στην αγορά λαμβάνεται υπόψιν, όμως όποιος έχει δίνει - αν δεν έχει, πάει σε λύσεις Android), αλλά γιατί αντιλαμβάνονται τόσο από τη μια, όσο και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού ως εν δυνάμει απειλή τη συγκέντρωση υπερβολικής ισχύος από αυτήν και τις άλλες Big Tech.
Η ΕΕ, μάλιστα, επέβαλε στις αρχές Μαρτίου βαρύτατο πρόστιμο 1,8 δισ. € στην Apple, θεωρώντας την ένοχη για το ότι επί τουλάχιστον μια δεκαετία παραβίαζε τους ευρωπαϊκούς αντιμονοπωλιακούς κανόνες, κάνοντας κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της και παρεμποδίζοντας την ενημέρωση των καταναλωτών για φτηνότερες (εκτός του οικοσυστήματός της, φυσικά) υπηρεσίες.
Για την ιστορία, η επιβολή της ηχηρότατης «καμπάνας» ήταν το αποτέλεσμα ερευνών που ξεκίνησαν το 2019, έπειτα από καταγγελία του Spotify, ότι η Apple επιβαρύνει με προμήθεια 30% τις υπηρεσίες streaming μέσω του δικού της App Store, με αποτέλεσμα αυτή να μετακυλίεται ως αύξηση συνδρομής και οι τελικοί χρήστες να πληρώνουν ακριβότερα κάτι το οποίο -εκτός οικοσυστήματος- κόστιζε πολύ φτηνότερα…
Μάλιστα, η εκτελεστική αντιπρόεδρος της ΕΕ, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, τόνισε, την περασμένη εβδομάδα, ότι η αμερικανική εταιρία παραμένει στο στόχαστρο και θα ελέγχεται συνεχώς, για πιθανές παραβιάσεις της νεόκοπης Πράξης για τις Ψηφιακές Αγορές (Digital Markets Act), με τις πρακτικές που εφαρμόζει.
Από την πλευρά του, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης μπορεί να διατάξει ακόμα και δομικές αλλαγές (οι πιθανές «απώλειες» που λέγαμε στην αρχή) αν κερδίσει την αγωγή εις βάρος της εταιρίας, όμως, θεωρείται βέβαιο ότι ο δικαστικός αγώνας θα είναι μακρύς, με εφέσεις και κόντρα-εφέσεις από τα δυο μέρη, ενώ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τους καταναλωτές, από πλευράς εφαρμογής των κανονισμών και πιθανής μείωσης των τιμών. Αγωγές και πρόστιμα, πάντως, ήδη έβλαψαν πολλαπλάσια την Apple, καθώς η χρηματιστηριακή αξία της κατρακύλησε, μετά τα άσχημα νέα, με απώλειες 113 δισ. $, έστω κι αν αυτές δεν μπορούν να θίξουν πολύ την αποτίμησή της, που φτάνει στα 2,7 τρισ. $.
Πάντως, η Apple την είχε «γλυτώσει φτηνά» ως τώρα, σε σύγκριση με άλλες Big Tech. Όπως θυμίζει ο διεθνής Τύπος, το υπουργείο Δικαιοσύνης είχε ερευνήσει τυχόν αντιμονοπωλιακές πρακτικές από την Google στα τέλη του ’20 και στις αρχές του ’23, ενώ η πανίσχυρη Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου (FTC) είχε βάλει την ίδια εποχή στο στόχαστρό της τη Meta. Κάμποσα χρόνια πριν, άλλωστε, στόχος ήταν η Microsoft, σε μια διαμάχη που κράτησε μια δεκαετία. Τότε, όμως, δεν είχε «σφίξει» τόσο πολύ το κανονιστικό πλαίσιο, ούτε και οι Ευρωπαίοι είχαν αρχίσει να το ψάχνουν.
Μάλλον δεν θα πλήξουμε τους επόμενους μήνες …